Η αγάπη του ποιητή για την πατρίδα των παιδικών του χρόνων και η νοσταλγία για τη μάνα που τόσο νωρίς στερήθηκε θα είναι δύο από τους πιο σημαντικούς παράγοντες που θα μορφώσουν αργότερα το έργο του. Η ανήσυχη, φορτισμένη οικογενειακή ζωή δεν εξομαλύνεται μετά το 1802. Ωστόσο το Λιβόρνο παρέχει στον Κάλβο δυνατότητες μόρφωσης, και, φιλομαθής καθώς είναι, πραγματοποιεί τις πρώτες επαφές του με τα ελληνικά γράμματα καί την κλασική ελληνική καί λατινική αρχαιότητα. Oλα αυτά όμως αποτελούν ευχάριστα μονάχα διαλείμματα της στερημένης οικογενειακής γαλήνης. Το 1805 βγαίνει το διαζύγιο εις βάρος του πατέρα του, καί αργότερα η μητέρα του ξαναπαντρεύεται. Την ίδια περίοδο ο Κάλβος ταξιδεύει μέ τον έμπορο πατέρα του καί σε κάποια νησιά του Αιγαίου. Στο Λιβόρνο γράφει ο Κάλβος καί το πρώτο του έργο, τον Yμνο στον Ναπολέοντα, κείμενο προτρεπτικό αντιπολεμικό, που αργότερα αποκηρύσσει (κι έτσι γνωρίζουμε την ύπαρξη του, μιά που το ίδιο δεν σώζεται). Τον ίδιο χρόνο πηγαίνει για λίγους μήνες στην Πίζα, όπου εργάζεται ως γραμματέας καί αμέσως μετά πηγαίνει στη Φλωρεντία, κέντρο τότε της πνευματικής ζωής και δημιουργίας. Το 1812 σημαδεύεται από τον θάνατο του πατέρα του και την ακόμη μεγαλύτερη οικονομική κάμψη που γνωρίζει αφ’ ενός, και από την γνωριμία του με τον Ugo Foscolo, τον πιο τιμημένο Ιταλό ποιητή και λόγιο της εποχής αφ’ ετέρου. Ο Foscolo θα γίνει δάσκαλος, καθοδηγητής καί μυητής του Κάλβου στον νεοκλασικισμό, στα αρχαϊκά πρότυπα, καί στον πολιτικό φιλελευθερισμό. Το 1813 ο Κάλβος, καί υπό την σκιά του Foscolo, γράφει στα ιταλικά τρεις τραγωδίες, τις Θηραμένης, Δαναΐδες καί Ιππίας, καί τέσσερις δραματικούς μονολόγους, όλα σύμφωνα με τις νεοκλασικιστικές επιταγές. Ο Foscolo αυτοεξορίζεται στο τέλος του 1813 στη Ζυρίχη. Ο Κάλβος τον ξανασυναντά εκεί το 1816, όταν μαθαίνει και για το θάνατο της μητέρας του, γεγονός που τον συγκλονίζει, όπως φαίνεται στην ωδή του “Εις θάνατον”. Εν τω μεταξύ έχει συνθέσει, από το 1814, καί την Ωδή εις Ιονίους.
Στα τέλη του 1816 οι δύο φίλοι καταφεύγουν στην Αγγλία και η μονόδρομη(;) επίδραση εξακολουθεί μέχρι τον Φεβρουάριο του 1817, οπόταν ο οξύθυμος και στριφνός χαρακτήρας αμφοτέρων διαλύει τη φιλία τους. Ο Κάλβος εξασφαλίζει τα προς το ζειν παραδίδοντας ιδιαίτερα μαθήματα ιταλικών και μεταφράζοντας στα ιταλικά και ελληνικά επί χρήμασι θρησκευτικά βιβλία, των οποίων τον απόηχο βρίσκουμε στις Ωδές του. Στα 1818 και 19 δίνει διαλέξεις με θέμα την σωστή προφορά των αρχαίων, οι οποίες προκαλούν αίσθηση. Συντάσσει καί εκδίδει μιά Νεοελληνική Γραμματική, μιά τετράτομη Μέθοδο Εκμάθησης Ιταλικών (στον τρίτο τόμο της οποίας τυπώνει τις Δαναΐδες) και ασχολείται με τη σύνταξη ενός αγγλοελληνικού λεξικού.
Το Μάιο του 1819 παντρεύεται την Τερέζα Τόμας η οποία πεθαίνει (πιθανότατα καί η κόρη που είχαν εν τω μεταξύ αποκτήσει) ένα χρόνο αργότερα. Αποτυχημένη είναι καί η ταυτόχρονη ερωτική του σχέση με την μαθήτρια του Σούζαν Ριντού. Τότε πιθανολογείται και μιά απόπειρα αυτοκτονίας του Κάλβου (περίπου το 1820). Στίς αρχές του 1820 εγκαταλείπει την Αγγλία.
Αξίζει να εξετάσουμε τα ως τώρα έξωθεν δεδομένα που επέδρασαν στο μετέπειτα σημαντικότατο έργο του. Οφείλει πολλά ο Κάλβος στην παραμονή του στην Ιταλία καί στον Foscolo, η επίδραση του οποίου άφησε ανεξίτηλα σημάδια στο έργο και στην κοσμοθεωρία του: ο ηθικοδιδακτισμός, ο γλωσσικός καί στιχουργικός αρχαϊσμός, η αισθητική, η θεματική, η απόρριψη της ομοιοκαταληξίας, η ομηρικού και πινδαρικού τύπου δυναμική των εικόνων, το ύφος, είναι όλα χαρακτηριστικά του νεοκλασικιστικού ρεύματος της εποχής, σε διαπλοκή μάλιστα με τον πολιτικό φιλελευθερισμό που διακήρυττε ο Διαφωτισμός. Στην Αγγλία ωστόσο ο ποιητής συναντά έναν κόσμο καινούργιο, τον κόσμο του προρομαντισμού. Eρχεται σε επαφή με την ποίηση της νύχτας και των τάφων, ιδιαίτερα με το έργο του Ed. Young – Night Thoughts – καί τον οσιανισμό, στοιχεία τους βρίσκουμε διάσπαρτα στο έργο του Κάλβου: νύχτα, σελήνη, τάφοι, σύννεφα, δάκρυα, συμμετοχή της φύσης, θαλασσινή ζωή, ηρωικές εικόνες κτλ. Η συνύπαρξη των αντιθετικών αυτών τάσεων στην ποίηση του Κάλβου συζητήθηκε από την κριτική εκτενέστατα. Πριν να την σχολιάσουμε ας ολοκληρώσουμε το ταξίδι της ζωής του.
Τον Σεπτέμβριο του 1820 επιστρέφει στη Φλωρεντία με μιά μικρής διάρκειας στάση στο Παρίσι. Εμπλέκεται στο κίνημα των Καρμπονάρων, συλλαμβάνεται και απελαύνεται στις 23 Απριλίου του 1821. Καταφεύγει στη Γενεύη, όπου περιβάλλεται με αγάπη από τον φιλελληνικό κύκλο. Εργάζεται καί πάλι ως καθηγητής ξένων γλωσσών, ενώ παράλληλα ασχολείται με την έκδοση ενός χειρογράφου της Ιλιάδος, που όμως δεν πραγματοποιείται. Συγκλονισμένος και συνεπαρμένος από το ξέσπασμα της επανάστασης εκδίδει το 1824 το πρώτο μέρος του ελληνόγλωσσου καί του μόνου με υψηλή ποιητική αξία έργου του, τη Λύρα, μιά συλλογή (ή ίσως σύνθεση) 10 ωδών. Οι ωδές του σχεδόν αμέσως μεταφράζονται καί στα γαλλικά καί βρίσκουν ευνοϊκότατη υποδοχή. Στίς αρχές του 1825 ο Κάλβος μεταβαίνει στο Παρίσι όπου ένα χρόνο αργότερα δημοσιεύει ακόμη δέκα ωδές, με οικονομική ενίσχυση των φιλελλήνων, τα Λυρικά, στον ίδιο τόμο και με κάποια λυρικά ποιήματα του Χριστόπουλου.
Στο τέλος του Ιουλίου του 1826 πηγαίνει στο Ναύπλιο. Απογοητεύεται όμως από την επικρατούσα διχόνοια και από την αδιαφορία για κείνον καί το έργο του. Τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου πηγαίνει στην Κέρκυρα, όπου μέχρι το 1827 διδάσκει στην Ιόνιο Ακαδημία. Ως το 1836 ασχολείται με ιδιαίτερα μαθήματα, οπότε καί επανατοποθετείται στην Ακαδημία. Το 1841 αναλαμβάνει τη διεύθυνση του Κερκυραϊκού Γυμνασίου, παραιτείται όμως στο τέλος του χρόνου. Ταυτόχρονα συνεργάζεται με τοπικές εφημερίδες. Στο δύστροπο του χαρακτήρα του, αλλά καί στο ότι ποτέ δεν αναγνωρίστηκε στην πατρίδα του ίσως οφείλεται καί το ότι, παρά τη συνύπαρξη του στο νησί όλα αυτά τα χρόνια με τον Σολωμό, δεν φαίνεται να είχαν ποτέ προσωπική γνωριμία.
Στο τέλος του 1852 ο Κάλβος αφήνει την Κέρκυρα καί εγκαθίσταται στο Louth της Αγγλίας, όπου ένα χρόνο αργότερα παντρεύεται την Charlotte Wadans και διδάσκει στο παρθεναγωγείο της μέχρι το τέλος της ζωής του, στις 3 Νοεμβρίου του 1869.
Εκτός από τα έργα που έχουν ήδη αναφερθεί ο Κάλβος μετέφρασε στα ιταλικά από τη σικελική διάλεκτο ποιήματα του Giovanni Meli με το ψευδώνυμο Didimo Laico. Στην ιταλόγλωσση περίοδο εντάσσονται μιά μελέτη (“Σχέδιο των νέων αρχών των Γραμμάτων εφαρμοσμένο καί στις Καλές Τέχνες) και ένα δοκίμιο (“Απολογία της Αυτοκτονίας”) καθώς και κάποιες σκέψεις για τους “Χαρακτήρες” του Θεόφραστου καί ένα σχέδιο αντίκρουσης της ερασμιακής άποψης για την προφορά των αρχαίων ελληνικών. Πριν από το 1820 τοποθετούνται καί 81 ελληνικοί στίχοι, απόσπασμα από εκτενέστερο ποίημα ή, ίσως, απόπειρα μετάφρασης στα ελληνικά του Ύμνου στον Ναπολέοντα.
Το κυρίως ποιητικό έργο όμως του Κάλβου είναι αναμφισβήτητα οι είκοσι ωδές του. Eργο, το οποίο ήταν στην αφάνεια μέχρι το 1888, οπότε για πρώτη φορά το υποδεικνύει ο Παλαμάς. Ευρύτερη αποδοχή καί αναγνώριση βρήκαν οι “Ωδές” από τη γενιά του 1930 καί εξής.
Η γοητεία του πατριωτικού αυτού έργου φαίνεται πως έγκειται στη σύζευξη αντιθετικών στοιχείων, που ήδη αναφέρθηκαν. Πολύς λόγος έχει γίνει για τις αντινομίες αυτές που αντικατοπτρίζουν τις προσωπικές του εσωτερικές συγκρούσεις, αντινομίες που προσδίδουν έναν τόνο δραματικό. Απ’ τη μια η νεοκλασικιστική του παιδεία καί από την άλλη η ρομαντική του ψυχοσύνθεση συμπλέκουν στην ποίηση του το δραματικό με το ειδυλλιακό, το παγανιστικό με το χριστιανικό, τα αρχαιοελληνικά πρότυπα με την σύγχρονη επαναστατική επικαιρότητα, τον πουριτανισμό με τον λανθάνοντα ερωτισμό, την αυστηρότητα, τη μελαγχολία, την κλασικιστική φόρμα με το ρομαντικό περιεχόμενο, σύζευξη που είναι ορατή ακόμη καί στη γλώσσα (αρχαΐζουσα με βάση δημοτική) καί στη μετρική (αρχαϊκή στροφή καί μέτρο που συχνά δημιουργεί, σε δεύτερο επίπεδο, δεκεπεντασύλλαβους).
Η ποητική παραγωγή του Κάλβου, ξεκίνησε ουσιαστικά το 1824 (ή το 1820, με τη σύνθεση των πρώτων ωδών) και τερματίστηκε το 1826. Το έργο του δεν αποτελεί κρίκο της παράδοσης ούτε άφησε συνεχιστές. Παραμένει παράταιρο καί μοναδικό.
Η Λύρα – Ωδαί Ανδρ.Κάλβου (1824)
Επίκληση στις Μούσες
Ωδή 1η: Ο Φιλόπατρις
Ωδή 2η: Εις Δόξαν
Ωδή 3η: Εις Θάνατον
Ωδή 4η: Εις τον Ιερόν Λόχον
Ωδή 5η: Εις Μούσας
Ωδή 6η: Εις Χίον
Ωδή 7η: Εις Πάργαν
Ωδή 8η: Εις Αγαρηνούς
Ωδή 9η: Εις Ελευθερίαν
Ωδή 10η: Ο Ωκεανός
Τα λυρικά – Κάλβου και Χριστοπούλου(1826)
Ωδή 1η: Η Βρεττανική Μούσα
Ωδή 2η: Εις Ψαρά
Ωδή 3η: Τα Ηφαίστεια
Ωδή 4η: Εις Σάμον
Ωδή 5η: Εις Σούλι
Ωδή 6η Αι Ευχαί
Ωδή 7η: Το Φάσμα
Ωδή 8η: Εις την Νίκην
Ωδή 9η: Εις τον Προδότην
Ωδή 10η: Ο Βωμός της Πατρίδος
Διάφορα
Υμνος προς τον Ναπολέοντα (1813-1815)
Βιβλίον των Δημοσίων Προσευχών… (1820)
Γραμματική της Νέας ελληνικής γλώσσας (1822)
Liturgia Aglicana Polyglotta… Μεταφράσεις (1821-1826)
Επίκρισις θεολογική – άρθρα (1849)
Αγνωστα γράμματα του Κάλβου (1982)
Ξενόγλωσσα έργα
Ιππίας – τραγωδία
Θηραμένης
Δαναϊδες
Le Stagioni – Giovanni Meli
Ωδή εις Ιονίους (1814)
Σχέδιο νέων αρχών των Γραμμάτων
Απολογία της αυτοκτονίας
Italian lessons in four parts (1820)
Ερευνα περί της φύσεως του διαφορικού υπολογισμού (1827)
Χάριτες – αποσπάσματα, Φώσκολος (1846)
Πρόσφατες εκδόσεις
Ωδαί (1988), Ίκαρος
Ωδές (1992), Ωρόρα
Η Ιωνιάς (1992), Συνέχεια
Ωδαί 1-20 (1994), Βιβλιοπωλείον της Εστίας
Ωδαί (1995), Συλλογή
Ωδαί (1997), Ωκεανίδα
Ωδαί (1999), Modern Times
Ωδαί (1999), Ωκεανίδα
Ωδαί (2000), Ίκαρος
Ωδαί (2001), Διάττων
Ωδαί (2001), Διάττων
Μικρές ωδές και άλλα ποιήματα (2002), Σύγχρονοι Ορίζοντες
Ωδαί (2003), Περίπλους
Ωδαί (2005), Πελεκάνος
Ωδές (2005), Εκδοτική Θεσσαλονίκης
Ωδαί (2008), Εκδόσεις Παπαζήση
Φάσμα Κάλβου (2007), Ergo
Άπαντα: Λύρα – Ωδαί (2009), Δρόμων
Ωδαί (2009), Μεταίχμιο
Ωδαί (2009), Μεταίχμιο
Αλληλογραφία 1813-1818 (2014), Μουσείο Μπενάκη
Αλληλογραφία 1819-1869 (2014), Μουσείο Μπενάκη
Ωδαί: Λύρα, Λυρικά (2014), Alter – Ego ΜΜΕ Α.Ε.
Ωδαί (2015), Πελεκάνος
Εις θάνατον. Εις τον Ιερόν Λόχον (2016), Μικρή Άρκτος
Ανδρέας Κάλβος, Έργα (2016), Μουσείο Μπενάκη
Το ατάρακτον βλέμμα: Ο ποιητής Ανδρέας Κάλβος (1792-1869) (2018), Γαβριηλίδης
Ανδρέας Κάλβος (2018), Έργα, Μουσείο Μπενάκη
Συλλογικά έργα
Το Εικοσιένα (1993), Ευθύνη
Άπαντα τα ελληνικά έργα (1995), Πάπυρος Εκδοτικός Οργανισμός
Greece in Poetry (2003), Libro
Μέρες του 2013 (2012), Γαβριηλίδης
Μεταφράσεις
Οι ψαλμοί του Δαβίδ (1990), Νεφέλη
Το ψαλτήριον του Δαυίδ (2011), Ίκαρος
Ωδες – Ανδρέας Κάλβος
Ο ΦΙΛΟΠΑΤΡΙΣ
κ΄
Η λαμπάς η αιώνιος
σου βρέχει την ημέραν
τους καρπούς, και τα δάκρυα
γίνονται της νυκτός εις εσέ κρίνοι.
κα΄
Δεν έμεινεν έαν έπεσε
ποτέ εις το πρόσωπόν σου
η χιών· δεν εμάρανε
ποτέ ο θερμός Κύων,
τα σμάραγδά σου.
κβ΄
Είσαι ευτυχής· και πλέον
σε λέγω ευτυχεστέραν,
ότι συ δεν εγνώρισας
ποτέ την σκληράν μάστιγα
εχθρών, τυράννων.
κγ΄
Ας μη μου δώση η μοίρά μου
εις ξένην γην τον τάφον·
είναι γλυκύς ο θάνατος
μόνον όταν κοιμώμεθα
εις την πατρίδα.
Μικρές ωδές και άλλα ποιήματα – Ανδρέας Κάλβος
Ο “άλλος”, ο φαινομενικά “σπαραγμένος” Κάλβος που παρουσιάζεται εδώ δεν είναι παρά ο ίδιος παλαιός και σύγχρονος ποιητής μας, διατηρώντας ακέραια τα περισσότερα από τα κύρια χαρακτηριστικά του, καθώς και την ενότητα των γοητευτικών “αντινομιών” του (ελαφρά, ίσως, πιο τονισμένων).
126 σελ.
Φάσμα Κάλβου – Ανδρέας Κάλβος
Ολυμπιακές ωδές για τους αγώνες των Ελλήνων και την ελευθερία
Εδώ και πέντε χρόνια που με απασχολεί η μελέτη και η προετοιμασία για έκδοση του χειρογράφου των Ολυμπιακών ωδών με ταλάνιζε η διαρκής φιλολογική αμφιβολία: είναι ή δεν είναι μπροστά μας η γραφίδα του Κάλβου; Θυμάμαι τον ενθουσιασμό του αγαπητού Νίκου Κουρκουμέλη, όταν του έδειξα το χειρόγραφο χωρίς να τον έχω προϊδεάσει, τη συναίνεση του φίλου εκδότη Παναγιώτη Αναστασόπουλου. Αλλά έως αυτή τη στιγμή οι αμφιβολίες μου άλλοτε επανέρχονται και άλλοτε αραιώνουν.
Δεν είχα άλλο δρόμο από το να ζητήσω τη συνεργασία ενός καλού κλασικού φιλολόγου: αποτάθηκα στον συνάδελφο Χρήστο Τσαγγάλη. Από τη στιγμή που τον πρωτογνώρισα, αυτόν και το έργο του, εκτίμησα πάρα πολύ τη φιλολογική του δεινότητα. Με προθυμία δέχτηκε την πρότασή μου, μετέφρασε το κείμενο από τα λατινικά, παρέθεσε τα σχόλια και συζήτησε κατ’ επανάληψη μαζί μου τα διάφορα προβλήματα που ανέκυπταν.
Ο μαθητής μου και συνάδελφος Γιώργος Ανδρειωμένος έγραψε ένα άρθρο για το βιβλίο αυτό, συγκεφαλαιώνοντας όσα ξέρουμε για την αρχαιογνωσία του Κάλβου και την επί τριάμιση χρόνια παραμονή του στη Γενεύη, και η συνάδελφος Λουΐζα Χριστοδουλίδου μετέφρασε από τα γαλλικά τις δύο μεσσηνιακές ωδές του Casimir Dalvigne για τη Jeanne d’ Arc. Σέ όλους εκφράζω τις ευχαριστίες μου.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ό Κάλβος ήξερε λατινικά, μέσα από την “επίμονη αφοσίωση του στα γράμματα”, όπως γράφει και ο Mario Vitti (“Ο Κάλβος και η εποχή του”, στιγμή, Αθήνα 1995, σ. 61) και ότι απευθυνόταν με την ποίηση του στους καλλιεργημένους φιλέλληνες. Σ’ αυτά τα πλαίσια ταιριάζουν τα “Olympica Carmina”, που συχνά, καθώς διαβάζουμε την ελληνική μετάφρασή τους, μας θυμίζουν Κάλβο…
(από τον πρόλογο του Φώτιου Δημητρακόπουλου)
173 σελ.
Εις θάνατον. Εις τον Ιερόν Λόχον – Ανδρέας Κάλβος
Ο Ανδρέας Κάλβος (1792-1869) αποτελεί ένα από τα μεγάλα αινίγματα της ελληνικής λογοτεχνίας των τελευταίων δύο αιώνων. “Πεθαίνοντας”, κατά τα φαινόμενα και τα λεγόμενα του Γιώργου Σεφέρη, “πολύ νέος για την ποίηση”, κληροδότησε πλήθος εικασιών και ασαφειών σχετικά με τον κοσμοπολίτικο όσο και ταραγμένο βίο του, το πολυσχιδές και πολύγλωσσο έργο του και, ως γνωστόν, την παντελή απουσία οποιασδήποτε απεικόνισής του.
Σχεδόν ένα στα δύο ποιήματα του Κάλβου εμπεριέχει τύπο του λήμματος “τάφος”. Τα ποιήματα “Εις θάνατον” και “Εις τον Ιερόν Λόχον” δεν αποτελούν εξαίρεση, παρουσιάζοντας παράλληλα μία ανεπανάληπτη ιδιαιτερότητα. Προϋποθέτουν το ένα το άλλο την ίδια στιγμή που αυτονομούνται. Είναι όμοια όσο και αντιθετικά. Εδώ παρουσιάζονται για πρώτη φορά ανεξάρτητα από το ποιητικό σώμα στο οποίο ανήκουν, αναδεικνύοντας με μεγάλη σαφήνεια τόσο την ειδική τους σχέση όσο και την ευρύτερη καταγωγή τους.
24 σελ.
Ανδρέας Κάλβος, Έργα – Ανδρέας Κάλβος
Πεζά κείμενα
Ο τόμος συγκεντρώνει τα εκδεδομένα από τον Ανδρέα Κάλβο, αλλά και τα ανέκδοτα πεζά κείμενά του, χρονολογημένα από τη δεκαετία του 1810 μέχρι τη δεκαετία του 1840. Βιβλιοκρισίες, ανταποκρίσεις σε γαλλικές εφημερίδες, σημειώσεις για την ερασμιακή προφορά, για την έννοια της αυτοκτονίας, για την ιστορία του πολιτισμού, για την έκδοση του Θεόφραστου κ.ά, μαζί με τα Φιλοσοφικά μαθήματα της Ιονίου Ακαδημίας, δίνουν στον αναγνώστη μια τεκμηριωμένη εικόνα της ευρείας λογιοσύνης του Κάλβου. Τα καλβικά κείμενα συνοδεύονται από εκτενή εισαγωγικές μελέτες, σύγχρονες μεταφράσεις και αναλυτικά ευρετήρια.
Εισαγωγικές μελέτες: Παναγής Αλιπράντης, Δημήτρης Αρβανιτάκης, Νάσος Βαγενάς, Νίκος Κ. Κουρκουμέλης, Θεοδόσης Πυλαρινός, Luigi Trenti
704 σελ.
Αλληλογραφία – Ανδρέας Κάλβος
2 τόμοι
«ΚΑΠΟΙΟΣ ΠΕΘΑΝΕ ΣΤΟ ΛΑΟΥΘ: “ΠΤΩΧΟΣ, ΠΤΩΧΟΤΑΤΟΣ ΕΙΣ ΞΕΝΗΝ ΓΗΝ ΑΚΛΑΥΣΤΟΣ”»:
Ο Ανδρέας Κάλβος πέθανε στο Λάουθ, στην κομητεία του Lincoln (Lincoln-shire) της ανατολικής Αγγλίας, την Τετάρτη 3 Νοεμβρίου του 1869· κηδεύτηκε τη Δευτέρα 8 Νοεμβρίου και θάφτηκε στο νεκροταφείο της Αγίας Μαργαρίτας. Ήταν εβδομήντα εφτά χρονών. Το πιστοποιητικό θανάτου του έγραφε: “Professor of Languages and Mathematics”. Τον θάνατό του τον συνόδεψαν μερικές τυπικές καταχωρίσεις στον επαρχιακό αγγλικό τύπο, ενώ μία νεκρολογία του δημοσιεύτηκε στην κερκυραϊκή εφημερίδα “Ενότης” λίγες μέρες μετά, στις 27 Νοεμβρίου. Η νεκρολογία, που εμφανίστηκε κατόπιν μεταφρασμένη στην εφημερίδα The Lincolnshire Chronicle (4 Φεβρουαρίου 1870), ήταν άτιτλη και ανυπόγραφη, αλλά πιθανότατα προερχόταν από τον φίλο και ομοϊδεάτη του, τον φιλόσοφο και παλαιό καθηγητή της Ιονίου Ακαδημίας, Πέτρο Βράιλα Αρμένη (1813-1884), τότε πρεσβευτή της Ελλάδας στο Λονδίνο, ο οποίος και είχε παρευρεθεί στην κηδεία του.
Ο θάνατός του δεν ήταν για τους συγχρόνους του αυτό που θα ήταν για μας σήμερα… Η νεκρολογία που δημοσιεύτηκε στην κερκυραϊκή εφημερίδα επικεντρωνόταν στον πατριωτισμό, στην πολιτική εντιμότητα και στη λογιοσύνη του και αφιέρωνε μόνο λίγα γενικά λόγια στο ελληνόγλωσσο ποιητικό του έργο -το μόνο γνωστό τότε-, υπερβάλλοντας μάλιστα ως προς την εκτίμηση και την αποδοχή της ποίησής του στην Ελλάδα:
Τα πρώτα ποιητικά δοκίμια του Κάλβου πνέοντα ακραιφνή πατριωτισμόν και υπό λαμπράς φαντασίας ζωογονούμενα μαρτυρούσι πόσον ήθελε διακριθή εις το ανθοφόρον αλλά δυσεπίβατον στάδιον της ποιήσεως, και ου μόνον των ομογενών αλλά και των αλλοδαπών εφείλκυσαν την προσοχήν…
Για τον συντάκτη, λοιπόν της νεκρολογίας, ο Κάλβος ήταν και ποιητής – ή καλύτερα κάποτε είχε υπάρξει και ποιητής: “Αλλ’ ο Κάλβος”, συνέχιζε, “εγκαταλείψας τας μούσας επεδόθη μετ’ ου πολύ αποκλειστικώς σχεδόν εις την φιλοσοφίαν”.
1100 σελ.
Πηγές: ΕΚΕΒΙ, Biblionet, Θ.Ροδάνθης, Μεταίχμιο, Ωκεανίδα, Πελεκάνος, Μουσείο Μπενάκη, Περίπλους, Διάττων, Ωρόρα, Ίκαρος, Modern Times