Το 1765 πηγαίνει για να σπουδάσει νομικά στη Λειψία, αλλά δείχνει περισσότερο ενδιαφέρον για τη ζωγραφική και συναναστρέφεται καλλιτέχνες. Έπειτα από τρία χρόνια, αιμοπτύσεις τον αναγκάζουν να επιστρέψει στην πατρίδα του. Τα έτη 1770-71 πηγαίνει στο Στρασβούργο, για να ολοκληρώσει τις νομικές του σπουδές. Εκεί αρχίζει να γράφει, κυρίως λυρικά ποιήματα, και πρωτογνωρίζει τον έρωτα, που έμελλε να παίξει πολύ μεγάλο ρόλο στη ζωή του. Το 1773 δημοσιεύει το πρώτο του δράμα: “Γκαιτς φον Μπερλίχινγκεν”. Το 1775 είναι έτος ταξιδιών. Επισκέπτεται την Ελβετία και τη Βαϊμάρη, προσκεκλημένος του Δούκα Καρόλου Αυγούστου όπου και διορίζεται σύμβουλος του ηγεμόνα και υπουργός των Οικονομικών. Κατά τη διετία 1786-87 ταξιδεύει στην Ιταλία. Τις εντυπώσεις του τις περιγράφει στο βιβλίο “Ταξίδι στην Ιταλία”. Δουλεύει όμως και το πρώτο μέρος του “Φάουστ”. Επιστρέφει στη Βαϊμάρη στις 18 Ιουνίου 1788. Απαλλάσεται από τα κυβερνητικά του καθήκοντα και κρατά την ευθύνη μόνο για τα επιστημονικά ιδρύματα και το Θέατρο της Αυλής. Γνωρίζεται με την εικοσιτριάχρονη Κριστιάνε Βούλπιους και την παίρνει στο σπίτι του. Αργότερα, το 1806, θα την παντρευτεί. Το 1789 γεννιέται ο γιος του Αύγουστος, ο μόνος που επέζησε από τους γιους που του χάρισε η Κριστιάνε. Στο μεταξύ κάνει γνωριμίες, μελετά, γράφει, μεταξύ άλλων και το αριστούργημα “Τα χρόνια της μαθητείας του Βίλχελμ Μάιστερ”. Το 1809 εκδίδει ένα από τα πιο ονομαστά μυθιστορήματά του, τις “Εκλεκτικές συγγένειες”. Το 1816 πεθαίνει η γυναίκα του και το 1830 ο γιος του Αύγουστος, που βρίσκεται στη Ρώμη.
Ο Γκαίτε ζει πλέον πασίγνωστος και αναγνωρισμένος στη Βαϊμάρη μέχρι το θάνατό του, στις 22 Μαρτίου 1832.
Γκετς φον Μπέρλιχίνγκεν – Götz von Berlichingen (1773)
Στέλλα – Stella (1775
Οι συνένοχοι – Die mitschuldigen (1783-1787)
Ιφιγένεια εν Ταύροις – Iphigenia auf Tauris (1787)
Έγκμοντ – Egmont (1788)
Τορκουάτο Τάσσο – Torquato Tasso (1790)
Η Νόθος Κόρη – The Natural Daughter (1803)
Φάουστ Α΄ μέρος – Faust (1808)
Φάουστ Β΄ μέρος – Faust (1832)
Ποίηση
Προμηθέας – Prometheus (1773)
Ο βασιλιάς της Θούλης – Der König in Thule (1774)
Ο βασιλιάς των ξωτικών – Der Erlkönig (1782)
Ρωμαϊκές ελεγείες – Römische Elegien (1790)
Ο μαθητευόμενος μάγος – Der Zauberlehrling (1797)
Η μνηστή της Κορίνθου ή Η νύφη της Κορίνθου – Die Braut von Korinth (1797)
Χέρμαν και Δωροθέα – Hermann und Dorothea (1798)
Η πρώτη βαλπουργία νύχτα – Die erste Walpurgisnacht (1799)
Δυτικό-ανατολικό Ντιβάν – Westöstlicher Diwan (1819)
Η ελεγεία του Μαρίενμπαντ – Marienbader Elegie (1823)
Μυθιστορήματα
Τα πάθη του νεαρού Βέρθερου – Die Leiden des jungen Werthers (1774)
Τα χρόνια της μαθητείας του Βίλελμ Μάιστερ – Wilhelm Meisters Lehrjahre (1796)
Εκλεκτικές συγγένειες – Die Wahlverwandtschaften (1809)
Τα χρόνια της περιπλάνησης του Βίλελμ Μάιστερ – Wilhelm Meisters Wanderjahre, oder Die Entsagenden (1821)
Νουβέλες
Ο πενηντάρης – The man of fifty (1817)
Δοκίμια – Μελέτες
Προσπάθεια εξήγησης της μεταμόρφωσης των φυτών – Versuch die Metamorphose der Pflanzen zu erklären (1790)
Περί των χρωμάτων – Zur Farbenlehre (1810)
Μύθοι – Παραμύθια
Ράινέκε Φουκς – Reineke Fuchs (1794)
Επιγράμματα
Venetian epigrams (1790)
Τα Ξένια – Die Xenien (1795–96) με τον Σίλλερ
Αφηγήσεις – Βιογραφίες
Από την ζωή μου: Ποίηση και Αλήθεια – Aus Meinem Leben: Dichtung und Wahrheit (1811–1830)
Αφορισμοί και διαλογισμοί – Einzelnheiten, Maximen und Reflexionen (1833)
Ημερολόγια – Ταξιδιωτικά
Το ταξίδι στην Ιταλία ή Ιταλικό ταξίδι – Italienische Reise (1817)
Οι συνένοχοι
Die mitschuldigen
“Ένοχος ή Συνένοχος;”
αναρωτιέται κανείς σ’ αυτό το -παράδοξα- εύθυμο θεατρικό έργο.
Τι συμβαίνει όταν μια αποκριάτικη νύχτα στο πανδοχείο η Μαύρη Άρκτος ο Διάβολος “παίζει το παιχνίδι του” και πόσο αυτό το “παιχνίδι” μπορεί να επηρεάσει έναν περίεργο ξενοδόχο, έναν χαρτοπαίχτη βουτηγμένο στα χρέη, την παραμελημένη σύζυγό του κι έναν ακόλαστο ευγενή; Καθένας από αυτούς τους “καθ’ όλα” έντιμους πολίτες διαπράττει ένα αμάρτημα! Καθένας τους διαμαρτύρεται για την ανηθικότητα του άλλου και τον κατηγορεί. Ωστόσο ποιος απ’ όλους διαπράττει το μεγαλύτερο αμάρτημα;
Αυτή η μπουρλέσκ κωμωδία των εξαπατημένων απατεώνων, που βρίθει από φαρσικές καταστάσεις και γοητεύει με τη ρυθμική ποιητική της γλώσσα, μεταφράζεται για πρώτη φορά στα ελληνικά και μας συστήνει τον κωμωδιογράφο Γκαίτε.
Ιφιγένεια εν Ταύροις
Iphigenia auf Tauris
Η Ιφιγένεια, μετά τη σωτηρία της στην Αυλίδα, βρίσκεται περίπου δεκαπέντε χρόνια στην ακτή των Ταύρων στη Σκυθία ως ιέρεια της Άρτεμης, αγνοώντας την τύχη της οικογένειάς της και “αναζητώντας με την ψυχή τη χώρα των Ελλήνων”. Στην ίδια ακτή φθάνουν ο Ορέστης, κυνηγημένος από τις Ερινύες, και ο Πυλάδης, για να κλέψουν το είδωλο της Άρτεμης. Συλλαμβάνονται και η Ιφιγένεια κατ’ εντολή του βασιλιά πρέπει να τους θυσιάσει στη θεά. Ύστερα από την αναγνώριση των δύο αδελφών και μια αποτυχημένη απόπειρα δραπέτευσης, η Ιφιγένεια πείθει τον βασιλιά Θόα να της επιτρέψει να φύγει ειρηνικά με τον αδελφό της.
Το υλικό της Ιφιγένειας απασχόλησε τον Γκαίτε τουλάχιστον οκτώ χρόνια, από το 1779 ως το 1787. Η πρώτη εκδοχή του δράματος, που γράφτηκε σε πεζό λόγο, ολοκληρώθηκε στις 28 Μαρτίου 1779. Το 1786 στο ταξίδι του στην Ιταλία και επηρεασμένος από το Νότο και τα έργα της Αναγέννησης, μετατρέπει το κείμενο σε ποιητικό με ελεύθερο στίχο.
Σκηνή Α΄
ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ: Στους ίσκιους σας ασίγαστες κορφές
του παλαιού, ιερού, πυκνόφυλλου άλσους,
καθώς και στης θεάς το ατάραχο άδυτο,
νιώθω ακόμα την ίδια ανατριχίλα,
πρώτη φορά που τα πατώ σα νάταν,
κι ο νους μου εδώ δε συνηθίζει. Τόσους
χρόνους κρυμμένη με κρατεί εδώ τώρα
μια θέληση υψηλή, που εμπρός της σκύβω·
μα πάντα μένω ξένη, όπως στο πρώτο.
Τι αχ! με χωρίζει απ’ τους καλούς μου η θάλασσα,
και μακρές μέρες στέκω στο ακρογιάλι,
με την ψυχή ζητώντας των Ελλήνων
τη χώρα· και το κύμα μόνο κούφια
βογκώντας μου απαντά στους στεναγμούς μου.
Αλί του, από γονιούς μακριά κι αδέρφια
που έρμη ζωή περνά! Του τρώγ’ η λύπη
την πιο γλυκιά χαρά μπροστά στα χείλη.
Πάντα πίσω πετούν οι στοχασμοί του
στις πατρικές στοές, όπου το πρώτο
τον ουρανό του άνοιξε μπρος του ο ήλιος,
όπου τ’ αδέρφια, παίζοντας, ολοένα
πιο σφιχτά με γλυκούς δεσμούς δενόνταν.
Με τους θεούς δεν πιάνομαι· όμως είναι
αξιολύπητη η θέση της γυναίκας…
Έγκμοντ
Egmont
Ο Γκαίτε άρχισε να γράφει τον Έγμοντ του, καθώς ο ίδιος σημειώνει στο τέλος του 19ου και στην αρχή του 20ού βιβλίου της “Dichtung und Wahrheit:”, κατά το φθινόπωρο του 1775, όταν δυστυχισμένος από τον άτυχο ερωτά του για τη Λιλή, που τόσο τον βασάνισε, ζήτησε, καθώς πάντα, παρηγοριά στο γράψιμο. Στην αρχή το δράμα προχώρησε γρήγορα. Ωστόσο έμεινε πολύν καιρό ατέλειωτο και μόλις κατά το Δεκέμβριο του 1778, όταν ο Γκαίτε βρισκόταν στη Βαϊμάρη, το ξαναπήρε στα χέρια του και το 1782 του έδωσε ένα “τέλος προσωρινό”. Μα την τελική του μορφή την πήρε ο Έγμοντ στην Ιταλία, κατά το 1787, και το επόμενο έτος, το Πάσχα του 1788, τυπώθηκε σε βιβλίο… Ο Έγμοντ του, μας προξενεί μια τόσο υπεράνθρωπη εντύπωση, που μας εμποδίζει να τον κατηγορήσουμε για τα ελαττώματά του. Δεν μπορεί να κάνει αλλοιώς. Η ορμητική και ακαταμάχητη ζωτικότητά του τον συμπαρασύρει και δεν του αφήνει καιρό να σκεφτεί δεν του επιτρέπει να δέχεται άλλους νόμους απάνω απ’ τους δικούς του, και τον τοποθετεί έξω από τα όρια της αστικής ηθικής. Πηγαίνει μέσ’ απ’ τη ζωή καθώς ο νυχτοβάτης, που περνάει ασυνείδητα, με ζαλιστική γληγοράδα πάνω από τους πιο επικίνδυνους γκρεμνούς. Η μόνη υποχρέωση, που αναγνωρίζει στον εαυτό του είναι να ζήσει την ξέχωρη ζωή του σ’ όλο το πλάτος της, κ’ έχει τη στερεή πεποίθηση πως η κρυφή δύναμη, που οδηγεί τα βήματά του, θα τον βοηθήσει να εκπληρώσει το σκοπό του…
Τορκουάτο Τάσσο
Torquato Tasso
“Eίχα στο μυαλό μου τη ζωή του Τάσσο και μαζί τη δική μου ζωή και καθώς συσχέτισα δύο τόσο ιδιόρρυθμες φιγούρες με τις ιδιαιτερότητές τους, γεννήθηκε μέσα μου η εικόνα του Τάσσο, στον οποίο αντιπαρέθεσα την πεζή ιδιοσυγκρασία του Αντόνιο, για την οποία είχα άφθονα πρότυπα”. (Γκέτε, Συνομιλίες με τον Έκκερμαν, 6 Μαιου 1827)
Ο Τορκουάτο Τάσσο, έργο το οποίο ο ίδιος ο Γκαίτε χαρακτηρίζει “σάρκα εκ της σαρκός του και οστούν εκ των οστέων του” και το οποίο σημαδεύει το αργό αλλά αποφασιστικό πέρασμα του συγγραφέα από την εξέγερση του Sturm und Drang στη νηφαλιότητα της κλασικής του περιόδου (το έργο γράφτηκε με πολλές διακοπές και επεξεργασίες στο διάστημα οκτώ, ίσως και δέκα χρόνων), είναι κατεξοχήν ένα έργο οδυνηρής συμφιλίωσης. Ο παθιασμένος συγγραφέας του Βέρθερου, ο παράφορος Sturmer, κοιτάζει πια από απόσταση και το πάθος του καλλιτέχνη και τον σπαραγμό του ματαιωμένου έρωτα. Το ταξίδι στην Ιταλία (1786-1788) γίνεται το εφαλτήριο για την εγκατάσταση εντός του μιας βαθύτερης καλλιτεχνικής αυτοπεποίθησης, η οποία εφεξής τον οδηγεί στη σοφία της κλασικής διατύπωσης.
Ο Τάσσο είναι ένας κρίκος της μακριάς αλυσίδας των λιγότερο ή περισσότερο άμεσων εξομολογήσεων με τις οποίες ο Γκαίτε σημαδεύει για τον ίδιο του τον εαυτό τα στάδια της ηθικής του εξέλιξης. Από αυτή την άποψη, μπορούμε να πούμε πως, με εξαίρεση τον Φάουστ, πρόκειται για τη σημαντικότερη ποιητική εξομολόγησή του, γιατί το στάδιο που μας παρουσιάζει είναι ένα από τα καθοριστικότερα που έζησε ο Γκαίτε· είναι εκείνο που σημαίνει το τέλος του πρώτου ταξιδιού του στη ζωή, την άφιξή του στα υψίπεδα της σοφίας, την οριστική του παραίτηση από το ταραχώδες και θολό ιδεώδες της νεότητας.
Ο Τορκουάτο Τάσσο δεν είναι μάλλον ένα δράμα που εξυμνεί τον τραγικό έρωτα ενός ποιητή, αλλά (σύμφωνα με τα λόγια του ίδιου του συγγραφέα) πρόκειται για την “την ασυμφωνία της ποίησης και της ζωής”, κάτι που ισοδυναμεί με την αντινομία ανάμεσα στον ιδανικό κόσμο που μορφοποιείται, ουσιαστικά, στον Τάσσο και τον πραγματικό κόσμο.
Φάουστ
Μέρος A
Ο Φάουστ κατά βάθος δεν είναι ένα όργανο του Σατανά, δεν είναι ένας γίγαντας αντάρτης. Είναι κι αυτός ένας άνθρωπος σαν κι εμάς, που είχε όμως περάσει από τις γνώσεις στη γνώση κι από τη γνώση στην πνευματική υπερευαίσθητη δεκτικότητα πομπού, που πιάνει τα μηνύματα τον κόσμου, και στην ψυχική ευαισθησία που τον κάνει σεισμογράφο στους χτύπους της καρδιάς.
Είναι πάντα καλός παρατηρητής αλλά δεν είναι πάντα καλός ερμηνευτής σ’ αυτά τα μηνύματα. Το νιώθει. Για να καλύψει το κενό της αδυναμίας του καταφεύγει στη μαγεία και στο δαίμονα.
Μέσα του είναι ανάκατα το καλό και το κακό, το ιερό και το ανίερο, η πίστη και η απιστία. Παλεύει όμως όπως κάθε άνθρωπος κι αυτό μας κάνει να τον συμπαθούμε και να συμπάσχουμε μαζί του. Η ανταρσία του δεν ξεπηδάει από υπέρμετρη αλαζονεία και τα σφάλματά του δεν βγαίνουν από αδυναμία του χαρακτήρα του, αλλά από μια υπέρτατη και παθιασμένη θέληση. Η ευαισθησία, η ηδυπάθεια, η ευφυΐα, η φλογισμένη έφεση για γνώση της φύσης και της ζωής, όλα αυτά αντιμάχονται την πανεπιστημιακή γνώση του ξερού διανοητή.
Δεν είναι ένας άνθρωπος “ειδικός” (TEILMENSCH), αλλά ένας γίγαντας καθολικός, στον οποίο όλες οι ικανότητες της ψυχής, οι “κατώτερες” και οι “ανώτερες” είναι το ίδιο δυνατές, εκκολαπτόμενες ολοένα και ενεργούμενες πάντοτε από την ολότητα του “είναι” του.
Είναι κοντολογής ένας ήρωας της ελευθερίας, που λαχταράει να πετάξει προς το ιδεώδες. Σαν αυτόνομη προσωπικότητα, υπακούει μόνο στον εσωτερικό νόμο και περιφρονεί όλες τις ανθρώπινες προδιαγραφές, που τείνουν να βάλουν όρια και περιθώρια στο “εγώ” μας. Είναι ένα πνεύμα με την πνοή της “θύελλας και της ορμής” (STURM UND DRANG) που είχε άλλοτε συνεπάρει στα νιάτα του τον Γκαίτε για μια καινούργια γένεση ενός κόσμου καλύτερου, πιο ζωντανού, πιο αληθινού, που αντιπαλεύει τη σαπίλα της υποκρισίας, της σκοπιμότητας, της αληθοφάνειας και του άχαρου, στενού, στυγνού και παγερού ορθολογισμού…
Φάουστ
Μέρος Β
Ο Φάουστ, ως πραγματικό πρόσωπο που γεννήθηκε μεταξύ 1460 και 1470, ήταν γερμανός μάγος που εμφανιζόταν άλλοτε ως γιατρός, άλλοτε ως αστρονόμος ή αλχημιστής. Η φήμη του εξαπλώθηκε γρήγορα καθώς περιγράφονταν σκηνές με τα κατορθώματά του στις οποίες εμφανιζόταν μαζί με τον Διάβολο με τον οποίο, όπως έλεγαν οι θρύλοι, είχε συνάψει “σύμφωνο αμοιβαίας υποστήριξης και συμφωνίας”. Το 1587, ο τυπογράφος Johan Spiess κυκλοφόρησε μια λαϊκή φυλλάδα με τίτλο “Ιστορία του Δόκτορα Ιωάννου Φάουστ, θαυματοποιού και τεχνίτη της μαύρης μαγείας”. Η επιτυχία αυτού του έργου προανήγγειλε την εξέχουσα θέση που θα καταλάμβανε ο ήρωάς του στην παγκόσμια φιλολογία, ποίηση, μουσική και θέατρο· η πρώτη και πιο γνωστή θεατρική του εκδοχή βρίσκεται στον “Δόκτορα Φάουστους” του Κρίστοφερ Μάρλοου. Στο έργο του Γκαίτε ο Φάουστ φανερώνει την τραγικότητα του ανθρώπου που παλεύει με το Καλό και το Κακό, που επιθυμεί ακόρεστα να γνωρίσει όλα τα μυστικά και να δώσει απάντηση σε όλα τα προβλήματα της ζωής.
Ρωμαϊκές ελεγείες
Römische Elegien
Σε σας, ω Χάριτες, θέτει τα λίγα φύλλα του ένας ποιητής
Επάνω στον αγνό βωμό, μαζί με μπουμπούκια τριαντάφυλλα,
Και το κάνει αυτό με θάρρος. Ο καλλιτέχνης χαίρεται
Το εργαστήρι του, όταν πάντα σαν Πάνθεον φαίνεται ολόγυρά του.
Ο Δίας χαμηλώνει το θείο μέτωπο, και η Ήρα το υψώνει·
Ο Φοίβος προχωρά, τινάζει το σγουρόμαλλο κεφάλι·
Η Αθηνά κοιτάζει κάτω αυστηρά, κι ο Ερμής, ο ελαφρός,
Στρέφει στο πλάι το βλέμμα του, πονηρό και τρυφερό μαζί.
Στον Βάκχο όμως, τον τρυφερό κι ονειροπόλο, η Κυθέρεια σηκώνει
Βλέμμα επιθυμίας γλυκιάς, υγρό και στο μάρμαρο ακόμη.
Την αγκαλιά του νοσταλγεί, και μοιάζει να ρωτάει:
Δεν θα ‘πρεπε ο γιος μας ο λαμπρός στο πλάι μας να είναι;
Αμέσως μετά την επιστροφή του από την Ιταλία (Ιούνιος του 1788), ο Γκαίτε καταπιάστηκε με μια συλλογή ποιημάτων, που έμελλε να γίνουν οι Ρωμαϊκές Ελεγείες, στην οποία έδωσε τον προσωρινό τίτλο “Buchlein Elegien” (“Βιβλιαράκι Ελεγείες”) ή “Cahier” (Τετράδιο), και υπότιτλο “Erotica Romana”. Αυτή αποτελείτο από 26 ποιήματα. Περί τα τέλη του 1790 και πριν η συλλογή εκδοθεί, ο Γκαίτε αφαίρεσε, αυτολογοκρινόμενος, τις δύο λεγόμενες “πριάπειες” ελεγείες, οι οποίες θα χρησίμευαν μάλλον ως πρόλογος και επίλογος της συλλογής. Δύο ακόμη από τα ποιήματα αφαιρέθηκαν – έμελλαν να αποτελέσουν τμήμα μιας άλλης συλλογής, τα “Βενετσιάνικα Επιγράμματα” (συγκεκριμένα τα με αρ. 101 και 102). Οι υπόλοιπες είκοσι δύο ελεγείες αριθμήθηκαν με λατινικά ψηφία και ο τίτλος έγινε “Elegien”, Rom 1788 (“Ελεγείες”, Ρώμη 1788). Μετά από παρέμβαση του Σίλλερ, στο περιοδικό Die Horen (Οι Ώρες) του οποίου θα γινόταν η έκδοση, ο Γκαίτε αφαίρεσε, μάλλον απρόθυμα, άλλες δύο ελεγείες, ως υπερβολικά ελευθεριάζουσες και αναπροσάρμοσε την αρίθμηση για τις υπόλοιπες είκοσι, αυτές που σώζονται και στο χειρόγραφο με την αρίθμηση H 20. Οι υπόλοιπες τέσσερεις (οι δύο που κόπηκαν προ της εκδόσεως και οι δύο “πριάπειες”) που έμειναν ανέκδοτες όσο ζούσε ο ποιητής (εκδόθηκαν με πολλές περικοπές το 1887, και ολόκληρες το 1913), σώζονται στο χειρόγραφο με την αρίθμηση H 21. Η συμπερίληψη των “πριάπειων” στο ίδιο τετράδιο με τις δύο λογοκριθείσες ελεγείες ενισχύει το συμπέρασμα ότι και τα τέσσερα ποιήματα έμελλαν να αποτελέσουν τμήμα της ίδιας συλλογής.
Από το 1806 ο τίτλος της συλλογής στους πίνακες περιεχομένων των έργων του ποιητή γίνεται “Romische Elegien” (“Ρωμαϊκές Ελεγείες”).
Τα πάθη του νεαρού Βέρθερου
Die Leiden des jungen Werthers
Ο “Βέρθερος” είναι νεανικό επιστολογραφικό μυθιστόρημα του Γκαίτε (1749-1832) που, μόλις εκδόθηκε, το 1774, γνώρισε τεράστια επιτυχία στη Γερμανία, μεταφράστηκε σύντομα σε πολλές γλώσσες και άσκησε μεγάλη επιρροή στη ζωή, τα ήθη και τη μόδα ακόμα της εποχής, αφού υπήρξε ακόμη και κοστούμι σε στυλ Βέρθερου. Έγινε αντικείμενο μίμησης και παρωδίας και έκανε αμέσως διάσημο τον εικοσιπεντάχρονο συγγραφέα του.
Ο “Βέρθερος”, σύμβολο του κινήματος Sturm und Drang (Θύελλα και Ορμή), προδρόμου του ρομαντισμού, είναι η απόλυτη έκφραση της ευαισθησίας και της αναζήτησης της ελευθερίας του εγώ, μέσα από τη σύγκρουση του ανεξέλεγκτου πάθους και της παραφοράς με τον περίγυρο και τις κοινωνικές συμβάσεις.
Ο Γκαίτε, που έζησε ανάλογες εμπειρίες με τον Βέρθερο, διέθετε τη θαυματουργή ικανότητα να ταυτίζεται με τον ήρωά του στα πάθη και ταυτόχρονα να γίνεται κριτής, παίρνοντας τις αναγκαίες αποστάσεις. Το μυθιστόρημα εξέφραζε ανησυχίες της νεολαίας πριν από την επανάσταση του 1789, στην ίδια ευθεία με τις αναζητήσεις συγγραφέων όπως ο Ρίτσαρντσον, ο Ρουσσώ και ο Λέσσινγκ, στους οποίους παραπέμπει άμεσα ο Γκαίτε.
Ο Βέρθερος αγαπά παράφορα -αλλά αδυνατεί να κατακτήσει- τη Λόττε, τη μνηστή και μετέπειτα γυναίκα ενός φίλου του. Ποθεί την εξιδανικευμένη εικόνα της και ξοδεύεται ψυχικά, αδυνατώντας να προσαρμοστεί στην πραγματικότητα. Σ’ αυτό το δράμα της απουσίας, βυθίζεται στην ανία και τη μελαγχολία, ζηλεύει, κλαίει, γίνεται το έμβλημα του mal de vivre. Μοναχικός και απροσάρμοστος, φετιχιστής και νάρκισσος, αποκλεισμένος στον ερωτικό του πόθο, πληγωμένος και παράφορος, διακατέχεται από μια πνοή αφανισμού και αναζητά την αιώνια ελευθερία του θανάτου.
Μέσα από τον προβληματισμό για την απόλυτη ελευθερία των επιλογών του ατόμου ενάντια στα ήθη και στις κοινωνικές συμβάσεις, γίνεται ο συμβολικός μέγας μυθιστορηματικός αυτόχειρας του ρομαντισμού, για να τον ακολουθήσει, τριάντα χρόνια αργότερα, ο Κλάιστ, ο άλλος μέγας αυτόχειρας συγγραφέας του ρομαντισμού.
Ο “Βέρθερος” κυκλοφορεί σε νέα μετάφραση από τη Στέλλα Νικολούδη και συνοδεύεται από εκτενή εισαγωγή, εργοβιογραφία και Επίμετρο με κείμενα του Τόμας Μανν, του Ρολάν Μπαρτ κ.ά.
Τα χρόνια της μαθητείας του Γουλιέλμου Μάιστερ
Wilhelm Meisters Lehrjahre
Ο Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον Γκαίτε (1749-1832), κορυφαίος Γερμανός στοχαστής και συγγραφέας, ήταν πνεύμα πολύπλευρο, “οικουμενικό”. Αγάπησε την κλασική αρχαιότητα, παρακολούθησε βήμα προς βήμα την Ελληνική Επανάσταση και προέβλεψε την πτώση του Καποδίστρια.
Ο Γουλιέλμος Μάιστερ, που συχνά θυμίζει τον ίδιο τον Γκαίτε, μορφώνεται και διαμορφώνεται από τις εμπειρίες και τις δοκιμασίες της ζωής. Δεν είναι όμως αυτός ο ήρωας του βιβλίου. Πραγματική ηρωίδα στο έργο είναι η ίδια η ζωή.
Ο Μάιστερ αμφισβητεί τα οικογενειακά του πιστεύω, κάνει παρέα με θεατρίνους, γίνεται ο ίδιος ηθοποιός, δραματουργός, σκηνοθέτης και σκηνογράφος. Ονειρεύεται ότι μόνο μέσα από την τέχνη και μάλιστα τη θεατρική θα υπερβεί την κοινωνική του τάξη και τη μιζέρια της, ενώ παράλληλα, αναζητώντας την αλήθεια, θα ολοκληρωθεί ως άνθρωπος.
Στις σελίδες του βιβλίου βλέπουμε να συμβαίνουν πράγματα που ερεθίζουν τη σκέψη μας, ενώ συγχρόνως απολαμβάνουμε τον ποιητή, το θεατρίνο, τον άνθρωπο, και, σε τελική ανάλυση, ανακαλύπτουμε ένα υπέροχο ανάγνωσμα της παγκόσμιας λογοτεχνίας.
Οι εκλεκτικές συγγένειες
Die Wahlverwandtschaften
Οι εκλεκτικές συγγένειες, οι δεσμοί που ενώνουν μεταξύ τους ορισμένα χημικά στοιχεία, μεταφέρονται από τον Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον Γκαίτε στο σαγηνευτικό αλλά και τρομακτικό πεδίο των ανθρωπίνων σχέσεων, και δίνουν τον τίτλο και τη θεματική βάση σ΄αυτό το πολύ σημαντικό μυθιστόρημα της ώριμης δημιουργικής περιόδου του συγγραφέα. Η άφιξη μιας νεαρής συγγενούς κι ενός οικογενειακού φίλου στο αρχοντικό ενός παντρεμένου ζευγαριού, θα λειτουργήσουν ως καταλύτης πάνω στις ζωές, στα αισθήματα αλλά και στον ίδιο το χαρακτήρα των τεσσάρων πρωταγωνιστών της ιστορίας. Η επίδραση του έρωτα θα απελευθερώσει τάσεις και δυνάμεις που προϋπήρχαν μέσα τους χωρίς, ίσως, οι ίδιοι να το έχουν αντιληφθεί, θα δώσει σάρκα και οστά σε κρυμμένες πλευρές της προσωπικότητάς τους και θα τους οδηγήσει στην ανύψωση, στην καταστροφή, ή όπως αλλιώς ονομάζεται το πεπρωμένο που οικεία βουλήσει επιλέγουν. Η μεταφορά των νόμων της χημείας διέπει το μυθιστόρημα του Γκαίτε, που είναι ολόκληρο μια συνοπτική εικόνα των ιδεολογικών καλλιτεχνικών επιδράσεων τις οποίες έχει δεχθεί ο συγγραφέας, χωρίς ωστόσο να ταυτιστεί με κανένα συγκεκριμένο ρεύμα. Το ανήσυχο και ζωηρό πνεύμα του αγγίζει, στα εξήντα του σχεδόν χρόνια, την κορύφωση της ακμής και της δημιουργικότητάς του.
Ο πενηντάρης
The man of fifty
Ο Γκαίτε άρχισε να γράφει το Ένας άνδρας πενήντα ετών το 1807, λίγο προτού κλείσει τα πενήντα. Δημοσιεύθηκε πρώτη φορά δέκα χρόνια αργότερα σε συντομευμένη μορφή και επανεκδόθηκε το 1821, ενταγμένο πλέον στο δεύτερο μέρος του μυθιστορήματος για τον Βίλχελμ Μάιστερ. Στη σημερινή, πολύ πιο εκτεταμένη της μορφή, η ουσιαστικά αυτοτελής αυτή νουβέλα είδε το φως της δημοσιότητας το 1829. Θέμα της έχει τη συναισθηματικά πολυτάραχη και βιωματικά σύνθετη εμπειρία του αρχόμενου γήρατος, σε μια εποχή όπου η ηλικία των πενήντα ετών θεωρείται γενικά ως αφετηρία της σωματικής και πνευματικής παρακμής και αποσύνθεσης· “γέρων τις πεντηκοντούτης” σημειώνει κάπου σε ανάλογο πνεύμα ο Παπαδιαμάντης. Συμβολικό είναι το επεισόδιο όπου ο ήρωας χάνει ένα μπροστινό δόντι του, προαισθανόμενος ότι το σώμα του διαλύεται πλέον εις τα εξ ων συνετέθη. Ο Γκαίτε θέτει ερωτήματα για την ψυχική και κοινωνική σημασία του γήρατος και προβλέπει προφητικά τις επιπτώσεις που έχει στον σύγχρονο κόσμο μας ο συνδυασμός της φιλαρέσκειας με τις τεχνικές δυνατότητες της βιομηχανίας της ομορφιάς.
Ράινεκε Φουξ
Reineke Fuchs
Το παραμύθι της αλεπούς
Το παραμύθι αυτό της αλεπούς προέρχεται από την ελεύθερη απόδοση σε δακτυλικά εξάμετρα ενός γνωστού παλιού ποιήματος της νοτίου Γερμανίας και το οποίο ο Γκαίτε συνέθεσε σε στίχους ως άσκηση ποιητικού ύφους. Το έργο τούτο δημοσιεύτηκε το 1793, τότε που η Γαλλική Επανάσταση συγκλόνιζε εκ θεμελιων τον κόσμο. Αν και ο Γκαίτε φαίνεται ότι ασχολήθηκε με το θέμα τούτο αντιδρών – προς ανεύρεση της ψυχικής του γαλήνης – στα φοβερά εκείνα γεγονότα, εν τούτοις η αλληγορία του παλαιού μύθου όπου η αλεπού συμβολίζει την πληβειακή αστική τάξη που θριαμβεύει επί της φεουδαρχίας και των ευγενών εν γένει, δίνει στο έργο την φαινομενικότητα συμμετοχής στην κοινωνική μέριμνα της εποχής εκείνης.
Περί των χρωμάτων
Zur Farbenlehre
… Ο Γκαίτε αντιμετωπίζει τα χρώματα ως ένα πολύπλευρο φαινόμενο: αφενός συνιστούν υποκειμενικές αλλά μόνο πρόσκαιρες εμφανίσεις μέσα στα ίδια μας τα μάτια, αφετέρου καθίστανται αντικειμενικά αλλά μόνο μεταβατικά οπτικά φαινόμενα και τέλος αποκτούν σταθερή ύπαρξη ως βαφές. Ταυτόχρονα έχουν αισθητική και ηθική σημασία. Και όλες αυτές τις πλευρές του ζητήματος τις πραγματεύεται ως εκφάνσεις μιας καθολικής προοπτικής και ιδέας, της ιδέας ότι τα χρώματα συνδυάζονται για να μας δώσουν μια ολότητα και αρμονία. Όποιος λοιπόν αισθάνεται ότι ασφυκτιά μέσα στα σχήματα και τις αφηρημένες ιδέες της σύγχρονης Φυσικής και Οπτικής θα ανασάνει έναν διαφορετικό αέρα στο πλαίσιο της θεωρίας των χρωμάτων του Γκαίτε και θα νιώσει να τον χαϊδεύει η αύρα ενός κόσμου πιο πνευματικού και ιδεατού.
Αφορισμοί και διαλογισμοί
Einzelnheiten, Maximen und Reflexionen
Στα αποφθέγματα και τους αφορισμούς αυτούς, για τους οποίους ο Hugo von Hofmannsthal έγραψε πως ακτινοβολούν περισσότερη σοφία και διδαχή απ’ όσην, ίσως, όλα μαζί τα γερμανικά πανεπιστήμια, ο Γκαίτε καταθέτει ό,τι το διεισδυτικό πνεύμα και η καλλιτεχνική ευαισθησία του αποθησαύρισαν στη διάρκεια μιας μακράς και συνειδητά βιωμένης ζωής. Με συνεκτικό κέντρο την προσωπικότητα του ποιητή εξακτινώνονται αφορισμοί εξαιρετικής πυκνότητας και σαφήνειας για όλες σχεδόν τις θεματικές σφαίρες της ζωής και του πνεύματος: για τον Θεό και τη φύση, την ιστορία και την κοινωνία, την τέχνη και την επιστήμη, την πράξη και την ηθική.
Το ταξίδι στην Ιταλία ή Ιταλικό ταξίδι
Italienische Reise
Η περιήγηση του Γκαίτε (1786-1787) στην κλασική αρχαιότητα και την Αναγέννηση βοηθά τον σύγχρονο αναγνώστη να ταξιδέψει πάνω στα ίχνη ενός κορυφαίου ποιητή και συγγραφέα έχοντας το αθάνατο βλέμμα του σαν οδηγό σε αυτό το διαχρονικό ταξίδι στην Ιταλία. Οι παρατηρήσεις του όταν δεν περιορίζονται στο ενδιαφέρον για την αρχαιότητα που την προσεγγίζει με την ευλάβεια προσκυνητή και την ευφορία εφήβου, διασταυρώνονται με προβληματισμούς εξαιρετικά επίκαιρους για τη ζωή και τη φιλοσοφία των ανθρώπων του Νότου.
“Σε μια χώρα, όπου απολαμβάνει κανείς την ημέρα, αλλά χαίρεται κυρίως τα βράδια, είναι άκρως σημαντικό όταν πέφτει η νύχτα. Τότε σταματάει η εργασία, τότε επιστρέφει ο περιπατητής, ο πατέρας θέλει να δει την κόρη του πάλι στο σπίτι, η ημέρα έχει ένα τέλος· τι ακριβώς σημαίνει όμως η ημέρα, εμείς από τις σκοτεινές χώρες του Βορρά δεν το γνωρίζουμε καθόλου”.
“Μακάρι να μπορούσα να στείλω στους φίλους έστω μόνο μιαν ανάσα αυτής της ανάλαφρης ζωής! Για έναν Ιταλό το ultramontane είναι μια πολύ σκοτεινή εικόνα, αλλά κι εμένα μου φαίνεται τώρα αυτό το πέρα από τις Άλπεις ζοφερό”.
Πηγές: Biblionet, Wikipedia, Δωδώνη, Πελεκάνος, Ηριδανός, Εκδόσεις Γκοβόστη, Γαβριηλίδης, Κανάκη, Νήσος, Εκδόσεις Παπαδόπουλος, Ιωλκός, DeAgostini Hellas, Εκάτη, Ποικίλη Στοά, Φιλύρα, Φαρφουλάς, Σοκόλη, Κάπα Εκδοτική, Ολκός, Νεφέλη, Μαΐστρος, Printa, Ερευνητές, Βιβλιοπωλείον της Εστίας