Ο Κωνσταντίνος Καβάφης (1863-1933) υπήρξε το ένατο παιδί τού μεγαλεμπόρου Πέτρου Καβάφη. Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια το 1863, όπου οι γονείς του εγκαταστάθηκαν εγκαταλείποντας την Κωνσταντινούπολη, και πέθανε στην Αλεξάνδρεια το 1933, της οποίας υπηρξε η μεγαλύτερη πνευματική φυσιογνωμία. Ο Καβάφης υπήρξε στην κυριολεξία μόνο ποιητής και μάλιστα από τους μεγαλύτερους των χρόνων από το Εικοσιένα ίσαμε σήμερα.
Eζησε αρκετά χρόνια της παιδικής του ηλικίας στην Αγγλία και την επισκέφτηκε και μεγάλος. Επισκέφτηκε την Πόλη γιά δυό χρόνια 1882 1884, και το 1885 επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια. Από τότε έμεινε μόνιμα στην αγαπημένη του πόλη, πραγματοποιώντας μικρά ταξίδια στο Κάιρο, ένα στην Ελλάδα κι ενα γιά λίγους μήνες στο Παρίσι και το Λονδίνο. Το τελευταίο του ταξίδι στην Ελλάδα το έκανε το 1932, γιά λόγους υγείας, ένα χρόνο πριν από το θάνατό του.
Ο Καβάφης γνώριζε αγγλικά, γαλλικά και ιταλικά, καθώς και αραβικά. Υπηρέτησε 34 χρονια ως υπάλληλος στο Υπουργείο Δημοσίων Εργων της Αιγύπτου και έζησε τη ζωή του μόνος, εργένης και ανύπαντρος. Εκτός από δυό χρόνια που φοίτησε στο ελληνικό εκπαιδευτήριο τού Παπαζή στην Αλεξάνδρεια, τα γράμματα τα έμαθε με οικοδιδασκάλους και την πλατύτερη λογοτεχνική, ιστορική και φιλοσοφική του καλλιέργεια την απόχτησε μόνος του. Ηταν κάτοχος της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας και γνώριζε σε βάθος την ελληνική ιστορία, την ελληνική κλασσική παιδεία και την αρχαία ελληνική φιλοσοφία.
O Καβάφης άρχισε να γράφει ποιήματα σε ηλικία 21 ετών, και εξακολούθησε να γράφει μέχρι το θάνατό του. Τα ποιήματά του, όλα στην ελληνική, δέν τα εξέδωσε ποτές σέ βιβλίο. Τα κυκλοφορούσε στην αρχή σε «φέιγ-βολάν», πού μοίραζε στους φίλους του. Από το 1886 άρχισε να τα δημοσιεύει σε περιοδικά επηρεασμένα από τους Αθηναίους ποιητές του καιρού του. Από το 1900 όμως εγκαινίασε τη δική του προσωπική ποίηση, που έφερε έναν καινούριο τόνο στον ελληνικό Παρνασσό, και της οποίας η υποβολή χρειάστηκε μακριά πίστωση χρόνου ώσπου να επιτευχθεί. Η ειρωνεία, ο σαρκασμός και η αντίδραση, που γνώρισε υπήρξαν πρωτοφανείς.
Αν εξαιρέσουμε τον Γρηγόριο Ξενόπουλο κι εναν – δυό ακόμα, οί περισσότεροι σύγχρονοί του λόγιοι δεν μπόρεσαν ν’ αντιληφθούν τίποτα από το πρωτόφαντο και το ιδιότυπο της ποίησής του, ούτε την επανάσταση που πραγματοποιούσε στα ποιητικά καθιερωμένα «του ακατάσχετου ρητορισμού, της ομοικατάληκτης φλυαρίας και του κενόλογου στόμφου» όπως γράφει ο Ι.Μ. Παπαφώτης.
Ενας αξιόλογος κατά τα άλλα – κριτικός της λογοτεχνίας μας, ο Ηλίας Βουτιερίδης έγραψε: «Πολλοί στίχοι του είναι περισσότερο πεζογραφήματα. Η φαινομενική φιλοσοφία του είναι ρηχή και κοινοτοπίες. Ο θαυμασμός ορισμένων ανθρώπων στην ποίησή του είναι συρμός, που γρήγορα θα περάσει». Κι όμως, ο Καβάφης μεταφράστηκε σε όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές γλώσσες.
Αρνητική στάση κράτησε στην αρχή κι ο Παλαμάς. Αργότερα όμως αναγνώρισε στο έργο του τον αληθινό ποιητή. Αρνητές του υπήρξαν ακόμα ο φώτος Πολίτης, ο Ταγκόπουλος, ο Π. Βλαστός, ο Γιάννης Ψυχάρης κυρίως γιά τη μεικτή, καθαρευουσιάνικη γλώσσα του – κι έφτασε σε σημείο να γράψει την παρακάτω φράση γιά τον Καβάφη «… Κι έτσι έγινε πολύ εύκολα ο Καβάφης ο Καραγκιόζης της Δημοτικής». Πόσο θα λυπόταν ο μεγάλος Δάσκαλος, αν ζούσε σήμερα, γιά τον άπρεπο αυτό λόγο. Το ίδιο έπαθε και ο Γ. Θεοτοκάς, όταν έγραψε με πάθος στο «Ελεύθερο πνεύμα» του το 1929: «Σε μιά συνεδρίαση του Κακουργοδικειου, συχνά σε μιά απλή δικογραφία διαζυγίου, υπάρχει… περισσότερη ανθρωπότητα, παρά σ’ ολόκληρο το καβαφικό έργο… Το καβαφικό έργο είναι σαν ένα σπυρί που τυράννισε έναν οργανισμό πολύν καιρό και τέλος ανοίγει και χύνει το πύο του». Και παρακάτω: «Προσωπικά, ένας οποιοσδήποτε Γιαγκούλας των ελληνικών βουνών μ’ ενδιαφέρει πολύ περισσότερο απ’ ό,τι μ’ ενδιαφέρει ο Αλεξανδρινός ποιητής!»
Αργότερα ο ίδιος θ’ απολογηθεί στην «Πνευματική πορεία του»: «Ημουν πολύ νέος και νέος σε μιά εποχή γενικής ευρωπαϊκής και ελληνικής αισιοδοξίας… Πίστευα με πάθος στον τόπο μου, στη γενιά μου, στο μέλλον μας και λάτρευα τη ζωή… Ξεκινώντας με τέτοιες διαθέσεις, νόμισα ξαφνικά πως είδα τον Καβάφη να με σαρκάζει αμείλικτα, μέσα από τους θολούς ατμούς της κουρασμένης ευαισθησίας του και της πικρής σοφίας του…».
Εκείνα πού περισσότερο ξάφνιασαν τους λόγιους στην ποίηση του Καβάφη, ήταν η ιδιότυπη γλώσσα του, το απροσδόκητο της τεχνοτροπίας του, το στιχουργικό παίγνιό του, οι διαυγείς φιλοσοφημένες συλλήψεις του, με δυό λόγια η προσωπική και ανεπανάληπτη ποιητική τέχνη του. «Ετσι, από τον αιφνιδιασμό αυτόν οι μορφωμένοι της εποχής εκείνης – γράφει ο Πέτρος Χάρης – βγήκαν κάτι περισσότερο άπό ζημιωμένοι: ούτε λίγο, ούτε πολύ, έδειξαν πως δεν ήταν σε θέση να νιώσουν έναν αληθινό ποιητή. Κι ο Καβάφης ήταν ο προσωπικότερος ποιητής μας».
Το έργο του Καβάφη δεν επιβάλλεται με τον όγκο του, αλλά με την ποιότητά του. Κάθε ποίημά του είναι και μιά ολοκληρωμένη ποιητική μονάδα. Ο ποιητής Καβάφης, χωρίς λυρικά ψιμύθια, χωρίς ποιητικούς ακροβατισμούς και στείρα πολυλογία, περικλείει σε κάθε του ποίημα μιά ολόκληρη σύνθεση, που αποτελεί ορόσημο στην ποιησή μας. Βέβαια είπε πολύ λιγότερα απ’όσα μπορούσε να πει ένας άνθρωπος με τη φιλοσοφική του διάθεση. Μπορεί ο στίχος του να μην μας ενθουσιάζει. Μας κάνει όμως κάτι καλύτερο , μας κάνει να σκεφτούμε. Σ’ αυτόν τον τόπο που τον κατάστρεψαν οι ενθουσιασμοί, τα μεγάλα λόγια και οι εύκολες αποφάσεις, ο ποιητής μας παραστέκεται σαν οδηγός και σύμβουλος. «Προετοιμάζει τον άνθρωπο γιά τις μεγάλες περιπέτειες, γιά τα φοβερά διλήμματα, γιά τις κρίσιμες στιγμές, και τον οπλίζει με την καρτερία και την αξιοπρέπεια, που πρέπει να έχει όποιος δεν θέλει να ποδοπατηθεί από τη ζωή».
Μερικά από τα ποιήματα του Καβάφη έγιναν σήμερα κτήμα όλων των λαών. θ’ αναφέρουμε μερικά: H πόλις, Θερμοπύλες, Κεριά, Τείχη, Oσο μπορείς, Yπέρ της Αχαικής συμπολιτείας πολεμήσαντες, Το πρώτο σκαλί, Κ.ά. Η Πόλις προδικάζει τελεσίδικα τη διαιώνιση της μεγάλης περιπέτειας «σ’όλη τη γη». Οι Τρώες μας δείχνουν πως δεν μπορούμε να ξεφύγουμε το πεπρωμένο μας (στωϊκισμός). Οι Θερμοπύλες είναι η φιλοσοφία της ζωης. Ο άνθρωπος πρέπει σε κάθε περίπτωση να κάνει το χρέος του, να μην εγκαταλείπει τον αγώνα. Αλλά, με στοχασμό, και θέληση, να μάχεται όχι γιά τη νίκη, αλλά γιά τα ιδανικά του, γιά ό,τι πιστεύει και γιά ό,τι νομίζει. Στο δε ποίημά του Ιθάκη μας δίνει το καταστάλαγμα της φιλοσοφίας της ζωής, γιά όλους τους ανθρώπους της γης. Οταν ωριμάσει πιά ο άνθρωπος βλέπει πόσο μάταιοι ήταν όλοι οι κόποι του στη ζωή, και μόνο η πείρα που κέρδισε από τους αγώνες του δικαιώνει την προσπάθειά του:
…Κι αν πτωχική τη βρείς, η Ιθάκη δεν σε γέλασε.
Ετσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα,
ήδη θα το κατάλαβες, οι Ιθάκες τι σημαίνουν.
Η ποίηση του Καβάφη έχει, από χρόνια τώρα, ξεπεράσει τα Ελληνικά πλαίσια και εντάχθηκε στην ευρωπαϊκή και αμερικανική. Η ένταξη αυτή υπογραμμίζει την ποιητική του ιδιοφυία και τη μεγαλοσύνη του. Ποιητής ανεπανάληπτος, γέμισε με την παρουσία του μιά ολόκληρη εποχή. Με το έργο του η ελληνική ποίηση απλώθηκε στον πλατύτερο ευρωπαϊκό χώρο, γιατί πολλά από τα ποιήματά του, είναι ποιήματα κάθε εποχής και κάθε λαού. Κι αυτά του εξασφάλισαν την παγκοσμιότητα.
Ιθάκη
Σα βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη,
να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος,
γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον θυμωμένο Ποσειδώνα μη φοβάσαι,
τέτοια στον δρόμο σου ποτέ σου δεν θα βρείς,
αν μέν’ η σκέψις σου υψηλή, αν εκλεκτή
συγκίνησις το πνεύμα και το σώμα σου αγγίζει.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα συναντήσεις,
αν δεν τους κουβανείς μες στην ψυχή σου,
αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου.
Να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος.
Πολλά τα καλοκαιρινά πρωϊά να είναι
που με τι ευχαρίστησι, με τι χαρά
θα μπαίνεις σε λιμένας πρωτοειδωμένους·
να σταματήσεις σ’ εμπορεία Φοινικικά,
και τες καλές πραγμάτειες ν’ αποκτήσεις,
σεντέφια και κοράλλια, κεχριμπάρια κ’ έβενους,
και ηδονικά μυρωδικά κάθε λογής,
όσο μπορείς πιο άφθονα ηδονικά μυρωδικά·
σε πόλεις Αιγυπτιακές πολλές να πας,
να μάθεις και να μάθεις απ’ τους σπουδασμένους.
Πάντα στον νου σου νάχεις την Ιθάκη.
Το φθάσιμον εκεί είν’ ο προορισμός σου.
Αλλά μη βιάζεις το ταξίδι διόλου.
Καλλίτερα χρόνια πολλά να διαρκέσει·
και γέρος πια ν’ αράξεις στο νησί,
πλούσιος με όσα κέρδισες στον δρόμο,
μη προσδοκώντας πλούτη να σε δώσει η Ιθάκη.
Η Ιθάκη σ’ έδωσε το ωραίο ταξίδι.
Χωρίς αυτήν δεν θάβγαινες στον δρόμο.
Αλλο δεν έχει να σε δώσει πια.
Κι αν πτωχική την βρεις, η Ιθάκη δεν σε γέλασε.
Ετσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα,
ήδη θα το κατάλαβες η Ιθάκες τι σημαίνουν.
Ποιήματα
Βακχικόν (1886)
Κτίσται (1891)
Τείχη (1896)
Ενας γέρος (1897)
Δέησις (1898)
Τα δάκρυα των αδελφών του Φαέθοντος (1898)
Ο θάνατος του αυτοκράτορος Τακίτου (1898)
Κεριά (1899)
Διακοπή (1901)
Τα παράθυρα (1903)
Θερμοπύλες (1903)
Περιμένοντας τους βαρβάρους (1904)
Επιθυμίες (1904)
Ο Σεπτέμβρης του 1903 (1904)
Ο Δεκέμβρης του 1903 (1904)
Σταίς σκάλαις (1904)
Στο θέατρο (1904)
Φωνές (1904)
Τρώες (1905)
Μονοτονία (1908)
Κρυμμένα (1908)
Τα βήματα (1909)
Η Πόλις (1910)
Η Σατραπεία (1910)
Μάρτιαι Ειδοί (1911)
Απολείπειν ο θεός Αντώνιον (1911)
Τελειωμένα (1911)
Ιωνικόν (1911)
Τα επικίνδυνα (1911)
Ιθάκη (1911)
Ερωτος άκουσμα (1911)
Αλεξανδρινοί βασιλείς (1912)
Επέστρεφε (1912)
Οσο μπορείς (1913)
Επήγα (1913)
Του μαγαζιού (1913)
Ετσι (1913)
Πολύ σπανίως (1913)
Πολυέλαιος (1914)
Μακρυά (1914)
Ο Θεόδοτος (1915)
Σοφοί δε προσιόντων (1915)
Ομνύει (1915)
Μανουήλ Κομνηνός (1915)
Κι ακούμπησα και πλάγιασα στες κλίνες των (1915)
Οροφέρνης (1915)
Μιά νύχτα (1915)
Στου καφενείου την είσοδο (1915)
Οταν διεγείρονται (1916)
Εν τη οδώ (1916)
Ετσι πολύ ατένισα… (1917)
Μέρες του 1903 (1917)
Ηδονή (1917)
Ιαση τάφος (1917)
Εν εσπέρα (1917)
Εν πόλει της Οσροήνης (1917)
Ενας θεός των (1917)
Πέρασμα (1917)
Γκρίζα (1917)
Η προθήκη του καπνοπωλείου (1917)
Μισή ώρα (1917)
Καισαρίων (1918)
Θυμήσου, σώμα… (1918)
Η διορία του Νέρωνος (1918)
Νόησις (1918)
Πρέσβεις απ΄την Αλεξάνδρεια (1918)
Αιμιλιανός Μονάη, Αλεξανδρεύς, 628-655 μ.Χ. (1918)
Εις το επίνειον (1918)
Το διπλανό τραπέζι (1918)
Λάνη τάφος (1918)
Νόησις (1918)
Απ’τες εννιά (1918)
Κάτω απ’το σπίτι (1918)
Ιμενος (1919)
Να μείνει (1919)
Των Εβραίων (40 μ.Χ.) (1919)
Για νάρθουν (1919)
Ο ήλιος του απογεύματος (1919)
Ο δεμένος ώμος (1919)
Ο Δαρείος (1920)
Αννα Κομνηνή (1920)
Εκόμισα εις την τέχνη (1921)
Απο την σχολήν του περιώνυμου φιλοσόφου (1921)
Η αρχή των (1921)
Υπερ της Αχαϊκής Συμπολιτείας πολεμήσαντες (1922)
Σ’ένα βιβλίο παληό (1922)
Θέατρον της Σιδώνος (400 μ.Χ.)(1923)
Απ’το συρτάρι (1923)
Εν απογνώσει (1923)
Ηλθε για να διαβάσει (1924)
Πριν τους αλλάξει ο χρόνος (1924)
Απολλώνιος ο Τυανεύς εν Ρόδω (1925)
Το 25ον έτος του βίου του (1925)
Τέμεθος, Αντιοχεύς (400 μ.Χ.) (1925)
Στο πληκτικό χωριό (1925)
Ιερεύς του Σεραπίου (1926)
Σοφιστής απερχόμενος εκ Συρίας (1926)
Η αρρώστια του Κλείτου (1926)
Μέσα στα καπηλειά (1926)
Αννα Δαλασσηνή (1927)
Μέρες του 1896 (1927)
Μέρες του 1901 (1927)
Δύο νέοι, 23 έως 24 ετών (1927)
Κίμων Λεάρχου (1928)
Ενας νέος, της τέχνης του λόγου – στο 24ον έτος του (1928)
Εικών εικοσιτριετούς νέου καμωμένη από φίλο του ομήλικα (1928)
Μέρες του 1909 (1928)
Στον ίδιο χώρο (1929)
Μύρης Αλεξάνδρεια του 340 μ.Χ (1929)
Ωραία λουλούδια και άσπρα ως ταιριάζουν πολύ (1929)
Ας φρόντιζαν (1930)
Ρωτούσε για την ποιότητα (1930)
Ο καθρέπτης στην είσοδο (1930)
Κατά τες συνταγές αρχαίων Ελληνοσύρων μάγων (1931)
Στα 200 π.Χ. (1931)
Μέρες του 1908 (1932)
Συλλογές
1ο φυλλάδιο (τεύχος) – με 14 ποιήματα (1904)
2ο φυλλάδιο (τεύχος) – με 21 ποιήματα (1910)
Ποιήματα (Εκδοση Καλμούχου) 154 ποιήματα (1935)
Πρώτη τυποποιημένη έκδοση (Επιμέλεια Γ.Π.Σαββίδη) (1963)
Ανέκδοτα ποιήματα – (Επιμέλεια Γ.Π.Σαββίδη) (1968)
Αποκηρυγμένα (1886-1898) (Επιμέλεια Γ.Π.Σαββίδη) (1983)
Πεζά
Πεζά (Επιμέλεια Γ.Παπουτσάκη) (1963)
Ανέκδοτα Πεζά Κείμενα (Επιμέλεια Μ.Περίδη) (1963)
Πηγές πληροφοριών:
Θ.Ροδάνθης, Μαλλιάρης Παιδεία, Υδρία, Δομή και Πάπυρος Larousse Britannica