Σπούδασε φιλοσοφία και πολιτική θεωρία στο London School of Economics και στο King’s College του Πανεπιστημίου του Λονδίνου και δημιουργική γραφή στο Πανεπιστήμιο East Anglia. Ποιήματά της έχουν δημοσιευθεί στη “Νέα Εστία”, την “Ποιητική”, το “The Books’ Journal”, το “Poetry International” και το “Poetry Review”. Γράφει στα αγγλικά και τα ελληνικά και μεταφράζει από τα αγγλικά και τα νορβηγικά. Από κοινού με τους Κατερίνα Σχινά, Βαγγέλη Χατζηβασιλείου και Σπύρο Γιανναρά, συμμετείχε, τον Νοέμβριο του 2014, στους συντελεστές του β’ κύκλου της εκπομπής “Βιβλία στο Κουτί” από τη ΝΕΡΙΤ.
Λονδίνο – Ιστανμπούλ (2009), Πόλις
Αστικά ερείπια (και αντιπερισπασμοί) (2013), Πόλις
Η επιστροφή των νεκρών (2017), Πόλις
Ημέρες καλοσύνης (2023), Πόλις
Συλλογικά έργα
Τα ποιήματα του 2009 (2010), Κοινωνία των (δε)κάτων
Ars Poetica (2012), Ελληνοαμερικανική Ένωση
Τα ποιήματα του 2013 (2014), Κοινωνία των (δε)κάτων
Κρατικά λογοτεχνικά βραβεία, Ανθολογία: Ποίηση 2010-2018 (2020), Υπουργείο Πολιτισμού. Διεύθυνση Γραμμάτων
Μεταφράσεις
Jo Nesbø, Roy Jacobsen, Ingar Johnsrud, Erling Kagge, Samuel Bjork, Kari Hesthamar, Melanie Wallace, Ketil Bjørnstad, Gunnar Staalesen, Robin Jenkins, Izzet Celasin
Ημέρες καλοσύνης – Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη
Ξέρουμε πώς μοιάζει το Κακό
χωρίς Θεό, στην εποχή μετά το θάνατό Του.
Μοιάζει με άρρωστο φωτάκι
που ξεκινά σ’ ένα σοκάκι σκοτεινό
σαν κουδουνάκι στον αστράγαλο του νεκροθάφτη
στις πόλεις της πανούκλας.
Κανείς μην πλησιάσει.
Μα νά, δειλά, όλοι ανοίγουν τα παράθυρα
να δουν, περίεργοι, τι σέρνεται στον δρόμο
κι αφήνουν να περάσει εντός,
με ένα χάδι στις κουρτίνες,
το μοχθηρό ετούτο φως
που λαμπαδιάζει τα δωμάτια
ανάβει τα καντήλια
κάνει τα κτίρια να φωσφορίζουνε σκληρά
και σκάβει στις εξώπορτες χάσκοντες τάφους.
Το Κακό μετά το τέλος του Θεού
μοιάζει με θάνατο ανούσιο
σε κλίμακα μαζική,
γενοκτονίες εθνοκαθάρσεις διακρίσεις
ανθρωποβόρες μάχες για την κατάκτηση
μιας νέας πηγής νοήματος και ηθικής
το μέτρο όλων το άτομο
το μέτρο όλων η κοινωνία
το μέτρο όλων η ιδεοληψία
το μέτρο όλων ποτέ το μέτρο –
Ξέρουμε πώς μοιάζει το Κακό.
Σκέψου.
Σκέψου πώς θα ’ταν το Καλό·
το Καλό σκέψου πως θα ’ταν
σε κλίμακα μαζική.
Ποίηση, Πόλις, 2023, 104 σελ.
Η επιστροφή των νεκρών – Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη
ΓΡΑΜΜΑ ΑΠΟ ΤΗ ΜΟΣΧΑ
Αγάπη μου,
Σ’ ένα βιβλιοπωλείο τις προάλλες
ανάμεσα σε μυριάδες στοίβες βιβλίων
ατάκτως ερριμμένων σε αλουμινένια ράφια
κι ανάμεσα σε μπάμπουσκες, γυαλιστερές καρτ ποστάλ
και στυλό Πάρκερ σε γυάλινες βιτρίνες
βρήκα ένα βιβλίο
που έλεγε πως ο Σταντάλ έμαθε να γράφει λιτά
διαβάζοντας και ξαναδιαβάζοντας τις διαταγές
του Ναπολέοντα στη μάχη
και πως ο Καρτέσιος πέθανε από εξάντληση
γιατί ξυπνούσε καθημερινά στις πέντε τα χαράματα
να κάνει μάθημα φιλοσοφίας
στην πριγκίπισσα της Σουηδίας
και πως τα πτώματα στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο
έζεχναν, γεμάτα ψείρες, εκζέματα και πύον
– κι ας μην ανήκαν σε στρατιώτες.
Αγάπη μου,
Ένας άνδρας με προσπέρασε εχθές στο δρόμο,
ήταν πάνω από ογδόντα. Φορούσε ένα χοντρό πουλόβερ
πολυκαιρισμένο, με ρόμβους σε φιστικί, καφέ και γκρι
κι ένα νάιλον μπουφάν, με νάιλον επένδυση
κι ένα από αυτά τα παντελόνια που μένουν ατσαλάκωτα
και μπεζ. Μόλις είχα μπει
στο πάρκο των Κοσμοναυτών,
με το σφυροδρέπανο στην είσοδο να φωτίζεται μια μπλε,
μια πράσινο, μια κόκκινο -σαν ντισκομπάλα. Πίσω απ’ την πλάτη του
χάλκινοι εργάτες κι εργάτριες σήκωναν στάχυα δέκα μέτρα ύψος
και πιτσιρίκια έκαναν ποδήλατο με βοηθητικές ρόδες
και ροζ κράνη.
Ποίηση, Πόλις, 2017, 72 σελ.
Αστικά ερείπια (και αντιπερισπασμοί) – Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη
«Ημέρες Κυρίου»
Ανέβηκα στο βουνό.
Αύγουστος, κι είχανε μαχαιρώσει
στο μετρό ένα μετανάστη.
Το κεφάλι μου βούιζε σα μηχανή αεροπλάνου.
Το αμάξι ζεστό,
σα μάλλινη σκούφια για το πρόσωπο.
Κλείδωσα και κατέβηκα.
Τα πρώτα βήματα αβέβαια,
συνηθισμένα στο μπετόν.
Οι πέτρες δαρμένες από αέρα και βροχή,
κοφτερές. Παντού κεραμιδί πευκοβελόνες.
Πεύκα: νέα, γέρικα, με αραιά κλαδιά,
με φρέσκα κουκουνάρια.
Έκοψα ένα, νεαρό. Κλειστό
σαν αστακούδι στη φωλιά του
και κυρτό σα δόντι-φυλαχτό.
Μύριζε ρετσίνι, πεύκο, τα παιδικά μου
χρόνια· δυνατότητα.
Ποίηση, Πόλις, 2013, 79 σελ.
Λονδίνο-Ιστανμπούλ – Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη
ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ
Μια μέρα θα χορέψεις και για μένα Νέα Υόρκη
κατακαλόκαιρο στον τσιμεντένιο ήλιο
με σαγιονάρες θ’ ανεβείς στα συντριβάνια
να μου χαρίσεις αυτά που χρόνια μού ‘χεις τάξει.
ΚΑΛΑΜΑΡΙΑ
Καλαμαριά. Νύχτα.
Από τον έκτο όροφο θάλασσα κι ουρανός
δρόμος ανοιχτός ως τον Όλυμπο
ένα αδιαπέραστο μαύρο.
Τα φώτα της πόλης βουβά αστέρια στον Θερμαϊκό.
Νεκρές, μικρές ώρες.
Η φωτογραφία σου στο άγνωστο δωμάτιο-
Φως.
Βγαίνω μες τη νύχτα.
Η ζωή σου πριν από μένα, μυστήριο νοτισμένο αχλύ.
Ψηλαφώ την παρουσία σου στους υγρούς τοίχους
οσφραίνομαι τα σημάδια σου στις κίτρινες λάμπες του δρόμου.
Άχρονη, αόρατη, αβαρής
γλιστρώ στη ζωή σου εγκυμονώντας τον έρωτά μου για σένα.
(Γέννησα στο Ε. Βενιζέλος, στις αφίξεις, το επόμενο μεσημέρι.)
ΑΛΙΣΒΕΡΙΣΙ
Η ποίηση δεν είναι ξεκαθάρισμα λογαριασμών
είπες· κι έστρεψες το μολύβι σου
σε μεγαλεπίβολες ιδέες που θα θεμελίωναν
την ιστορία του μέλλοντος.
Τώρα κανείς δε σε θυμάται
παρά μονάχα μέσ’ απ’ τη γραφή μου.
Ποίηση, Πόλις, 2009, 72 σελ.
Πηγές: Biblionet, Πόλις