Γιάννης Νικολούδης

Γιάννης Νικολούδης

Ελληνες λογοτέχνες
Ο Γιάννης Νικολούδης γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης το 1987.
Σπούδασε οικονομικά στο πανεπιστήμιο Πειραιώς. Διηγήματα του έχουν διακριθεί σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς. Έχει συμμετάσχει με ιστορίες του σε ανθολογίες διηγήματος. Το “Άμοιρο παιδί” είναι το πρώτο του βιβλίο.
Μυθιστορήματα
Από χώμα και κόκαλα (2021), Σκαρίφημα

Νουβέλες
Άμοιρο παιδί (2016), Παράξενες Μέρες

Διηγήματα
Δρόμος
Δεν ξέρω
Πικροδάφνη
Στο ίδιο σπίτι (2η Θέση στο Διαγωνισμό Διηγήματος “Οικογενειακοί Δεσμοί”)

Από χώμα και κόκαλα – Γιάννης Νικολούδης

Από χώμα και κόκαλα


“… Το έβλεπα. Το ένιωθα, και Το έβλεπαν και αυτοί. Το έβλεπε ο καθένας στο πρόσωπο το δικό του και στο πρόσωπο του άλλου. δεν ήμασταν παρά καθρέφτες του Κακού όλοι μας αλλά δεν μπορούσαμε παρά μονάχα να Το βλέπουμε, δεν μπορούσαμε παρά μονάχα να Το νιώθουμε και δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα για να Το σταματήσουμε. … ”

Ο Μάνος τοποθετείται ως αναπληρωτής δάσκαλος σε ένα χωριό της Κρήτης. Εκεί γνωρίζει τον νεαρό Παύλο Αρχοντάκη. Με την εμφάνιση του στο χωριό οι ισορροπίες διαταράσσονται. Οι αλλαγές που συντελούνται είναι βίαιες και καταιγιστικές. Το κακό δεν αργεί να γίνει…

Ο Γιάννης Νικολούδης συνθέτει με αριστοτεχνικό, σχεδόν κινηματογραφικό τρόπο, μια ιστορία ηρώων και αντιηρώων της σύγχρονης Ελλάδας. Άνθρωποι καθημερινοί, της διπλανής πόρτας, γνώριμοι, μπερδεμένοι, συμβιβασμένοι με την εικόνα τους, εξουσιαστικοί, καταπιεστές και καταπιεσμένοι, με πάθη, άνθρωποι που έχουν μάθει να αγαπούν μόνο με τον δικό τους τρόπο. Ο καθένας μάχεται με τον εαυτό του, με τα αδιέξοδά του, με το ανεστραμμένο είδωλο του εαυτού του, με το Κακό που φωλιάζει μέσα του.

Μυθιστόρημα, Σκαρίφημα, 2021, 144 σελ.

Άμοιρο παιδί – Γιάννης Νικολούδης

Άμοιρο παιδί


“Καταλαβαίνεις γιατί σε στέλνω εκεί κάτω;” με ρώτησε. Ένα ελαφρύ αεράκι φυσούσε στο λιμάνι, το κασκόλ του χόρευε πάνω στο καλό του μπουφάν. Κοντούλης, με κοιλίτσα, τριχωτός, θύμιζε αποβλακωμένη αρκούδα. Με το ύφος που είχε σχεδόν πάντα, ένα είδος απάθειας που την ίδια στιγμή απέπνεε έναν τόνο εξοργιστικά στέρεης σιγουριάς Τα λόγια του ήταν προβαρισμένα, το στήσιμο του το ίδιο. Η κοψιά του ήταν μια εξωτερίκευση αναμασημένων κλισέ που είχε ψαρέψει από φτηνά βιβλία, ταινίες και κακογραμμένα παιδαγωγικά συγγράμματα. Κι όμως, ενώ τα αναγνώριζα όλα αυτά, ενώ η αλλοτρίωση του μου χτύπαγε στα ρουθούνια σαν κάτι το σάπιο, γύρισα και του είπα με παρόμοιο ύφος (σιγά μην τα κατάφερα βεβαία): «Καταλαβαίνω. Για μένα γίνεται. Πρέπει να πάρω μπρος».
Να πάρω μπρος… Τρόμαξα όταν είδα τον γέρο να συγκατανεύει με πάθος. Από την μια τον κορόιδευα. Από την άλλη η φράση που είχα ξεστομίσει με βάραινε. Υπονοούσε ότι ήμουν κάτι σαν μια εν δυνάμει ύπαρξη. Λες και ένα κομμάτι του εαυτού μου να πίστευε ότι πράγματι ήταν πια απαραίτητο να πάρω μπρος. Να γίνω αυτό που έπρεπε να γίνω. Ό,τι κι αν σήμαινε αυτό.

Νουβέλα, Παράξενες Μέρες, 2016, 124 σελ.

Πηγές: Biblionet, Εκδόσεις Παράξενες Μέρες, Σκαρίφημα