Περισσότερα αποτελέσματα...

Generic selectors
Exact matches only
Search in title
Search in content
Post Type Selectors
post

Deyteros.com

Ένα ταξίδι στ’ αστέρια της λογοτεχνίας!

Δορυφόροι

moons

Φυσικός δορυφόρος

Φυσικός δορυφόρος ή φεγγάρι ονομάζεται κάθε φυσικό ουράνιο σώμα που περιφέρεται γύρω από έναν πλανήτη ή πλανήτη νάνο ή άλλο μικρότερο ουράνιο σώμα και υπακούει στους ίδιους νόμους της ουράνιας μηχανικής που ρυθμίζουν την κίνηση των πλανητών. Τους νόμους αυτούς προσδιόρισε ο Γερμανός αστρονόμος Γιοχάνες Κέπλερ. Οι φυσικοί δορυφόροι ονομάζονται επίσης δευτερεύοντες πλανήτες.

Υπάρχουν 207 γνωστοί φυσικοί δορυφόροι γύρω από τους πλανήτες του ηλιακού μας συστήματος, καθώς και 9 σε τροχιά γύρω από τους πλανήτες νάνους. Μέχρι τον Νοέμβριο του 2021, 449 πλανητοειδείς με δορυφόρο έχουν ανακαλυφθεί, συνολικά 469 δορυφόροι. Υπάρχουν 210 γνωστά αντικείμενα στην Κύρια ζώνη αστεροειδών με δορυφόρους (οι οκτώ με δύο δορυφόρους και ένας με τρεις), 6 Τρωικοί Αστεροειδείς του Δία με δορυφόρους, 85 αντικείμενα που βρίσκονται κοντά στη Γη με δορυφόρους (Γεωπλήσια αντικείμενα) και 31 αστεροειδείς με δορυφόρους που η τροχιά τους τέμνει την τροχιά του Άρη. Ακόμη υπάρχουν, 117 μεταποσειδώνια αντικείμενα με δορυφόρους, από τα οποία 2 με δύο δορυφόρους και 1 (Πλούτωνας) με πέντε.

Παρακάτω αναφέρονται οι κυριότεροι δορυφόροι του ηλιακού μας συστήματος ανά πλανήτη (στην παρένθεση αναγράφονται οι ονομασίες των δορυφόρων) είναι οι:

Γη (Σελήνη)
Άρης (Δείμος και Φόβος)
Δίας 80 φυσικούς δορυφόρους (οι μεγαλύτεροι είναι: Γανυμήδης, Καλλιστώ, Ιώ και Ευρώπη, και είναι ορατοί ακόμη και με μικρό τηλεσκόπιο. Ανακαλύφθηκαν από τον Γαλιλαίο τον Ιανουάριο του 1610)
Κρόνος 83 φυσικούς δορυφόρους (καθώς και ένα σύστημα δακτυλίων που μπορεί να θεωρηθεί ως σύνολο μυριάδων μικροσκοπικών δορυφόρων. Οι μεγαλύτεροι δορυφόροι είναι: Τιτάνας, Ρέα, Ιαπετός, Διώνη, Τηθύς, Εγκέλαδος και Μίμας)
Ουρανός 27 φυσικούς δορυφόρους (οι μεγαλύτεροι είναι: Τιτάνια, Όμπερον, Ουμβριήλ, Άριελ και Μιράντα)
Ποσειδώνας 14 φυσικούς δορυφόρους (οι μεγαλύτεροι είναι: Τρίτωνας, Πρωτέας και Νηρηίδα)
ο πλανήτης νάνος Πλούτωνας (Χάρων, Ύδρα, Νύχτα, Κέρβερος και Στύγα)
ο πλανήτης νάνος Χαουμέια (Χιιάκα και Ναμάκα)
ο πλανήτης νάνος Μακεμάκε (S/2015 (136472) 1)
ο πλανήτης νάνος Έρις (Δυσνομία)
Ωστόσο, οι διαρκείς έρευνες των επιστημόνων οδηγούν σε νέες ανακαλύψεις δορυφόρων.

Ορολογία

Ο πρώτος γνωστός φυσικός δορυφόρος ήταν η Σελήνη, αλλά θεωρήθηκε «πλανήτης» μέχρι την εισαγωγή του “De Revolutionibus orbium coelestium” από τον Κοπέρνικο το 1543. Μέχρι την ανακάλυψη των δορυφόρων του Γαλιλαίου το 1610 δεν υπήρχε καμία ευκαιρία για αναφορά στα αντικείμενα αυτά ως μια τάξη. Ο Γαλιλαίος επέλεξε να αναφερθεί στις ανακαλύψεις του ως “Planetæ” («πλανήτες»), αλλά αργότερα οι ερευνητές επέλεξαν άλλους όρους για να τους ξεχωρίσουν από τα αντικείμενα στα οποία βρίσκονταν σε τροχιά.

Ο πρώτος που χρησιμοποίησε τον όρο “δορυφόρος” για να περιγράψει τα περιστρεφόμενα σώματα ήταν ο Γερμανός αστρονόμος Γιοχάνες Κέπλερ στο φυλλάδιο του “Narratio de Observatis a se quatuor Iouis satellitibus erronibus” το 1610. Παράγει τον όρο από τη λατινική λέξη “satelles”, που σημαίνει “φύλακας”, “συνοδός” ή “σύντροφος”, επειδή οι δορυφόροι συνόδευαν τον πρωταρχικό πλανήτη τους στο ταξίδι του μέσω των ουρανών.

Ο όρος δορυφόρος έγινε έτσι ο κύριος όρος για την αναφορά σε ένα αντικείμενο που περιστρέφεται γύρω από έναν πλανήτη, καθώς απέφυγε την αμφισημία του «φεγγαριού». Το 1957, ωστόσο, η έναρξη του τεχνητού αντικειμένου Sputnik δημιούργησε την ανάγκη για μια νέα ορολογία. Οι όροι τεχνητός δορυφόρος και τεχνητό φεγγάρι εγκαταλείφθηκαν πολύ γρήγορα υπέρ του απλούστερου δορυφόρου και, κατά συνέπεια, ο όρος έχει συνδεθεί κυρίως με τεχνητά αντικείμενα που πετούν στο διάστημα – συμπεριλαμβανομένων, μερικές φορές, ακόμη και εκείνων που δεν βρίσκονται σε τροχιά γύρω από έναν πλανήτη.

Λόγω αυτής της αλλαγής νοήματος, ο όρος “φεγγάρι”, ο οποίος συνέχισε να χρησιμοποιείται με τη γενική του έννοια σε έργα λαϊκής επιστήμης και μυθοπλασίας, έχει ανακτήσει την αξιοπιστία του και τώρα χρησιμοποιείται εναλλακτικά με τον όρο “φυσικός δορυφόρος”, ακόμη και σε επιστημονικά άρθρα. Όταν είναι απαραίτητο να αποφευχθεί τόσο η ασάφεια της σύγχυσης με τον φυσικό δορυφόρο της Γης, τη Σελήνη, όσο και οι φυσικοί δορυφόροι των άλλων πλανητών από τη μία πλευρά, και οι τεχνητοί δορυφόροι από την άλλη, ο όρος φυσικός δορυφόρος (χρησιμοποιώντας τον όρο “φυσικός” ως αντίθεση με την έννοια “τεχνητός”). Για να αποφευχθεί περαιτέρω η ασάφεια, η σύμβαση είναι να κεφαλαιοποιηθεί η λέξη Φεγγάρι όταν αναφέρεται στον φυσικό δορυφόρο της Γης, αλλά όχι όταν αναφέρεται σε άλλους φυσικούς δορυφόρους.

Πολλοί συγγραφείς ορίζουν το «δορυφόρο» ή το «φυσικό δορυφόρο» ως κάτι που βρίσκεται σε τροχιά σε κάποιον πλανήτη ή δευτερεύοντα πλανήτη, συνώνυμο με το «φεγγάρι» – από έναν τέτοιο ορισμό όλοι οι φυσικοί δορυφόροι είναι φεγγάρια, αλλά η Γη και άλλοι πλανήτες δεν είναι δορυφόροι. Μερικοί πρόσφατοι συγγραφείς ορίζουν το “φεγγάρι” ως “δορυφόρο ενός πλανήτη ή δευτερεύοντος πλανήτη” και “πλανήτη” ως “δορυφόρο ενός αστεριού” – αυτοί οι συγγραφείς θεωρούν τη Γη ως “φυσικό δορυφόρο του Ήλιου”.

Φορά και διάρκεια περιστροφής των δορυφόρων

Οι περισσότεροι δορυφόροι κινούνται γύρω από τους πλανήτες κατά την «ορθή φορά», δηλαδή κατά τη φορά που περιφέρονται και οι πλανήτες γύρω από τον Ήλιο. Στον κανόνα όμως αυτόν υπάρχουν και αρκετές εξαιρέσεις. Από τους δορυφόρους με γνωστά στοιχεία, τέσσερις του Δία, ένας του Κρόνου, τέσσερις του Ουρανού και ένας του Ποσειδώνος, δηλαδή συνολικά οι 10 από τους 35 γνωστούς δορυφόρους, κινούνται κατά την αναδρομή φορά γύρω από τον αντίστοιχο πλανήτη.

Η διάρκεια της περιστροφής, στους λεγόμενους «κανονικούς» δορυφόρους, είναι ίση με τον χρόνο περιφοράς του δορυφόρου γύρω από τον πλανήτη. Δηλαδή, όπως ακριβώς και η Σελήνη, παρουσιάζουν προς τον πλανήτη πάντοτε την ίδια όψη. Μοναδική γνωστή εξαίρεση «κανονικού» δορυφόρου που ωστόσο η διάρκεια περιστροφής διαφέρει είναι ο Υπερίωνας του Κρόνου. Υπάρχουν λόγοι να πιστεύουμε ότι μερικοί από τους δορυφόρους των μεγάλων πλανητών (εκείνοι που βρίσκονται συνήθως μακριά από τον πλανήτη) είναι ουράνια σώματα που συνελήφθησαν οπό τον πλανήτη και υποχρεώθηκαν να στρέφονται γύρω του. Για ορισμένους από τους μη-κανονικούς και μακρινούς δορυφόρους έχει παρατηρηθεί ότι ο χρόνος περιστροφής και ο χρόνος περιφοράς διαφέρουν κατά πολύ.

Οι «σύντροφοι»

Για την ύπαρξη δορυφόρων στον απέραντο χώρο του Διαστήματος δεν μπορεί να γίνει καμία υπόθεση. Τα όρια των γνώσεων μας περιορίζονται σε ορισμένα σώματα, κυρίως σκιερά, που επηρεάζουν την θέση και την λαμπρότητα κάποιων αστέρων. Σε αυτά δόθηκε η ονομασία σύντροφοι γιατί η φύση τους είναι διάφορη από την φύση των πλανητών και των δορυφόρων.

Οι μεγαλύτεροι δορυφόροι του ηλιακού μας συστήματος

Σειρά Όνομα Πλανήτης Ακτίνα(σε χλμ.)
1 Γανυμήδης Δίας 2.634
2 Τιτάνας Κρόνος 2.576
3 Καλλιστώ Δίας 2.410
4 Ιώ Δίας 1.821
5 Σελήνη Γη 1.737
6 Ευρώπη Δίας 1.561
7 Τρίτωνας Ποσειδώνας 1.353
8 Τιτάνια Ουρανός 788,4
9 Ρέα Κρόνος 763,8
10 Όμπερον Ουρανός 761,4
11 Ιαπετός Κρόνος 734,5
12 Χάρων Πλούτωνας 603,5
13 Ουμβριήλ Ουρανός 584,7
14 Άριελ Ουρανός 578,9
15 Διώνη Κρόνος 561,4
16 Τηθύς Κρόνος 531,1
17 Εγκέλαδος Κρόνος 252,1
18 Μιράντα Ουρανός 235,8
19 Πρωτέας Ποσειδώνας 210
20 Μίμας Κρόνος 198,3

Δορυφόροι μικρών πλανητών

Ως δορυφόρος ενός πλανητοειδή (ή μικρού πλανήτη) (αγγλικά: minor planet moon) μπορεί να οριστεί ένας πλανητοειδής που κινείται σε τροχιά γύρω από έναν άλλο, σαν να ήταν ο φυσικός του δορυφόρος. Οι ανακαλύψεις γύρω από την ύπαρξη δορυφόρων αστεροειδών (και διπλών συστημάτων γενικότερα) ήταν σημαντικές, διότι τα στοιχεία της τροχιάς τους μπορούν να υπολογιστούν από τη μάζα και τη πυκνότητα του κύριου αστεροειδούς, επιτρέποντας την καταγραφή των φυσικών τους χαρακτηριστικών που διαφορετικά θα ήταν δύσκολο να εξαχθούν. Μέχρι τον Νοέμβριο του 2021, 449 πλανητοειδείς είχε διαπιστωθεί πως διαθέτουν δορυφόρο.

Ορολογία
Σε αντίθεση με τους όρους δορυφόρος ή φεγγάρι, για την περίπτωση των πλανητοειδών χρησιμοποιείται ο όρος διπλό σύστημα (binary) (ή τριπλό σύστημα – triple – για συστήματα με δύο δορυφόρους). Αν ένα σώμα είναι αρκετά μεγαλύτερο από το άλλο, συνηθίζεται να αναφέρεται ως πρωτεύων ενώ το δεύτερο ως δευτερεύων σώμα. Ο όρος διπλός αστεροειδής (double asteroid) συνηθίζεται να χρησιμοποιείται όταν τα δύο σώματα έχουν το ίδιο σχεδόν μέγεθος, ενώ ο όρος διπλό σύστημα χρησιμοποιείται ανεξάρτητα από το μέγεθος των δύο σωμάτων. Στη περίπτωση που το διπλό σύστημα αποτελείται από δύο περίπου, ίδιου μεγέθους, αστεροειδής, το Κέντρο Πλανητοειδών (Minor Planet Center – MPC) τους αναφέρει με τον όρο binary companions (διπλά συστήματα), και δεν αναφέρει τον μικρότερο ως δορυφόρο του άλλου. Ένα παράδειγμα τέτοιου συστήματος είναι το σύστημα 90 Αντιόπη, που ανακαλύφθηκε τον Αύγουστο του 2000. Για τους μικρούς σε μέγεθος δορυφόρους χρησιμοποιείται ανεπίσημα και ο όρος moonlet (μικρός δορυφόρος), ο οποίος επίσης χρησιμοποιείται και για μικρά αντικείμενα που βρίσκονται ενσωματωμένα στους δακτυλίους του Κρόνου.

Ανακάλυψη
Μέχρι τον Νοέμβριο του 2021, 449 πλανητοειδείς με δορυφόρο έχουν ανακαλυφθεί, συνολικά 469 δορυφόροι:

85 αντικείμενα που βρίσκονται κοντά στη Γη (Γεωπλήσια αντικείμενα), από αυτά 3 με δύο δορυφόρους
31 αστεροειδείς που η τροχιά τους τέμνει την τροχιά του Άρη (Mars-crossers), από αυτούς ο 1 με δύο δορυφόρους
210 στην Κύρια ζώνη αστεροειδών, από αυτούς οι 8 με δύο δορυφόρους και 1 με 3 δορυφόρους
6 Τρωικοί Αστεροειδείς του Δία (Τρωική Ομάδα)
117 μεταποσειδώνια αντικείμενα με δορυφόρους, από τα οποία 2 με δύο δορυφόρους και 1 (Πλούτωνας) με πέντε.
Η υπόθεση για την πιθανή ύπαρξη δορυφόρων πλανητοειδών προτάθηκε για πρώτη φορά το 1901 από τον Γάλλο αστρονόμο Σαρλ Αντρέ στο διεθνές αστρονομικό περιοδικό Astronomische Nachrichten, προτείνοντας πως ο 433 Έρως θα μπορούσε να ήταν ένας διπλός αστεροειδής. Η υπόθεση αναθερμάνθηκε στις αρχές του 1978, όταν σύμφωνα με μία επιπρόσθηση του αστέρα SAO 120774, η οποία παρατηρήθηκε από διάφορες πηγές, προτάθηκε για τον αστεροειδή 532 Ηράκλεια η άποψη πως έχει έναν δορυφόρο, ενώ υπήρχαν δημοσιεύσεις πως και άλλοι αστεροειδείς είχαν συντρόφους (κοινώς αναφερόμενοι ως δορυφόροι) τα προηγούμενα και τα επόμενα χρόνια.

Το 1993 έγινε η πρώτη επαλήθευση μιας τέτοιας θεωρίας, όταν πιστοποιήθηκε πως ο Δάκτυλος περιφέρεται γύρω από τον αστεροειδή 243 Ίδη, όπως έδειξαν εικόνες από την διαστημική συσκευή Γαλιλαίος. Ο δεύτερος δορυφόρος αστεροειδούς ανακαλύφθηκε γύρω από τη 45 Ευγενία το 1998. Το 2001, ο 617 Πάτροκλος και ο ισομεγέθης του Μενοίτιος έγινε το πρώτο διπλό σύστημα στη περιοχή των Τρωικών αστεροειδών του Δία. Το πρώτο διπλό σύστημα στα μεταποσειδώνια αντικείμενα, εξαιρουμένου του συστήματος του Πλούτωνα – Χάροντα (ο Χάροντας ανακαλύφθηκε το 1978), ήταν αυτό του 1998 WW31 που ανακαλύφθηκε το 2002.

Τριπλοί Αστεροειδείς

Το 2005, ανακαλύφθηκε πως ο αστεροειδής 87 Σύλβια έχει δύο δορυφόρους, κάνοντάς τον, το πρώτο τριπλό αστεροειδή. Ακολούθησε η ανακάλυψη ενός δεύτερου δορυφόρου του 45 Ευγενία. Επίσης το 2005, ανακαλύφθηκε πως το αντικείμενο της Ζώνης του Κάιπερ, η Χαουμέια έχει δύο δορυφόρους, κάνοντάς το, το δεύτερο αντικείμενο της Ζώνης Κάιπερ μετά τον Πλούτωνα που έχει πάνω από έναν δορυφόρους (ο Πλούτωνας έχει 5 δορυφόρους). Άλλα γνωστά τριπλά συστήματα είναι αυτά του 3749 Μπάλαμ (Μάρτιος 2008), 216 Κλεοπάτρα (Σεπτέμβριος 2008), 93 Μινέρβα (Αύγουστος 2009), 130 Ηλέκτρα (Δεκέμβριος 2014) και 107 Καμίλλη (Αύγουστος 2016).

Ομοιότητες
Τα στοιχεία για τους πληθυσμούς των διπλών αντικειμένων είναι ακόμα ετερόκλητα. Εκτός από τις αναπόφευκτες παρατηρητικές διαφορές (εξάρτηση από την απόσταση από τη Γη, το μέγεθος, τη λευκαύγεια και τη σύσταση των συστατικών), και η συχνότητα εμφάνισης πλανητοειδών με δορυφόρους εμφανίζεται να είναι διαφορετική μεταξύ των διαφορετικών κατηγοριών. Μεταξύ των αστεροειδών, ένα κατ’ εκτίμηση 2% έχει δορυφόρους. Μεταξύ των μεταποσειδώνιων αντικειμένων (TNO), ένα κατ’ εκτίμηση 11% θεωρούνται διπλά ή πολλαπλά αντικείμενα, αλλά τρία στα τέσσερα από τα μεγάλα γνωστά TNO (75%) έχουν τουλάχιστον έναν δορυφόρο.

Περισσότερα από 20 διπλά συστήματα είναι γνωστά, σε κάθε μία από τις τρεις κύριες ομάδες: Στα Γεωπλήσια αντικείμενα, τους αστεροειδής Κύριας Ζώνης, και τα μεταποσειδώνια αντικείμενα. Σε αυτόν τον αριθμό δεν περιλαμβάνονται πολυάριθμες υποθέσεις, που βασίζονται απλώς σε ελαφρές παραλλαγές κάποιων καμπυλών.

Κανένα διπλό σύστημα δεν έχει βρεθεί μέχρι τώρα μεταξύ των Κενταύρων με ημιάξονα μικρότερο από αυτόν του Ποσειδώνα. Εντούτοις, αν χρησιμοποιούσαμε έναν πιο εκτεταμένο ορισμό για τους κενταύρους, ως αντικείμενα, δηλαδή, με ασταθείς τροχιές και με περιήλιο μέσα στην τροχιά του Ποσειδώνα, το πρώτο διπλό σύστημα κενταύρου θα ήταν αυτό του 42355 Τυφών (προηγουμένως γνωστό ως 2002 CR46) που προσδιορίστηκε το 2006.

Προέλευση
Η προέλευση των δορυφόρων των αστεροειδών δεν είναι αυτήν την περίοδο γνωστή με βεβαιότητα, και υπάρχουν διάφορες θεωρίες. Μια ευρέως αποδεκτή θεωρία είναι ότι σχηματίζονται από τα συντρίμμια που εκτοξεύονται μακριά από τον πρωτεύων αστεροειδή, έπειτα από μια σύγκρουση. Μπορεί επίσης να διαμορφωθεί ένα τέτοιο σύστημα όταν συλλαμβάνεται ένα μικρό αντικείμενο από τη βαρύτητα ενός μεγαλύτερου.

Ο σχηματισμός από τη σύγκρουση περιορίζεται από τη στροφορμή των κομματιών δηλ. από τις μάζες και την απόστασή τους. Στα διπλά συστήματα που τα δύο μέρη είναι κοντά μεταξύ τους, ισχύει συνήθως αυτό το πρότυπο (π.χ. Πλούτωνας/Χάρος). Τα διπλά συστήματα, εντούτοις, με πιο απομακρυσμένα μέρη, με τα στοιχεία των συγκρίσιμων μεγεθών, είναι απίθανο να έχουν ακολουθήσει αυτό το σενάριο, εκτός αν έχει χαθεί μάζα κατά τη διάρκεια του συμβάντος.

Οι αποστάσεις των κομματιών για τα γνωστά διπλά συστήματα ποικίλλουν από μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα (243 Ίδη, 3749 Μπάλαμ) σε περισσότερα από 3.000 χλμ (379 Χουένα) για τους αστεροειδής. Μεταξύ των μεταποσειδώνιων αντικειμένων, ποικίλλουν από 3.000 έως 50.000 χλμ.

Πληθυσμοί
Το τι θεωρείται «χαρακτηριστικό» για ένα διπλό σύστημα τείνει να εξαρτηθεί από τη θέση του στο ηλιακό σύστημα (πιθανόν λόγω των διαφορετικών τρόπων προέλευσης και της διάρκειας ζωής τέτοιων συστημάτων στους διαφορετικούς πληθυσμούς των πλανητοειδών).

Μεταξύ Γεωπλήσιων αντικειμένων (near-Earth objects – NEO), οι δορυφόροι τείνουν να περιφέρονται σε τροχιά με αποστάσεις της τάξης 3 με 7 ακτίνων του πρωτεύοντος, και να έχουν τις διαμέτρους δύο με περισσότερες φορές μικρότερους από αυτούς. Δεδομένου ότι αυτά τα διπλά συστήματα τέμνουν τις τροχιές των εσωτερικών πλανητών, θεωρείται ότι οι παλιρροιακές πιέσεις, που εμφανίζονται όταν ένα αντικείμενο περνά κοντά από έναν πλανήτη, είναι αρμόδιες για το σχηματισμό πολλών από αυτά, αν και οι συγκρούσεις θεωρούνται επίσης ένας παράγοντας για τη δημιουργία τέτοιων δορυφόρων.
Μεταξύ των αστεροειδών της Κύριας Ζώνης, οι δορυφόροι είναι συνήθως πολύ μικρότεροι από τους πρωτεύοντες (μια αξιοσημείωτη εξαίρεση το σύστημα της 90 Αντιόπης), και τροχιά σε απόσταση περίπου 10 φορές την ακτίνα του πρωτεύοντος. Πολλά από τα δυαδικά συστήματα είναι εδώ μέλη οικογενειών αστεροειδών, και ένα μεγάλο ποσοστό των δορυφόρων αναμένεται πως ήταν κομμάτια ενός σώματος, του οποίου η διάσπαση προήλθε μετά από μια σύγκρουση αστεροειδών.
Μεταξύ των μεταποσειδώνιων αντικειμένων (TNO), είναι κοινό τα δύο μέρη να έχουν παραπλήσιο μέγεθος, ενώ ο ημιάξονας τροχιάς τους να είναι πολύ μεγαλύτερος − για 100 έως 1.000 ακτίνες του πρωτεύοντος. Ένα σημαντικό ποσοστό αυτών των διπλών συστημάτων αναμένεται να είναι αρχέγονο.

Πλανήτες νάνοι
Μεταξύ των πλανητών νάνων, είναι 90% σίγουρο ότι η Δήμητρα δεν έχει κανένα δορυφόρο μεγαλύτερο από 1 χλμ. σε μέγεθος, υποθέτοντας ότι αν υπήρχε θα είχαν την ίδια λευκαύγεια. Ο Πλούτωνας έχει 5 δορυφόρους. Ο μεγαλύτερος δορυφόρος του, ο Χάροντας, έχει μέγεθος μεγαλύτερο από το μισό του ίδιου του Πλούτωνα και είναι αρκετά μεγάλος ώστε να βάλει σε τροχιά ένα σημείο έξω από την επιφάνεια του Πλούτωνα. Στην πραγματικότητα, κάθε ένας επηρεάζει τον άλλο, διαμορφώνοντας ένα διπλό σύστημα που ανεπίσημα χαρακτηρίζεται ως ένας διπλός-πλανήτης-νάνος. Ο Πλούτωνας έχει άλλους τέσσερις δορυφόρους, την Νύχτα, την Ύδρα, τον Κέρβερο και την Στύγα που είναι πολύ μικρότεροι και περιφέρονται γύρω από το σύστημα Πλούτωνας-Χάροντας. Ο Μακεμάκε έχει ένα γνωστό δορυφόρο τον S/2015 (136472) 1. Η Έρις έχει ένα γνωστό δορυφόρο, τη Δυσνομία. Η ακτίνα της, βασισμένη στη φωτεινότητά της, υπολογίζεται πως είναι 50 έως 125 χλμ. Η Χαουμέια έχει δύο μικρούς δορυφόρους με ακτίνες που υπολογίζονται περίπου σε 155 χλμ. (Χιιάκα) και 85 χλμ. (Ναμάκα).

satellites

Τεχνητός δορυφόρος

Ένας τεχνητός δορυφόρος είναι οποιαδήποτε κατασκευή, που δημιουργήθηκε από τον άνθρωπο, τοποθετείται σε τροχιά γύρω από ένα ουράνιο σώμα, ενώ ειδικότερα, τεχνητός δορυφόρος της Γης λέγεται κάθε αντικείμενο που τοποθετείται από τον άνθρωπο σε τροχιά γύρω από αυτήν.

Αντιθέτως, όλα τα ουράνια σώματα που είναι μέρη του Ηλιακού Συστήματος, συμπεριλαμβανομένης και της Γης, είναι δορυφόροι είτε του Ήλιου, είτε δορυφόροι άλλων ουράνιων σωμάτων. Αυτοί οι δορυφόροι λέγονται φυσικοί δορυφόροι, προκειμένου να διακρίνονται από τους τεχνητούς.

Η εκτόξευση και η τοποθέτηση σε κατάλληλη τροχιά γίνεται με πυραύλους, οι οποίοι συνήθως αποτελούνται από πολλά μέρη (ορόφους). Κάθε όροφος είναι ένας ξεχωριστός πύραυλος, ο οποίος αρχίζει να λειτουργεί όταν εξαντληθούν τα καύσιμα του προηγούμενου ορόφου, ο οποίος αποσπάται και απορρίπτεται. Με τον τρόπο αυτόν το μέρος που απομένει έχει μικρότερο βάρος και συνεχίζει το ταξίδι του με ολοένα μεγαλύτερη ταχύτητα, μέχρι να φτάσει στο προβλεπόμενο ύψος και με την απαραίτητη ταχύτητα.

Ιστορικά στοιχεία
Οι πρώτες εκτοξεύσεις πυραύλων για λόγους θεάματος, αλλά και στρατιωτικούς, είχε πραγματοποιηθεί στην Κίνα πριν από αρκετούς αιώνες, αλλά με στοιχειώδη μέσα και χωρίς σοβαρές επιστημονικές γνώσεις.

Η πρώτη επιστημονική μελέτη του πυραύλου άρχισε στην Ρωσία από τον Κ. Τσιολκόβσκι, από το 1883 μέχρι το 1941. Όμοια, ο Ρ. Γκόνταρντ συνεχίζει τις σχετικές μελέτες και προσπάθειες. Οι πρώτες οργανωμένες προσπάθειες έγιναν στη Ναζιστική Γερμανία με γενναία κρατική χρηματοδότηση και με κύριο υπεύθυνο τον Βέρνερ φον Μπράουν, ο οποίος υπήρξε και ο μεγαλύτερος ειδικός σε θέματα πυραύλων. Το 1942 εκτοξεύτηκε με επιτυχία ο πρώτος πύραυλος V – 2, που έφτασε σε ύψος 95 χλμ. Ακολούθησε μια σειρά πυραύλων του ίδιου τύπου, που χρησιμοποιήθηκε από τους Ναζί για πολεμικές επιχειρήσεις κατά της Μεγάλης Βρετανίας.

Η ιδέα για τη χρήση δορυφόρων σε γεωσύγχρονη (ή γεωστατική) τροχιά γύρω από τη Γη επαναδιατυπώθηκε από τον επιστήμονα και συγγραφέα Άρθουρ Κλαρκ το 1945. Μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και την κατάρρευση της ναζιστικής Γερμανίας, στηριγμένοι σε γερμανική πυραυλική τεχνολογία και το ήδη ειδικευμένο προσωπικό των Γερμανών, αλλά και σε δοκιμές δικών τους επιστημόνων, Σοβιετικοί και Αμερικανοί άρχισαν δοκιμές για την αποστολή δορυφόρων σε τροχιά γύρω από τη Γη. Και οι δύο Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής συνεχίζουν τις τελειοποιήσεις κάτω από συνθήκες άκρας μυστικότητας, για την κατασκευή διηπειρωτικών και άλλων πυραύλων.

Κατά τη διάρκεια του Διεθνούς Γεωφυσικού Έτους (1957) και συγκεκριμένα στις 4 Οκτωβρίου 1957 εκτοξεύτηκε ο πρώτος τεχνητός δορυφόρος της Γης, ο Σοβιετικός Σπούτνικ 1. Η ημέρα αυτή θεωρείται επίσημα ως η αρχή της εποχής του διαστήματος. Λίγο αργότερα ακολούθησε και ο Αμερικάνικος Εξπλόρερ 1. Έτσι, στη δεκαετία του 1950, οι στρατιωτικοί πύραυλοι έχουν τελειοποιηθεί και χρησιμοποιούνται ευρύτατα στα οπλοστάσια πολλών κρατών.

Κατά την ίδια εποχή άρχισαν να χρησιμοποιούνται «ειδικοί» πύραυλοι και για επιστημονικούς σκοπούς. Έτσι, τα έτη 1957 – 1958, κατά τον προγραμματισμό του Διεθνούς Γεωφυσικού Έτους (ΔΓΕ), αποφασίστηκε να εκτοξευθούν και τεχνητοί δορυφόροι για την μελέτη ενός ευρύτατου πεδίου, που ενδιέφερε άμεσα τους γεωφυσικούς, τους γεωλόγους, τους σεισμολόγους, τους αστρονόμους κλπ, από 66 χώρες.

Γενικές αρχές

Για να εκτοξευθεί με επιτυχία ένας τεχνητός δορυφόρος, πρέπει να κινηθεί τουλάχιστον με την κρίσιμη ταχύτητα διαφυγής, η οποία δίδεται από τη σχέση:

V2=2g*(M/R)

όπου g είναι η σταθερά παγκόσμιας έλξης, M η μάζα της Γης και R η ακτίνα της. Αν πάντως η εκτόξευση γίνεται από κάποιο ύψος I, αντί του R τίθεται (R+Ι) και η απαιτούμενη ταχύτητα ελαττώνεται. Η ταχύτητα διαφυγής στην επιφάνεια της Γης είναι 11,18 km/sec, ενώ στην επιφάνεια της Σελήνης 2,38 km/sec. Ο επόμενος πίνακας δίνει την ταχύτητα διαφυγής σε διάφορα ύψη από την επιφάνεια της Γης

ΎΨΟΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑ ΔΙΑΦΥΓΗΣ
0 km 11,18 km/sec
200 km 11,01 km/sec
400 km 10,85 km/sec
600 km 10,69 km/sec
800 km 10,54 km/sec
1000 km 10,40 km/sec

Μετά την εκτόξευση, και εφόσον ο τεχνητός δορυφόρος φτάσει σε ορισμένο ύψος, η ταχύτητά του πρέπει να αλλάξει διεύθυνση και να γίνει κάθετη προς την ευθεία που ορίζεται από το κέντρο της Γης και το σκάφος (θεωρουμένου ως σημείου). Τότε, εφόσον και πάλι η ταχύτητα είναι σωστή, γίνεται τεχνητός δορυφόρος και περιφέρεται γύρω από τη Γη. Η κίνηση των τεχνητών δορυφόρων ακολουθεί τους νόμους του Κέπλερ, όπως ακριβώς και οι φυσικοί δορυφόροι. Έτσι, την μία εστία της ελλειπτικής τροχιάς κατέχει το κέντρο της μάζας της Γης. Το ακριβές σχήμα της έλλειψης εξαρτάται από το ύψος, στο οποίο ο δορυφόρος θα τοποθετηθεί στην τροχιά του, από τη ταχύτητα την οποία θα έχει ο δορυφόρος κατά την είσοδο του στην τροχιά και από τη διεύθυνση του ως προς την ευθεία που ορίζεται από το κέντρο της Γης και τον δορυφόρο. Είναι δυνατόν η ελλειπτική τροχιά να συμπίπτει σχεδόν με κύκλο, οπότε αποκαλείται κυκλική. Στην περίπτωση αυτή, σε κάθε ύψος αντιστοιχεί ορισμένη ταχύτητα του δορυφόρου και ορισμένη περίοδος.

Αν ο δορυφόρος τοποθετηθεί σε κυκλική τροχιά, σε ύψος 35.900 km, και κινείται παράλληλα προς τον Ισημερινό κατά τη φορά περιστροφής της Γης, τότε, επειδή χρειάζεται 24 ώρες για μία πλήρη περιφορά, όσο και ένα σημείο της γήινης επιφάνειας, θα φαίνεται σαν να είναι σε σταθερή θέση πάνω από έναν τόπο, χωρίς να κινείται. Οι δορυφόροι αυτού του τύπου λέγονται «στάσιμοι» ή «γεωσύγχρονοι».

Η ταχύτητα την οποία πρέπει να έχει ένα σώμα για να τοποθετηθεί σε κυκλική τροχιά, σε ορισμένο ύψος, ονομάζεται «πρώτη κοσμική ταχύτητα». Αν ένα σώμα κινείται με την ταχύτητα διαφυγής, δηλαδή 11,18 km/sec, θα διαγράψει παραβολική τροχιά, ενώ αν εκτοξευτεί με ταχύτητα μεγαλύτερη από 11,18 km/sec, θα διαγράψει υπερβολική τροχιά. Και στις δύο αυτές περιπτώσεις θα διαφύγει στο διάστημα, εγκαταλείποντας τη Γη, χωρίς να ξαναπέσει πάνω σε αυτήν. Αυτή η ταχύτητα διαφυγής ονομάζεται και παραβολική ταχύτητα ή «δεύτερη κοσμική ταχύτητα».

Αν ένα σώμα κινηθεί με την ταχύτητα αυτή, τότε απελευθερώνεται μεν από την έλξη της Γης, αλλά όχι και από εκείνη του Ηλίου. Έτσι, θα συνεχίσει την κίνηση του γύρω από τον Ήλιο σαν τεχνητός πλανήτης. Αν θέλουμε να εκτοξεύσουμε ένα σώμα, το οποίο να εγκαταλείψει το ηλιακό σύστημα και να κινηθεί στον μεσοαστρικό χώρο, τότε θα πρέπει, κατά την εκτόξευση, να έχει ταχύτητα τουλάχιστον 16,6 km/sec, η οποία λέγεται «Τρίτη κοσμική ταχύτητα».

Την τρίτη κοσμική ταχύτητα έχουν τα δύο διαστημόπλοια «Βόγιατζερ», τα οποία προγραμματίστηκαν να περάσουν κοντά από τον Δία, τον Κρόνο, τον Ουρανό και τον Ποσειδώνα και μετά να συνεχίσουν στο μεσοαστρικό διάστημα. Γι’ αυτό και φέρουν πλάκες ενδεικτικές του τόπου της προέλευσης τους, ώστε να αναγνωριστούν από άλλα λογικά όντα στην περίπτωση που θα έχουν μία τέτοια συνάντηση στις αιώνιες περιπλανήσεις τους στο αχανές.

Εκτόξευση δορυφόρου

Η αποβολή ενός δορυφόρου αρχίζει πάντοτε με την εκτόξευση του με τον πύραυλο – φορέα. Οι πολλοί μικροί δορυφόροι και μάλιστα κατά τα πρώτα εγχειρήματα, εκτοξεύτηκαν με απλό πύραυλο, από εκείνους που ήδη χρησιμοποιούνται για στρατιωτικούς σκοπούς, όπως οι «Άτλας» και «Κένταυρος». Όταν οι απαιτήσεις έγιναν μεγαλύτερες, είτε γιατί το ύψος των τροχιών ήταν μεγαλύτερο είτε γιατί το βάρος ήταν πολύ μεγαλύτερο, τότε, άρχισαν να χρησιμοποιούνται συνδυασμένοι πύραυλοι στην αρχή και αργότερα οι πύραυλοι πολλών ορόφων, όπως αναφέρονται στην αρχή.

Επειδή η Γη περιφέρεται γύρω από τον άξονα της από Δυσμάς προς Ανατολάς, η εκτόξευση γίνεται πάντοτε κατά την ίδια κατεύθυνση με σκοπό να γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης και η ταχύτητα περιστροφής της Γης, η οποία στον ισημερινό είναι 465 m/sec, ενώ σε γεωγραφικό πλάτος 30° φτάνει τα 402 m/sec και σε πλάτος 45° τα 328 m/sec. Και βέβαια, το σημείο εκτόξευσης πρέπει να βρίσκεται όσο το δυνατόν πιο κοντά στον Ισημερινό, ώστε να προστεθεί και η αντίστοιχη ταχύτητα της Γης, γιατί, αν και η αρχική διεύθυνση του πυραύλου είναι κατακόρυφη ως προς τον τόπο εκτόξευσης, η κίνηση του ως προς το κέντρο της Γης είναι σύνθετη, με μια συνιστώσα κατακόρυφη και μια οριζόντια, που είναι η κίνηση της Γης. Όταν ο πύραυλος φτάσει στο προϋπολογισμένο ύψος και με την προϋπολογισμένη ταχύτητα, παίρνει κλίση προς Ανατολάς και αρχίζει την κυκλική ελλειπτική τροχιά του. Τότε, με ειδικούς μικρούς πυραύλους, ο δορυφόρος αποχωρίζεται από τον τελευταίο όροφο του πυραύλου και αρχίζει την αποστολή του. Αν χρειάζεται διόρθωση ή οποιαδήποτε μεταβολή, η τροχιά του δορυφόρου, επιφέρεται με ειδικούς μικρούς πυραύλους που πυροδοτούνται με εντολές που δίνονται με ραδιοσήματα.

Όλες οι φάσεις της εκτόξευσης και όλα τα σχετικά στοιχεία έχουν προϋπολογιστεί και εξαρτώνται από τα συστήματα που χρησιμοποιούνται σε κάθε αποστολή, όπως ο τύπος του πυραύλου – φορέα, ο τύπος του δορυφόρου, η αντοχή των οργάνων και των συσκευών τους στις μεγάλες επιταχύνσεις κτλ. Ειδικοί ηλεκτρονικοί υπολογιστές, εγκατεστημένοι στο κέντρο παρακολούθησης, συνδέονται με κεραίες εκπομπής και λήψης ραδιοσημάτων, ώστε να παρακολουθούν τον πύραυλο και το δορυφόρο σε κάθε στιγμή και να κάνουν αυτόματα τις απαιτούμενες διορθώσεις. Επιπλέον, ένα επιτελείο από ειδικούς επιστήμονες και τεχνικούς βρίσκεται σε επιφυλακή ώστε να αντιμετωπίσουν οποιαδήποτε απρόοπτη εξέλιξη που θα μπορούσε να παρουσιαστεί, παρά το λεπτομερέστατο προγραμματισμό των ηλεκτρονικών υπολογιστών.

Η δυσκολότερη φάση του εγχειρήματος είναι η τελική τοποθέτηση του δορυφόρου στην τροχιά του, η οποία διαρκεί μερικά δευτερόλεπτα μόνο. Κατά τη διάρκεια της, συνήθως, προκύπτουν τόσα προβλήματα, ώστε για να διατυπωθούν και να λυθούν χρειάζονται 10 μαθηματικοί, οι οποίοι θα εργάζονται επί 10 χρόνια. Και όμως, με τα αυτόματα συστήματα και τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, που χρησιμοποιούνται, όχι μόνο αναγνωρίζονται, διατυπώνονται και λύνονται τα προβλήματα αυτά, αλλά και οι λύσεις τους στέλνονται στο σκάφος και εφαρμόζονται σε λίγα μόλις δευτερόλεπτα. Είναι φανερό, ότι δε θα μπορούσε να γίνει εκτόξευση και επιτυχής τοποθέτηση σε τροχιά κανενός δορυφόρου, αν δεν είχαν αναπτυχθεί τα αυτόματα συστήματα παρακολούθησης και οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές.

Περιγραφή των τμημάτων ενός δορυφόρου

Ανεξάρτητα από τη χρήση τους, οι τεχνητοί δορυφόροι έχουν ορισμένα στοιχεία όλων των δορυφόρων που είναι τα κολάνια.

Έλεγχος τοποθέτησης
Για να σταθεροποιηθεί ένας δορυφόρος, έχει ένα σύστημα που τον κρατά ομοιόμορφα εντός της τροχιάς του, καθώς οι μετρήσεις και οι εικόνες ενός δορυφόρου θα είναι ανακριβείς και συγκεχυμένες εάν αυτός δεν είναι σταθερός. Για να διατηρούνται σταθεροί, οι δορυφόροι χρησιμοποιούν συχνά περιστροφική ή γυροσκοπική κίνηση.

Σώμα δορυφόρου
Το σώμα ενός δορυφόρου, επίσης γνωστό ως λεωφορείο του δορυφόρου, περιέχει όλο τον επιστημονικό εξοπλισμό και άλλα απαραίτητα συστατικά του δορυφόρου. Οι δορυφόροι συνδυάζουν πολλά διαφορετικά υλικά που αποτελούν τα συστατικά μέρη τους. Δεδομένου ότι οι δορυφόροι είναι ουσιαστικά κομμάτια του επιστημονικού ή εξοπλισμού επικοινωνιών που πρέπει να πάει στο διάστημα, οι μηχανικοί πρέπει να σχεδιάσουν ένα λεωφορείο που θα μεταφέρει τον εξοπλισμό ακίνδυνα στο διάστημα.

Υπάρχουν διάφορα σημεία που οι μηχανικοί πρέπει να προσέξουν κατά την επιλογή των υλικών για το λεωφορείο του δορυφόρου. Μεταξύ αυτών είναι:

Εξωτερικό στρώμα: προστατεύει το δορυφόρο από τις συγκρούσεις με μικρομετεωρίτες ή άλλα μόρια που αιωρούνται στο διάστημα
Αντιραδιενεργή προστασία: προστασία του δορυφόρου από την ακτινοβολία του ήλιου
Θερμική κάλυψη: χρησιμοποίηση της θερμικής κάλυψης για να διατηρείται ο δορυφόρος στην ιδανική θερμοκρασία που χρειάζονται τα όργανα για να λειτουργήσουν ομαλά
Σύστημα απομάκρυνσης της θερμότητας μακριά από τα ζωτικής σημασίας όργανα του δορυφόρου
Δομική υποστήριξη
Σύνδεση των υλικών
Γενικά, όσο μικρότερος είναι ένας δορυφόρος, τόσο καλύτερος είναι. Κατά την επιλογή των υλικών για το κυρίως σώμα του, συνήθως λαμβάνονται υπόψη και οι ακόλουθοι παράγοντες: κόστος, βάρος, μακροζωία (πόσο καιρό θα αντέξει το υλικό), και εάν το υλικό έχει αποδειχθεί λειτουργικό σε άλλους δορυφόρους πριν.

Επικοινωνία
Όλοι οι δορυφόροι πρέπει να έχουν μερικούς τρόπους επικοινωνίας με τη Γη, καθώς ο δορυφόρος πρέπει να είναι σε θέση να λαμβάνει οδηγίες και να διαβιβάζει πληροφορίες που συλλέγει, αλλά και να μπορεί να αναμεταδώσει τις πληροφορίες που στέλνονται σε αυτόν σε μια άλλη περιοχή στη γη. Αυτό γίνεται γενικά χρησιμοποιώντας κάποιο τύπο κεραίας.

Οι κεραίες είναι απλό κομμάτι του εξοπλισμού, που επιτρέπει τη μετάδοση και την υποδοχή των ραδιοσημάτων. Δεδομένου ότι οι πληροφορίες μεταδίδονται χρησιμοποιώντας τα ραδιοκύματα, τα οποία κινούνται με την ταχύτητα του φωτός, αυτή η μέθοδος επιτρέπει πολύ γρήγορες επικοινωνίες, με μία πολύ μικρή χρονική καθυστέρηση.

Εσωτερικός υπολογιστής
Όλοι οι δορυφόροι έχουν υπολογιστή, ο οποίος επεξεργάζεται τις πληροφορίες που συλλέγονται από το δορυφόρο, και ελέγχει τα διάφορα συστήματά του. Το δορυφορικό υποσύστημα που εκπληρώνει αυτόν τον ρόλο καλείται καταδίωξη και έλεγχος τηλεμετρίας (TT&C). TT&C είναι ο εγκέφαλος του δορυφόρου και του λειτουργικού συστήματός του. Καταγράφει κάθε δραστηριότητα του δορυφόρου, λαμβάνει τις πληροφορίες από τον επίγειο σταθμό, και φροντίζει οποιαδήποτε γενική συντήρηση που πρέπει να κάνει ο δορυφόρος.

Ενέργεια
Κάθε δορυφόρος χρειάζεται κάποια πηγή ενέργειας, η οποία συνήθως είναι:

Ηλιακοί συλλέκτες
Μπαταρίες
Πυρηνική ενέργεια
Γεννήτριες θερμότητας

Τροχιές

Ανάλογα με το είδος τροχιάς και του ύψους, όπου θα τοποθετηθεί ένας δορυφόρος, μπορούμε να κατηγοριοποιήσουμε τους δορυφόρους ως εξής:

α. LEO: χαμηλής περί τη γη τροχιάς
β. MEO: μεσαίας περί τη γη τροχιάς
γ. GEO: γεωσύγχρονης τροχιάς

Για την αποφυγή προβλημάτων παρεμβολών και συγκρούσεων, με διάφορες κυβερνητικές και διακρατικές συμφωνίες έχει οριστεί το ποιος θα χρησιμοποιεί δορυφόρους, σε ποια τροχιά και συχνότητα.

Δορυφόροι χαμηλής περί τη γη τροχιάς (LEO)
Αυτού του είδους οι δορυφόροι δεν είναι γεωστατικοί (δε βρίσκονται συνεχώς πάνω από το ίδιο σημείο). Έχουν επίσης την πιο μικρή σε ύψος τροχιά από όλους τους δορυφόρους (100-300 μίλια από την επιφάνεια της γης). Συμπληρώνουν τον κύκλο της τροχιάς τους σε 15 λεπτά.

Η τεχνολογία που χρησιμοποιούν επιτρέπει τη σύνδεση μέσω συχνοτήτων με μη κατευθυνόμενη κεραία (η κεραία μπορεί να στείλει προς όλες τις κατευθύνσεις σήματα). Οι περισσότεροι από αυτούς χρησιμοποιούν τη ζώνη συχνοτήτων L. Επίσης υπάρχει επικοινωνία μεταξύ των δορυφόρων στο κανάλι ζώνης K.

Πλεονεκτήματα
α.μικρότερο κόστος εκτόξευση-τροχιοθέτησης, κατανάλωσης ενέργειας
β.μικρές καθυστερήσεις στη μετάδοση
γ.ασήμαντα σφάλματα (path loss errors)
δ.λήψη σήματος από αδύνατους πομπούς

Μειονεκτήματα
α.μικρός χρόνος ζωής (1-3 μήνες), ανάγκη για αντικατάσταση
β.συγκρούσεις των ζωνών ραδιοσυχνοτήτων,παρεμβολές στην μετάδοση του σήματος
Αυτού του είδους οι δορυφόροι είναι συμφέροντες για επιχειρήσεις που έχουν διάσπαρτα τμήματα, στην περίπτωση που θέλουν να αποκτήσουν ένα ολοκληρωμένο δίκτυο.

Δορυφόροι μεσαίας περί τη γη τροχιάς (MEO)
Είναι δορυφόροι οι οποίοι κινούνται με μεγαλύτερη ταχύτητα από τη γη, οπότε δεν φαίνονται στατικοί από κάποιο σημείο. Βρίσκονται σε τροχιές μεταξύ των LEO και GEO, ύψους από 6.000-12.000 μίλια. Συμπληρώνουν τον κύκλο της τροχιάς τους σε 2-4 ώρες. Έχουν ίδια τεχνολογία μετάδοσης με τους LEO.

Πλεονεκτήματα
α.μέτριο κόστος τροχιοθέτησης
β.μεσαίες καθυστερήσεις στη μετάδοση

Μειονεκτήματα
α.τακτά σφάλματα (path loss errors)

Γεωσύγχρονης τροχιάς δορυφόροι (GEO)
Αυτού του είδους οι δορυφόροι είναι οι πιο οικονομικοί για επικοινωνία σε μεγάλες αποστάσεις σε σχέση με τα υπερπόντια καλώδια. Βρίσκονται σε τροχιά 22.300 μιλίων από την επιφάνεια της γης (35.800 km). Συμπληρώνουν μια τροχιά κάθε 24 ώρες (23 ώρες, 56 λεπτά και 4,09 δευτερόλεπτα, κινούνται με ταχύτητα 7.000 μίλια την ώρα από την ανατολή στη δύση) και βρίσκονται πάνω από τον Ισημερινό της γης. Επειδή κινούνται με την ίδια ταχύτητα και κατεύθυνση με τη γη φαίνονται ακίνητοι όταν παρατηρούνται από ένα συγκεκριμένο σημείο. Ο πρώτος επικοινωνιακός δορυφόρος αυτού του είδους ήταν ο Syncom 2, τον οποίο έθεσε σε τροχιά η NASA (National Aeronautics and Space Administration) το 1963. Τα κύρια κανάλια συχνοτήτων που χρησιμοποιούν αυτού του είδους οι δορυφόροι είναι το κανάλι ζώνης C (4–6 GHz) και Ku (12–14 GHz).

Πλεονεκτήματα
α.καλύπτει το 42,2% της γήινης επιφάνειας
β.«βλέπει» πάντα την ίδια περιοχή
γ.δεν έχει προβλήματα εξαιτίας του φαινομένου Ντόπλερ
δ.δυνατότητα μετάδοσης σήματος (σημείο-πολυσημειακή σύνδεση)

Μειονεκτήματα
α.τροχιά μεγάλης περιφέρειας
β.ακριβοί σταθμοί σε σχέση με τα ασθενή σήματα

Διάρκεια ζωής ενός δορυφόρου
Διάρκεια ζωής ονομάζεται το χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο δορυφόρος μπορεί να παραμείνει στην τροχιά του και εξαρτάται από το ύψος και τη μορφή του.

Χρήση τεχνητών δορυφόρων
Στις δεκαετίες του 1960 και του 1970, η χρήση τεχνητών δορυφόρων γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη, λόγω της μεγάλης χρησιμότητάς τους σε τηλεπικοινωνιακούς, επιστημονικούς (π.χ. μετεωρολογικοί δορυφόροι), αλλά και στρατιωτικούς (π.χ. κατασκοπευτικοί δορυφόροι)σκοπούς. Σήμερα υπάρχουν σε τροχιά πάνω από 2.000 τεχνητοί δορυφόροι, από τους οποίους όμως χρησιμοποιούνται μόνο γύρω στους 500 (οι υπόλοιποι είναι παλαιότερης τεχνολογίας) για τους ίδιους σκοπούς. Τεχνητοί δορυφόροι έχουν τεθεί κατά καιρούς σε τροχιά γύρω και από τους περισσότερους πλανήτες του Ηλιακού Συστήματος αλλά και τη Σελήνη.

Πηγές: el.wikipedia.org