Σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και θέατρο στο Conservatoire National d’Art Dramatique στο Παρίσι. Έζησε στο Παρίσι από το 1967 έως το 1981. Έγραψε κυρίως θεατρικά έργα, τα οποία παρουσιάστηκαν σε κρατικές και ιδιωτικές σκηνές, στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και άλλες πόλεις της Ελλάδας. Συνήθως γράφει θέατρο με τη σύμπραξη ομάδος ηθοποιών, κατά τη διάρκεια των δοκιμών. Εξαιτίας αυτής της ιδιομορφίας σκηνοθετεί ο ίδιος τα περισσότερα έργα του, τουλάχιστον στην πρώτη παρουσίασή τους. Έχει γράψει δύο πεζογραφήματα, από τα οποία “Οι επικίνδυνες μαγειρικές” μεταφράστηκε σε πολλές ευρωπαϊκές γλώσσες, καθώς και στα ιαπωνικά. Έχει διδάξει στο Τμήμα Επικοινωνίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης του Παντείου Πανεπιστημίου και στο Τμήμα Θεάτρου του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Έχει μεταφράσει έργα των Pierre-Ambroise Choderlos de Laclos, Marivaux, Alfred de Musset, Eugene Labiche, Moliere, κ.ά.
Επικίνδυνες μαγειρικές (2002)
Βηθσαβέ (2012), Άγρα
Διηγήματα
Τα άτακτα κορίτσια (2017), Άγρα
Αφηγήματα
Αισχροτάτη Εριέττα (2002)
Θεατρικά έργα
1843 – Καρακορούμ (1991)
Το μικρό δαχτυλάκι της Ολυμπιάδος (1992)
Le petit doigt d’ Olympias (1994)
Η αυλαία πέφτει (1999)
Φτερά στρουθοκαμήλου (2001)
Ακόλαστες εσπερίδες (2003)
Καπνοκράτωρ (2005)
Ναπολεοντία (2007)
Άλκηστις και όνειρα γλυκά (2012)
Κλυταιμνήστρα; (2016), Sestina
Συλλογικά έργα
Θεατρικό αναλόγιο 2007 (2007)
Αναγνώσεις 2011 (2011)
Αναλόγιο: Δραματική και σκηνική γραφή στην Ελλάδα 2005-2017 (2018), Ίδρυμα Ιωάννου Φ. Κωστόπουλου
Μεταφράσεις
Pierre-Ambroise Choderlos de Laclos, Alain-René Lesage, Pierre Carlet de Chamblain de Marivaux, Jean Baptiste de Molière, Alfred d Musset, Vivan Denon, Octave Mirbeau, Jean-Luc Lagarce
Τα άτακτα κορίτσια – Ανδρέας Στάικος
Νουβέλες και διηγήματα
Aντονελλιάνα, Νανά, Άννα, Χριστίνα, Λέλα, Λέλα και πάλι Λέλα, για πάντα Λέλα. Πολλές γυναίκες και πάντα μία, η ανύπαρκτη Λέλα των ονείρων.
Κορίτσια άτακτα, αδέσποτα κορίτσια της φαντασίας και της πραγματικότητας ενός φτωχού και ανυπεράσπιστου συγγραφέα συναντώνται στη φανταχτερή δεξίωση που παραθέτει το μικρό αυτό βιβλίο.
Με τις αταξίες και τα καμώματά τους, τα άτακτα κορίτσια σκορπίζουν αφειδώλευτα τη σαγήνη και την ταραχή στο σώμα και το πνεύμα των τυχερών-άτυχων συμπρωταγωνιστών τους.
Τα άτακτα κορίτσια και οι εκάστοτε συμπρωταγωνιστές τους, στο κοινό τους παιχνίδι, κερδίζουν χρόνο, καλύπτουν με ουτοπίες και πλουμίδια το κενό της ύπαρξής τους και επιμηκύνουν την παράστασή τους αναβάλλοντας διαρκώς, για κάποια άλλη φορά – έως πότε; – την αναπόφευκτη πτώση της αυλαίας.
Μια συλλογή διηγημάτων, διασκορπισμένων, δυσεύρετων ή και χαμένων σε εφημερίδες και περιοδικά, που καλύπτουν το διάστημα μιας τριακονταετίας.
Διηγήματα, Άγρα, 2017, 160 σελ.
Κλυταιμνήστρα; – Ανδρέας Στάικος
Η Ηλέκτρα και η Κλυταιμνήστρα επιστρέφουν για να ξεκαθαρίσουν παλιούς λογαριασμούς. Ένας νεκρός πατέρας, ένας ωραίος εραστής, ένας αρχαίος φόνος, μια μεγαλειώδης εκδίκηση, μια ασίγαστη ζήλια. Η ίδια ιστορία. Ξανά και ξανά. Ή μήπως όχι; Δυο πλανόδιες θεατρίνες, απομεινάρια ενός θιάσου που χάθηκε μέσα στο χρόνο, αστείες, σπαρακτικές και αμετανόητες, αυτοσχεδιάζουν ασταμάτητα πάνω στο ίδιο θέμα αναζητώντας τις τραγικές ηρωίδες.
Θεατρικό, Sestina, 2016, 68 σελ.
Βηθσαβέ – Ανδρέας Στάικος
Ο γνωστός συγγραφέας και μεταφραστής κλασικών γαλλικών ερωτογραφημάτων (Επικίνδυνες σχέσεις, Γκαμιανί, Χωρίς επαύριον κλπ.) Ανδρέας Στάικος υπογράφει, μετά τις “Επικίνδυνες μαγειρικές”, το νέο του ερωτογράφημα – όλο χιούμορ, ανατροπές, ακρότητες και ερωτισμό.
“Όσο για την ψυχική μου διάθεση, τί να πω και τί να ομολογήσω. Η ψυχική μου διάθεση είχε τεθεί στη διάθεση των δύο μαγισσών. Με χαρά, με ανυπόκριτη χαρά είχα αποδεχθεί ότι η διάθεσή μου ήταν αυστηρώς εξαρτημένη από τις διαθέσεις και τις ορέξεις τους. Η ανύπαρκτη, επιτέλους, θέλησή μου είχε υποταχθεί ολοσχερώς στη θέλησή τους. Είχα οδηγηθεί, αμετακλήτως, χωρίς ενδοιασμούς, χωρίς αμφισβητήσεις, χωρίς αμφιταλαντεύσεις στην πιο βαθιά κατάπτωση. Και η κατάπτωσή μου ήταν ο αντικατοπτρισμός της δικής τους μεγαλειώδους κατάπτωσης. Ο κύβος είχε ριφθεί. Οι απολαύσεις τους ήταν οι απολαύσεις μου, η ηδονή τους ηδονή μου. Ένιωσα, για πρώτη φορά, πως κάτι βαθύ, κάτι μεγάλο είχε συντελεσθεί στα βάθη της ψυχής και της διάνοιάς μου. Η Λέιλα και η Βηθσαβέ ήταν οι δικές μου, οι γυναίκες μου, οι θεές μου, το σύμπαν μου, το μοναδικό σύμπαν στο οποίο ποθούσα να αναπνέω. Κι εγώ ήμουν δικός τους, ολότελα δικός τους, ο κύριος και ο σκλάβος τους, πρωτίστως ο σκλάβος τους, μόνον ο σκλάβος τους, σκλάβος τους, τίποτ’ άλλο εκτός από σκλάβος τους, τελεία και παύλα.”
Μυθιστόρημα, Άγρα, 2012, 160 σελ.
1843 – Καρακορούμ – Ανδρέας Στάικος
Τα θεατρικά έργα “Καρακορούμ” και “1843” γράφτηκαν κατά τη διάρκεια των δοκιμών, πάνω στη σκηνή.
Η γραφή γεννούσε αυτομάτως τη σκηνοθεσία τους και η σκηνοθεσία γεννούσε αυτομάτως τη γραφή τους. Σύγχυση ή ταύτιση της γραφής και της σκηνοθεσίας.
Η τυχοδιωκτική σχεδόν προσπάθεια υπαγορεύτηκε αποκλειστικά και μόνο από την επιθυμία του παιχνιδιού, της ανακατωσούρας, της μεταμφίεσης των ρόλων. Οι ηθοποιοί εγκατέλειπαν τον ρόλο του εκτελεστικού οργάνου, αναλαμβάνοντας, κατά το δυνατόν, τη μοίρα του ρόλου τους ενώ ο συγγραφέας έπαιζε τον ηθοποιό με τους ηθοποιούς.
Η στενότης του χώρου, του χρόνου, του χρήματος προσέδιδε στο παιχνίδι έναν χαρακτήρα στοιχήματος. Ο αυτοεκβιασμός των συμμετεχόντων να καταθέσουν “παιχνίδι”, υπό το κράτος ενός γλυκού πανικού, πλημμύριζε ενίοτε το νου και τη σκηνή με μια πρωτόγνωρη χαρά.
Το μικρό δαχτυλάκι της Ολυμπιάδος – Ανδρέας Στάικος
Στο “Μικρό δαχτυλάκι της Ολυμπιάδος”, ο συγγραφέας σε πλήρη συνενοχή με τους ηθοποιούς του, αποδεχόμενος τις βαθύτερες και ανομολόγητες επιθυμίες τους, ανθρώπινες και θεατρικές, σε ένα επικίνδυνο αλλά απολαυστικότατο παιχνίδι διένειμε τους ρόλους εμπαιζόντων-εμπαιζομένων και εξίσωσε την Αρανέα με την Μπέσσυ Βασιλοπούλου-Μάλφα, τη Γαΐα Σιγγαλίνα με την Εύα Βλαχάκου, την Πομπιλία Ρουφίνα με τη Λίλυ Καλογιώργου, τη Λελία Ορτία με την Ελισάβετ Κωνσταντινίδου, τον Γυναιοφέροντα με τον Τάσο Λιανό και τον ψευδορήτορα Πολύδοξο με τον Αντώνη Ραμπαούνη.
Στο πρόσωπο των ίδιων ηθοποιών ο συγγραφέας φαντάζεται, από τώρα, τα νέα, τα μελλοντικά θεατρικά πρόσωπα των ονείρων του. Και, κυρίως, το εύχεται. Είναι δύσκολο, αφόρητα δύσκολο, να διαρκέσει το παιχνίδι.
Κάποια στιγμή, μοιραία, τα παιδιά θα το εγκαταλείψουν, θα ενηλικιωθούν, θα πασχίσουν να κατοχυρώσουν το μέλλον και τη μοναξιά τους.
Η αυλαία πέφτει – Ανδρέας Στάικος
Σκηνική φαντασία, εμπνευσμένη από τη συνάντηση του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου και της Ελισάβετ αυτοκράτειρας της Αυστρίας
“Η Αυτοκράτειρα της Αυστρίας Ελισάβετ ΙΙ, αποποιούμενη το ρόλο της Αυτοκράτειρας, μεταβάλλεται σε ηρωίδα του θεάτρου. Δεν είναι η Αυτοκράτειρα της Αυστρίας αλλά η αυτοκράτειρα του θεάτρου. … Από τα ίδια κίνητρα ωθούμενος και ο Κωνσταντίνος Χρηστομάνος, θεατροποιεί τη ζωή του. Μαζί με την αυτοκράτειρα, πλημμυρισμένοι από ανεκπλήρωτους πόθους ταξιδεύουν στη χώρα του Τίποτα. Όμως το τίποτα για να είναι ένα μεγάλο τίποτα, ένα μέγιστο τίποτα, πρέπει να κατοικηθεί. Το μέγιστο τίποτα, το τραγικό τίποτα είναι εξουθενωτικώς άπληστο και απαιτητικό. Το κενό του πρέπει να γεμίσει από τέχνη, από παιχνίδι δηλαδή, δηλαδή θέατρο”. -Ανδρέας Στάικος
“Το θέατρο και η θεατρικότητα αναδεικνύονται στο δραματικό κείμενο του Α. Στάικου “Η αυλαία πέφτει”, έργο πολυπρόσωπο, με υποβλητικές σκηνικές ενδείξεις υπερδραματικούς και κωμικούς διαλόγους.
… Στο έργο ο Στάικος επαναφέρει και ενεργοποιεί συστατικά της παλαιότερης θεατρικής προβληματικής του αφού κι εδώ κυριαρχούν το θέατρο μέσα στο θέατρο, η θεατρικότητα της παρακμής, η εξιδανίκευση της ανάμνησης και η εμπειρία του θεάτρου με τον τρόπο που τη βιώνουν οι συντελεστές του, μέλη θιάσων, ηθοποιοί σε παραστάσεις, στις δοκιμές ή τα παρασκήνια.
… Στο “Η αυλαία πέφτει” του Στάικου, η εσωτερικότητα έχει γίνει θέμα του δράματος ενώ η δράση έχει μεταφερθεί στο εσωτερικό του ανθρώπου. Ό,τι συμβαίνει είναι υπόθεση ενθύμησης και αναπόλησης. Φαντάσματα πολιορκούν τον Χρηστομάνο εισβάλλοντας από τους λαβύρινθους της φαντασίας και τις ρωγμές του μνημονικού
… Ο χρόνος της μνήμης και ο χρόνος του ονείρου είναι το νήμα που διατρέχει το έργο του Στάικου. Μεταμοντέρνο με την έννοια ότι έρχεται μετά το μοντέρνο λυρικό δράμα από τα τέλη του 19ου αιώνα, να μιλήσει εκ νέου, στα τέλη του 20ού αιώνα, για το φάντασμα της δημιουργίας. Συνδεδεμένο με το ανεκπλήρωτο και το ανέφικτο, με την αποτυχία και την απόρριψη, με τα αδιέξοδα και τις διαφυγές”.
(από το επίμετρο της Ελένης Βαροπούλου)
Φτερά στρουθοκαμήλου – Ανδρέας Στάικος
Το θεατρικό έργο του Ανδρέα Στάικου είναι συνυφασμένο με τις πλέον σύγχρονες αναζητήσεις της Ελληνικής Σκηνής. Πολλοί από τους νέους σκηνοθέτες έχουν θελήσει να αναμετρηθούν με ένα έργο που πρώτιστα “σκηνοθετεί το λόγο”, ένα έργο που προβάλλει τη “θεατρικότητα”. Και οι περισσότεροι από τους ηθοποιούς μας της νεότερης γενιάς έχουν δοκιμαστεί στους προκλητικούς ερμηνευτικά ρόλους αυτών των έργων που “κάνουν την αλήθεια ψέμα και το ψέμα αλήθεια”.
Το θέατρο του Ανδρέα Στάικου είναι το θέατρο της συνεχούς γλωσσικής ανατροπής, του αέναου γλωσσικού και σκηνικού παιγνίου, της παρωδίας του διαλόγου, του χώρου, του χρόνου, της ίδιας της Ιστορίας.
Στον παρόντα τόμο συγκεντρώθηκαν μερικά από τα εκλεκτότερα έργα του: η πολυπαιγμένη αλλά εξαντλημένη εκδοτικά “Κλυταιμνήστρα;” -έργο που ανέβηκε στο Παρίσι και καθιέρωσε τον Ανδρέα Στάικο στην Ελλάδα- και τα ανέκδοτα: “Φτερά στρουθοκαμήλου”, “Δαίδαλος”, “Το μήλον της Μήλου”, καθώς και τα άγνωστα μέχρι σήμερα μονόπρακτα: “Το ραντεβού”, “Dum Spiro Spero”, “Ελευθερία λόγου” και το λιμπρέτο “Το κόκκινο φτερό”.
Θεατρικά κείμενα πολύτιμα, γραμμένα από ένα συγγραφέα που διαθέτει τη σκηνοθετική εμπειρία και που, γι’ αυτό, προσφέρονται για πολύπλευρες σκηνικές αναγνώσεις και θελκτικές ερμηνείες.
Επικίνδυνες μαγειρικές – Ανδρέας Στάικος
Ο Ανδρέας Στάικος, με τις “Επικίνδυνες μαγειρικές” του, μέσα από τον κόσμο των γεύσεων μας παρασύρει σε μαιάνδρους από ερωτικές ίντριγκες, διαποτισμένες από την ελευθεριότητα και τη λεπτολογία του 18ου αι. Μέσα σε δεκαεφτά γεύματα χτίζει μία σύγχρονη αθηναϊκή ιστορία, οικεία, ελαφριά, θεατρική, αστεία και παιγνιώδη που αφηγείται τα ερωτοπαίγνια της Νανάς με τους δύο εραστές της, τον Δημήτρη και τον Δαμοκλή. Μέσα σε δεκαεφτά κεφάλαια μας καλεί να αντιμετωπίσουμε τη γαστρονομία όχι μόνον ως μία τέχνη και μία απόλαυση καθ’ εαυτές αλλά ως τον προθάλαμο, τον προϊδέαση ή τη μεταφορά άλλων αισθησιακών απολαύσεων.
“… Ωσάν ποίημα προσφιλές, κατ’ απομίμηση αρχαίου προτύπου, με τον τρόπο των Carmina του Οράτιου, ο Ανδρέας Στάικος συνθέτει με εικόνες και συνταγές την ακραία ερωτική ελευθεριότητα, οι ποικίλες όψεις της οποίας, έκσταση, ζήλια, τεχνάσματα, έριδες και πείσματα, επικαλούνται με απόλυτη συνέπεια τα αντίστοιχα εδέσματα. Η αίσθηση της πληρότητας ή της στέρησης που γεννούν στις ψυχές τα παιχνίδια του πάθους, εκφράζονται εδώ εξ’ αποστάσεως, όπως στον Μαριβώ ή τον Λακλό, τους οποίους ο συγγραφέας έχει μεταφράσει στα ελληνικά (Εκδόσεις Άγρα).
“Ο Έρως είναι ένας παίκτης που δεν θα ‘πρεπε να τον παίρνουμε εντελώς στα σοβαρά. Από αυτή την κάπως φορμαλιστική θέση εφορμά ο Ανδρέας Στάικος, συνδυάζοντας κάθε ερωτική περίπτυξη με τις δέουσες όσο και απολαυστικότατες γαστριμαργικές αντιστοιχίες. Ο συνδυασμός αυτός, καθώς διατείνεται ο συγγραφέας, εγγυάται, και μόνον αυτός, το αριστείον της μαγειρικής τέχνης. Μία μαγειρική του θυμικού, η επιτυχία της οποίας εξαρτάται από τη διάθεση, την ερωτική διάθεση, αν όχι από το ερωτικό πάθος.” (J.-C. Ribaut, Le Monde)
Αισχροτάτη Εριέττα – Ανδρέας Στάικος
Πεζογράφημα: Με πέντε σχέδια του Γιάννη Τσαρούχη εμπνευσμένα από το παρόν αφήγημα
Μια ατελείωτη σειρά δοκιμών και αναπαραστάσεων, όπου παίζεται το παιχνίδι του έρωτα, το παιχνίδι της αρχής και του τέλους, το παιχνίδι του χωρισμού, το παιχνίδι του αποχωρισμού και του αποχαιρετισμού και κυρίως παίζεται το παιχνίδι του παιχνιδιού. Κάθε στιγμή της ζωής ένας αιώνας θεάτρου. Κάθε στιγμή θεάτρου ένας αιώνας ζωής.
Ακόλαστες εσπερίδες – Ανδρέας Στάικος
Μονόλογος
Στις “Ακόλαστες Εσπερίδες” μία γυναίκα θεατροποιεί τη ζωή της. Κύριο θέμα του μονολόγου είναι η ίδια η γλώσσα, το ίδιο το θέατρο. Υπό την επήρρεια του θεάτρου, η γυναίκα αυτή, ανακαλύπτει μία ζωή που δεν έζησε ή ανακαλεί στο παρόν μία ζωή που έχει ξεχασθεί. Ούτως ή άλλως το θέατρο τής αποκαλύπτει τη μόνη δυνατή πραγματικότητά της: Τη θεατρική πραγματικότητα.
Ο μονόλογος αυτός φιλοδοξεί να δώσει την ευκαιρία σε μια ηθοποιό να εκτεθεί. Να εκτεθεί μέχρι τα όριά της. Εναλλάσσοντας μία σειρά προσωπείων, δείχνει τη ματαιότητα τη ζωής και την αναγκαιότητα του θεάτρου. Η ζωή της αποκτά νόημα, μόνο μέσα από το θέατρο.
Καπνοκράτωρ – Ανδρέας Στάικος
Ο “Καπνοκράτωρ” είναι μια κωμωδία μυστηρίου με δραματικές στιγμές, φιλοσοφικές αιχμές για το εφήμερο, το τυχαίο και τη ματαιότητα των πραγμάτων, μεταμοντέρνα διάθεση και στοιχεία παραλόγου.
Στον “Καπνοκράτορα” παρατηρούμε μια ηθελημένη αυτοαναφορικότητα. Ο Ανδρέας Στάικος αντιγράφει τον εαυτό του χρησιμοποιώντας τα αγαπημένα του υλικά: κόκκινα νύχια, κόκκινα χείλη, κόκκινα τακούνια, μυθικές πόρνες, νεκροζώντανους ήρωες, ανάγνωση επιστολών, ανταλλαγή ρόλων, συνταγές μαγειρικής, και ένα τέλος ανοιχτό σε κάθε ενδεχόμενο.
Το τσιγάρο εδώ έχει την αδιαμφισβήτητη αξία του δώρου. Ως υπέρτατη έκφραση της επιθυμίας υποσκελίζει ακόμα και τον έρωτα, καθώς αποτελεί το ίδιο φλογερό αντικείμενο του πόθου. Είτε ως αντάλλαγμα είτε ως δώρο, το τσιγάρο είναι εφήμερο και άδωρο, και η απόλαυσή του μια τραγική ματαιότητα. Το στοιχείο του λάθους υπονομεύει την εκπλήρωση της επιθυμίας και επισπεύδει το “θάνατο”. Στον “Καπνοκράτορα” όλα αρχίζουν και τελειώνουν με ένα λάθος.
(από το επίμετρο της Ζωρζίνας Τζουμάκα)
Ναπολεοντία – Ανδρέας Στάικος
Στο Ναύπλιο του 1835.
Με την ενηλικίωσή του, ο νεαρός Όθων αναλαμβάνει την εξουσία του νέου ελληνικού βασιλείου. Οι Έλληνες υπήκοοί του, προκειμένου να τιμήσουν «αυθόρμητα» τον βασιλιά τους, μυούνται στον χορό βάλς, ώστε ο βασιλιάς να αισθανθεί σαν το σπίτι του και να ευφρανθούν τα ώτα του από οικείες μελωδίες. Ξένοι χοροδιδάσκαλοι διδάσκουν το βάλς και ντόπιοι χωροφύλακες εποπτεύουν τη διεξαγωγή των μαθημάτων. Η χώρα ολόκληρη μεταβάλλεται σε ένα αχανές χοροδιδασκαλείο. Μετά τον ζυγό της τούρκικης δουλείας οι Έλληνες ετοιμάζονται να παραδοθούν στη νέα δουλεία του εξευρωπαϊσμού, άλλοτε δια της σαγήνης του χορού και άλλοτε, δια τους ανεπίδεκτους μαθήσεως, δια ροπάλου. Η ανάδυση, η «χαρούμενη» ανάδυση του νέου ελληνικού κράτους μέσα από τις μελωδίες του βάλς!
Το έργο ανέβηκε στην Αθήνα σε σκηνοθεσία του συγγραφέα και παίζεται στο θέατρο «Προσκήνιο» μέχρι τις 20 Μαΐου 2007.
Άλκηστις και όνειρα γλυκά – Ανδρέας Στάικος
O Άδμητος λαμβάνει εξ ουρανού ένα μήνυμα, στο οποίο του τίθεται το δίλημμα να θανατωθεί εκείνος ή η γυναίκα του. Ο πανικόβλητος βασιλιάς των Φερών, άγαμος ων, διοργανώνει ακρόαση, κατά την οποία παρελαύνουν αθρόως τα κορίτσια της πόλης, ελπίζοντας να γίνουν βασίλισσες και αγνοώντας ότι η περιπόθητη στέψη τους οδηγεί κατευθείαν στον τάφο.
Το τυχερό θύμα είναι η Άλκηστις. Αθώα, ευτυχισμένη και ερωτευμένη, αγνοεί τί την περιμένει, ενώ ο αδίστακτος Άδμητος προετοιμάζει επιδέξια και επιμελέστατα τον θάνατό της.
Από ένα απροσδόκητο παιχνίδι της τύχης, η Άλκηστις μαθαίνει την αλήθεια. Ο έρωτάς της συντρίβεται ακριβώς τη στιγμή που αφυπνίζεται ο έρωτας του Άδμητου, ο οποίος στο μεταξύ έχει κατακτηθεί από τις αρετές και τις χάρες της νεαρής βασίλισσας.
Η παρεξήγηση των παρεξηγήσεων. Η εκπλήρωση ενός μεγάλου έρωτα ματαιώνεται. Ματαιώνεται στη ζωή και πραγματοποιείται θεατρικά.
Ένα οδυνηρό αλλά και κωμικό παιχνίδι του θεάτρου, του οποίου πηγή έμπνευσης ήταν η αινιγματική “Άλκηστις” του Ευριπίδη.
Ανδρέας Στάικος
Πηγές: Biblionet, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Ελληνικά Γράμματα, Κίχλη, Sestina, Εκδόσεις Άγρα