Λυρική Ποίηση

Στ. Λογοτεχνίας


Εντεχνη ποίηση – Λυρική ποίηση
Το λυρικό ποίημα δεν αποτελείται από εκατοντάδες στίχους. Είναι μικρό. Δεν αναφέρεται σε μεγάλα εξωτερικά, ιστορικά, μυθικά κλπ. γεγονότα. Αλλά τραγουδάει τους πόνους καί τις χαρές της ψυχής. Το λυρικό ποίημα εκφράζει την εσωτερική διάθεση του δημιουργού. Είναι ποίημα καθαυτό προσωπικό. Στην αρχαία Ελλάδα τα ποιήματα αυτά τα τραγουδούσαν συνοδεύοντάς τα με τη λύρα. Γι’ αυτό καί ονομάστηκαν λuρικά.

Ιστορικό
Στις αρχές του 7ου αι. π.X. το ενδιαφέρον για την επική ποίηση εξασθενεί και κάνει την εμφάνισή της η λυρική ποίηση, που καλλιεργείται μεταξύ των ετών 650-450 π.X.
Λυρική ποίηση είναι η ποίηση που τραγουδιόταν, είτε από ένα άτομο είτε από ομάδα τραγουδιστών, με συνοδεία λύρας αρχικά και στη συνέχεια με άλλα μουσικά όργανα, όπως ο αυλός, η κιθάρα, η φόρμιγγα, η βάρβιτος κ.ά. Γεννήθηκε από την ανάγκη του ανθρώπου να εκφράσει ελεύθερα τα συναισθήματα και τις ιδέες του.

Διαφορές έπους και λυρικής ποίησης
H ποίηση του Oμήρου εκφράζει μια συγκεκριμένη κοινωνία, την πολεμική αριστοκρατία, ενώ με τη λυρική ποίηση το άτομο χειραφετείται και αποδεσμεύεται από μια «δεδομένη» τάξη, αναζητώντας την προσωπική του φυσιογνωμία. Έτσι, από τον Όμηρο, ο οποίος είναι ανώνυμος στο έργο του, περνάμε στον επώνυμο ποιητή της λυρικής ποίησης, που αναδύεται ως πρόσωπο και διαλέγεται ακόμη και με τον εαυτό του. H λυρική ποίηση εμφανίζεται ως αντίλογος τόσο στον ηρωικό μύθο όσο και στη στερεότυπη μορφή του, την εξάμετρη αφήγηση.

Έπος:
1) μεγάλη έκταση
2) ίδια μορφή (γλώσσα και στιχουργία) και περιεχόμενο (αφήγηση άθλων)
3) αντικειμενική, περιγραφική ποίηση
4) αναφέρεται στο παρελθόν (εκεί – τότε – μακριά)
5) ηρωικό ιδεώδες

Λυρική ποίηση:
1) μικρή έκταση
2) ποικιλία στη μορφή (γλώσσα – μέτρο) και στο περιεχόμενο (πλούσια θεματική)
3) υποκειμενική (προσωπική) ποίηση
4) αναφέρεται στο παρόν (εδώ – τώρα – πλησίον)
5) διαφωνία, πολλές φορές, με τα ιδεώδη του έπους

Παράγοντες ανάπτυξης
Στην ανάπτυξη της λυρικής ποίησης ουσιαστικό ρόλο διαδραμάτισαν οι νέες συνθήκες που αρχίζουν να επικρατούν με τη δημιουργία της «πόλεως», η οποία αρχίζει να οργανώνεται συλλογικά με τη συμμετοχή των πολιτών στα κοινά. Ουσιαστικό, επίσης, ρόλο διαδραμάτισαν οι κοινωνικοί και πολιτικοί αγώνες που αμφισβήτησαν το θεσμό της βασιλείας και αρνήθηκαν τον παλαιό ομηρικό κόσμο. Oι πολιτειακές μεταβολές ανέτρεψαν τη βασιλεία και εγκαθίδρυσαν αριστοκρατικά και «τυραννικά» καθεστώτα και στη συνέχεια πολιτεύματα δημοκρατικά.

Παράγοντες που συντέλεσαν στην ανάπτυξή της ήταν ακόμη: ο αποικισμός, η οικονομική ανάπτυξη, οι κοινωνικοπολιτικές ανακατατάξεις και αλλαγές, καθώς και οι πνευματικές εξελίξεις (αφύπνιση του ατόμου και ανάγκη για προσωπική έκφραση και ελευθερία).

Tο άτομο αφοσιώνεται στην προσπάθεια βελτίωσης της ζωής και επιδιώκει να εκφράσει τις προσωπικές ή ομαδικές συγκινήσεις, οι ευκαιρίες εκδήλωσης των οποίων είναι πολλές. Τα πατριωτικά συναισθήματα ενισχύονται με τις πανελλήνιες γιορτές, τους μεγάλους αγώνες και τα πανηγύρια. Η κοινή ζωή συνεχώς επεκτείνεται και οδηγεί στις παντός είδους συγκεντρώσεις και στα συμπόσια. Μέσο έκφρασης όλων αυτών θα αποτελέσει η λυρική ποίηση, αφού τα ποιήματα τώρα δε γράφονται μόνο για να τα διαβάζουν ή για να τα ακούν, αλλά και για να τα τραγουδούν· ορισμένα μάλιστα από αυτά τα χορεύουν.

Πηγές
Mαρτυρίες και πρώιμες λυρικές αναφορές παρέχουν: η δημώδης ποίηση (όπως η Eἰρεσιώνη2 στη Σάμο και το Pοδιακό χελιδόνισμα, χαριτωμένα παιδικά τραγούδια), τα ομηρικά έπη (τραγούδι γάμου, χορευτικό τραγούδι, τραγούδι που συνοδεύει τη δουλειά, μοιρολόγια) και τα σχετικά με τη λατρεία (παιάνες, Nόμοι, τραγούδια με κιθάρα για τον Aπόλλωνα)· ακόμη, η μουσική παράδοση της Aνατολής (Aιγύπτου, Bαβυλώνας), που πέρασε στις μικρασιατικές αποικίες και στα νησιά του Aιγαίου.

Περιεχόμενο
Το περιεχόμενο των ποιημάτων της αρχαίας λυρικής ποίησης αναφέρεται σε όλους σχεδόν τους τομείς της αρχαίας κοινωνίας:
•Θρησκευτική ζωή: ύμνοι, παιάνες, διθύραμβοι.
•Εθνική ζωή: ελεγείες (με περιεχόμενο πολεμικό), εμβατήρια, επινίκια, εγκώμια.
•Πολιτική ζωή: ελεγείες, ίαμβοι, παρωδίες.
•Ιδιωτική ζωή: σκόλια (= συμποτικά αυτοσχέδια άσματα), ερωτικά, υμέναιοι (= τραγούδια γάμου, επιθαλάμια), θρήνοι, επικήδειοι, επιγράμματα.

Mουσική
Oι πληροφορίες μας για την αρχαία ελληνική μουσική είναι ελάχιστες. Σε ασφαλείς διαπιστώσεις μπορούμε να οδηγηθούμε μόνο για τη λογοτεχνική μορφή των λυρικών ποιημάτων. Πάντως, η αρχαία ελληνική λυρική ποίηση είναι ποίηση που άδεται και συνοδεύεται από μουσικά όργανα. Mερικές φορές άδεται όχι από έναν τραγουδιστή (μονωδία – μονωδιακή), αλλά από χορό (χορωδιακή), που άλλοτε είναι ακίνητος και άλλοτε κινείται με ρυθμικούς βηματισμούς.

Xαρακτηριστικά
H λυρική ποίηση είναι δυναμική και πολυδιάστατη παρά την αποσπασματικότητά της. Έχουν διασωθεί μερικά αποσπάσματα (fragmenta) από ολιγόστιχα ποιήματα, ή λίγοι μόνο στίχοι. Διακρίνεται για την ποικιλία των διαλέκτων, των μέτρων, του ρυθμού, της έκφρασης, των σκέψεων, των ιδεών και των διαθέσεων, την ποικίλη θεματική, καθώς και από την προσωπική στάση του ποιητή απέναντι στα πολεμικά ή πολιτικά προβλήματα. H πληθώρα των κέντρων ανάπτυξης αποτελεί ιδιαίτερο χαρακτηριστικό (Mικρά Aσία, νησιά, πόλεις κυρίως Eλλάδας, Mεγάλη Eλλάδα).

Σε περίοδο τριών αιώνων οι λυρικοί ποιητές μεταδίδουν το μήνυμά τους, ο καθένας με τον τρόπο του, που επικεντρώνεται στην ηθική σκέψη, η οποία διέπεται από την αντίληψη της θεϊκής τιμωρίας για την υπέρβαση του μέτρου.

Aξία
H λυρική ποίηση είναι καθαρά προσωπική ποίηση. Yπηρέτησε την πολιτική ελευθερία, που σχετίζεται με την απόρριψη της τυραννίας και της πολιτικής βίας. H απομάκρυνση από τον επικό μύθο και η προβολή των προσωπικών βιωμάτων και συγκινήσεων συνέβαλαν στην πνευματική ελευθερία.

H λυρική ποίηση σημαδεύει το πέρασμα από την επική αφήγηση των κατορθωμάτων στην πεζογραφία και το αττικό δράμα. H προώθηση της προσωπικής σκέψης και των προβληματισμών οδηγούν στο δρόμο του φιλοσοφικού στοχασμού και της επιστημονικής έρευνας. H επίδρασή της είναι μεγάλη και στην τέχνη, ιδιαίτερα την αγγειογραφία και τη γλυπτική. H επιβίωσή της συνεχίζεται, διαμέσου των αιώνων, έως τις μέρες μας.

Στον παρακάτω πίνακα παρουσιάζονται τα λυρικά είδη που διαμορφώθηκαν, ο τόπος στον οποίο καλλιεργήθηκαν κυρίως, καθώς και οι σπουδαιότεροι εκπρόσωποί τους.

1. Ελεγεία
Ιωνία: Καλλίνος ο Εφέσιος μέσα 7ου αι. π.Χ., Mίμνερμος ο Kολοφώνιος τελευταίο μισό 7ου αι. π.Χ., Φωκυλίδης ο Mιλήσιος αρχές 6ου αι. π.Χ.
Μέγαρα: Θέογνις ο Mεγαρεύς β’ μισό 6ου αι. π.Χ.
Αθήνα: Σόλων 640-560 π.Χ.
Σπάρτη : Tυρταίος μέσα 7ου αι. π.Χ.

2. Επίγραμμα
Κυκλάδες: Σιμωνίδης ο Κείος 556-468 π.Χ.

3. Ίαμβος
Κυκλάδες: Αρχίλοχος ο Πάριος α’ μισό 7ου αι. π.Χ., Σημωνίδης ο Αμοργίνος μέσα 7ου αι. π.Χ.
Ιωνία: Ιππώναξ ο Εφέσιος ακμή 540 π.Χ.

4. Μέλος
Λέσβος: Τέρπανδρος ακμή περ. 650 π.Χ., Αλκαίος 620-570 π.Χ περ., Σαπφώ 630-568 π.Χ. περ.
Ιωνία: Ανακρέων ο Τήιος 570-485 π.Χ. περ.

5. Χορική ποίηση
Σπάρτη: Αλκμάν μέσα 7ου αι. π.Χ.
Κάτω Ιταλία: Ίβυκος 640-555 π.Χ. περ.
Σικελία: Στησίχορος 636-556 π.Χ. περ.
Βοιωτία: Πίνδαρος 522-446 π.Χ. περ.
Κυκλάδες: Βακχυλίδης 510-450 π.Χ. περ.

Η λυρική ποίηση υπάρχει καί στις ημέρες μας. Οι περισσότεροι νεοέλληνες ποιητές είναι λυρικοί. Το κυριότερο γνώρισμα των ποιημάτων αυτών, είναι η μουσικότητα καί η αρμονία που πρέπει ν’ αναδίνουν. Τον βοηθητικό ρόλο που επαιζε στην αρχαιότητα η λύρα, πρέπει τώρα να τον παίζουν τα γλωσσικά στοιχεία του ίδιου του ποιήματος, οι κυματισμοί του μέτρου, ο εσωτερικός ρυθμός κλπ…
Καθώς οι αφορμές που κινητοποιούν την ψυχή είναι πολλές, πολλά είναι καί τα είδη που περιλαβαίνει η λυρική ποίηση.
Τα κυριότερα από αυτά είναι:

1. Ερωτική ποίηση
Η αγάπη καί o έρωτας είναι από τα ευγενέστερα συναισθήματα του ανθρώπου. Καί στάθηκαν μιά ακένωτη πηγή έμπνευσης γιά όλους τους ποιητές, από τους αρχαίους καιρούς ως τα σήμερα. Είναι αδύνατο να μη βρούμε ερωτικό ποίημα, ακόμα καί σε ποιητές αυστηρούς ή ποιητές που αφιέρωσαν τίς δυνάμεις τους αποκλειστικά σε άλλα είδη ποίησης.

Πολλές φορές το θέμα ενός ερωτικού ποιήματος είναι ολόϊδιο με κείνο που έγραψε άλλος ή άλλοι πολύ νωρίτερα. Ωστόσο δεν λένε τα ίδια πράγματα. Δεν αντιγράφουν ο ένας τον άλλο. Ανάμεσα στο θέμα καί στην εκτέλεση μπαίνει η ξεχωριστή προσωπικότητα του κάθε ποιητη καί το παραλλάζει.

2. Οικογενειακή ποίηση
Θα μπορούσε να θεωρηθεί σαν ένα ευρύτερο είδος της ερωτικής ποίησης. Τη θέση της αγαπημένης γυναίκας παίρνουν εδώ η μητέρα, η σύζυγος, η κόρη. Τα αισθήματα των γονιών προς τα παιδιά καί των παιδιών προς τους γονείς είναι θέμα της οικογενειακής ποίησης. Οσο γιά τις αφορμές, είναι ποικίλες, σαν τη ζωή. Χαρούμενες ή λυπημένες : η γέννηση, ο γάμος ο χωρισμός, ο θάνατος.

3. Ελεγειακή ποίηση
Εκείνο που διακρίνει την ελεγειακή ποίηση είναι ο λυπημένος τόνος, η βουβή απελπισία, ο ψυχικός σπαραγμός. Η ελεγειακή ποίηση αποτελεί έναν ποιητικό θρήνο, γιά κάτι αγαπημένο που χάσαμε ή που θυμούμαστε με συγκίνηση. Το είδος αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί σαν συμπλήρωμα των δύο προηγούμενων κατηγοριών, αφού, ένα ελεγειακό ποίημα, μπορεί ταυτόχρονα να είναι καί ερωτικό ή οικογενειακό.

4. Φυσιολατρική ποίηση
Είναι η ποίηση που υμνεί τη φύση σε όλες τις ώρες καί τις εποχές, με χαρούμενους ανοιξιάτικους τόνους η με μελαγχολικές φθινοπωρινές πινελιές. Τη φύση όπως τη ζούμε στο χειμωνιάτικο ύπαιθρο η όπως τη χαιρόμαστε στο φωτεινό καλοκαίρι. Σ’ εμάς, που έχουμε το δώρο μιάς θαυμάσιας Φύσης, η φυσιολατρική ποίηση είναι πλούσια, σε όλες τις περιόδους της λογοτεχνικής μας ίστορίας.
Υπάρχουν ποιήματα αυτοτελή, που είναι αποκλειστικά φυσιολατρικά. Υπάρχουν όμως κι ένα πλήθος ποιήματα, στα οποία το φυσιολατρικό στοιχείο αποτελεί απλώς τον περίγυρο, το πλαίσιο, όπου τοποθετούνται άλλες κεντρικές διαθέσεις. Π.χ., γιά να τονίσει κανείς εντονότερα την πένθιμη ψυχική κατάθλιψη που τον συνέχει, περιγράφει τη γύρω του μουντή φθινοπωρινή φύση ή συνδέει την ερωτική ευτυχία του μ’ ένα χαρούμενο ανοιξιάτικο τοπίο. Δηλαδή η φυσιολατρική ποίηση μοιάζει πολύ με άλλα είδη λυρικής ποίησης. Περισσότερο όμως απ’ όλα με την πατριωτική ποίηση.

5. Πατριωτική ποίηση
Οι πατριωτικοί στίχοι πιάνουν ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής ποίησης, από την αρχαιότητα ως τα σήμερα. Η πατριωτική ποίηση καθρεφτίζει όλη την πίστη, τη λεβεντιά καί την ανωτερότητα της φυλής μας, στις τόσες καί τόσες μεγάλες ιστορικές ώρες της. Νίκες, συμφορές, θρίαμβοι, δάφνες, σκλαβιά, μεγαλείο – όλα δίνονται με θαυμάσιους στίχους καί θερμές πατριωτικές εμπνεύσεις.
Η έμφυτη φιλοπατρία του Ελληνα, η μεγάλη ευαισθησία του, γιά ό,τι αφορά την τιμή καί τη δόξα της χώρας του, η κληρονομική του λατρεία προς το ιδανικό της ελευθερίας καί το αθάνατο μέλλον της Ελλάδας, έχουν ενσαρκωθεί σε πατριωτικά ποιήματα, από τα πιό φτερωμένα καί ενθουσιαστικά. Τα ίδια αισθήματα καί συναισθήματα θα τα βρούμε όχι μόνο στην έντεχνη ποίηση, αλλά, καί στη δημοτική.
Το πατριωτικό ποίημα μπορεί να γραφεί σε όλα τα είδη του στίχου’ υπάρχουν όμως μερικά είδη, που προτιμήθηκαν παλαιότερα, ειδικά γιά την πατριωτική ποίηση. Τέτοια είδη είναι: ο θούριος (ή εμβατήριο), ο ύ μνος, η ωδή καί ο παιάνας.

α) Ο θούριος. Είναι ενθουσιώδες πατριωτικό άσμα, που διεγείρει, εμψυχώνει καί φλογίζει. Εχει γοργό ρυθμό, σε τρόπο που να συναρπάζει λαό καί στρατιώτες καί να κυκλοφορεί εύκολα σε όλα τα στόματα, φέρνοντας ρίγος, συγκίνηση, ενθουσιασμό καί αποφασιστικότητα. Από την αρχαιότητα είναι γνωστός, ο «Θούριος» του Τυρταίου, που τον μετάφρασε κατά την Ελληνική Έπανάσταση, σε δημοτική γλώσσα, ο Σπυρίδων Τρικούπης:

– Τι τιμή στό παλικάρι, όταν πρώτο στη φωτιά
σκοτωθεί γιά την Πατρίδα με τη σπάθα στα δεξιά…

Επίσης το εγερτήριο σάλπισμα του Ρήγα, ο περίφημος «Θούριος», που δονούσε, πυρπολούσε καί συγκλόνιζε τις καρδιές των ραγιάδων Ελλήνων καί ο οποίος εμψύχωσε το σκλαβωμένο Γένος μας αρκετές δεκαετίες, ως τον ξεσηκωμό του ’21.

– Ως πότε παλικάρια, θα ζούμεν στα στενά
μονάχοι σαν λιοντάρια, στες ράχες στα βουνά;…

Ενα από τα πιό δημοφιλή θούρια, κατά τον περασμένο αιώνα, ήταν καί τό: – Μαύρη είναι η νύχτα στα βουνά… του Ραγκαβή.

β) Ο ύμνος. Ο ύμνος μοιάζει κι αυτός με το θούριο, έχει όμως περισσότερες λογοτεχνικές αξιώσεις. Το εμβατήριο μπορεί να μην έχει καί μεγάλη στιχουργική αξία’ με τη μουσική όμως, που το εμψυχώνει, επιτελεί ένα σημαντικό ρόλο. Αντίθετα, ο ύμνος, καί χωρίς να συνοδεύεται από μουσική, είναι από μόνος του, σαν γραπτό επίτευγμα, αυστηρός, σοβαρός καί μεγαλοπρεπής.
Οι αρχαίοι Ελληνες έψαλλαν ύμνους στους θεούς κατά την τέλεση διάφορων θυσιών καί εορτών. Υστερα ύμνοι άρχισαν να γράφονται γιά τους ηρωες. Στους Αλεξανδρινούς χρόνους αφιέρωναν ύμνους στους βασιλείς. Στη Βυζαντινή περίοδο η υμνογραφία μεταφέρθηκε στη χριστιανική ποίηση, γνωρίζοντας μεγάλη ακμή. Καί στους νεώτερους χρόνους ο ύμνος χρησιμοποιήθηκε στην πατριωτική ποίηση.
Ενα είδος ύμνου είναι καί ο Εθνικός ύμνος. Δηλαδή ύμνος που καθιερώνεται επίσημα από το λαό, να αποτελεί το σύμβολο της εθνικής του ενότητας. Ο Εθνικός ύμνος αναφέρεται συνήθως στο σημαντικότερο γεγονός της ιστορίας κάθε λαού (όπως η ανεξαρτησία του), ανακρούεται σε όλες τις επίσημες στιγμές καί αποτελεί ένα είδος συμβόλου (όπως είναι καί η σημαία). Ο Εθνικός ύμνος πρέπει να προκαλεί, όχι μόνο φλογερό ενθουσιασμό, αλλά καί συγκίνηση, υπερηφάνεια καί ευλάβεια προς τα ιδανικά του Εθνους. Εξαιρετικό τέτοιο δείγμα είναι ο Εθνικός μας ύμνος, που τον αποτελουν οι πρώτες στροφές από τον Υμνον εις την ελευθερίαν του Διονυσίου Σολωμού, με μουσική του κερκυραίου Ν. Μάντζαρου.

γ) Η ωδή. Η ώδή (που μπορεί επίσης να είναι καί θρησκευτική ή ερωτική) έχει ένα επιβλητικό τόνο καί μιά εμπνευσμένη μεγαλοπρέπεια, χωρίς να της λείπει κι ο ενθουσιασμός. Οι αρχαίοι έλεγαν ωδές όλα τα αδόμενα ποιήματα, τα ποιήματα δηλαδή που τα τραγουδούσαν. Είναι είδος που μοιάζει με τον ύμνο καί βρίσκεται σε άμεση επαφή με τη λυρική ποίηση. Γενικά, από τους νεώτερους ποιητές, ωδές έχει γράψει μόνο ο μεγάλος ποιητής μας Ανδρέας Κάλβος.

δ) Ο παιάνας. Οι παιάνες ήταν χορικά θρησκευτικά άσματα καί αποτελούσαν ευχαριστήριους ύμνους προς τον Απόλλωνα, όταν τους γλίτωνε από κάποια μεγάλη συμφορά. Κυρίως όμως οι παιάνες ήταν πολεμικοί: Θριαμβευτικά τραγούδια, πάλι προς τιμή του Απόλλωνα, ύστερα από κάποια πολεμική νίκη. Τους παιάνες τους τραγουδούσαν μόνο άντρες, με τη συνοδεία λύρας ή αυλού ή κιθάρας. Τα σημερινά εμβατήρια είναι ένα είδος παιάνων.

6. Θρησκευτική ποίηση
Οπως η πατρίδα, ετσι καί η θρησκεία είναι ζυμωμένη με την ψυχή του Ελληνα. Γι’ αυτό καί το θρησκευτικό στοιχείο δεν έλειψε ποτέ από την ελληνική ποίηση: αρχαία, αλεξανδρινή, βυζαντινή, μεσαιωνική καί νεώτερη.

Οί αρχαίοι Ελληνες χρησιμοποιούσαν στη θρησκευτική τους ποίηση τον παιάνα, γιά να ευχαριστήσουν το Θεό, τον ύμνο γιά να εγκωμιάσουν το μεγαλείο των Θεών, την ωδή γιά να εκφράσουν τη θρησκευτική τους ευλάβεια. Η μεγάλη ανάπτυξη της θρησκευτικής ποίησης σημειώθηκε την εποχή του Βυζαντίου. Ολα τα άλλα θέματα είχαν σχεδόν καταργηθεί. Δεν υπήρχε η λεγόμενη κοσμική ποίηση. Αλλά όλοι οι ποιητές, μικροί καί μεγάλοι, αντλούσαν τις εμπνεύσεις τους από τη θρησκευτική πίστη καί μόνο. Μετά την πτώση της Πόλης, οπότε η ποίηση πέρασε σε μιά περίοδο παρακμής, πάλι δεν έλειψε η θρησκευτική ποίηση. Τα ποιήματα αυτής της κατηγορίας δεν έχουν μεγάλη ποιητική αξία. Είναι συνήθως έμμετροι βίοι αγίων ή ακροστιχίδες ή αλφαβητάρια. Πότε κατεβαίνοντας τάχα στον Αδη ή πότε βλέποντας ένα μεγάλο όνειρο, ο ποιητής διηγείται σε εκατοντάδες στίχους τις περιπέτειές του, βρίσκοντας αφορμή να δώσει ηθικές συμβουλές, θρησκευτικές παραινέσεις καί γενικά ηθικο­θρησκευτικά διδάγματα.

Η νεώτερη ελληνική ποίηση έχει άφθονες θρησκευτικές εμπνεύσεις, που υμνούν το μεγαλείο του Θεού καί δοξάζουν τη γλυκύτητα του θείου Ναζωραίου. Αλλες αποτελούν ευλαβικές παρακλήσεις στην Παναγία καί τους αγίους. Αλλες αναφέρονται στις μεγάλες γιορτές της Χριστιανοσύνης (Πάσχα, Δεκαπενταύγουστο, Χριστούγεννα). Αλλες συνδυάζονται με τα γραφικά ελληνικά πανηγύρια καί την εξύμνηση της φύσης ή αποτελούν προσευχές, παρακλήσεις καί εξομολογήσεις.

7. Άλλα λυρικά είδη
Στη λυρική ποίηση περιλαβαίνονται μερικά ακόμα είδη, όπως η βακχική ποίηση, με ποιήματα που υμνούν το κρασί, την ευθυμία καί την ξενοιασιά της ζωής. Στην αρχαιότητα υπήρχαν αρκετά τέτοια ποιήματα, γιατί σχετίζονταν με τις διονυσιακές (βακχικές) γιορτές. Στα νεώτερα χρόνια βακχικά ποιήματα έγραψε ο Αθανάσιος Χριστόπουλος. Σήμερα το είδος δεν καλλιεργείται, παρά σποραδικά, καί σε χαμηλό επίπεδο, κυρίως από στιχοποιούς στα λαϊκά περιοδικά.

Μιά αλλη κατηγορία είναι η λεγόμενη φιλοσοφική ποίηση (ή διδακτική ή κοινωνική ή γνωμική). Πραγματεύεται με τη μορφή του στίχου γενικές απόψεις καί θεωρήσεις της ζωής. Μεταδίνει την πείρα σεβάσμιων ποιητών, που πολλά έχουν να πουν από τις πολύτιμες γνώσεις τους, ή περιλαβαίνουν παράπονα γιά τις κοινωνικές αδικίες.

Συχνά στο λυρικό είδος περιλαβαίνεται καί η σατιρική ποίηση. Δεν πρέπει όμως να εννοούμε την πρόχειρη σάτιρα, που διακωμωδεί ενα γεγονός της επικαιρότητας – γεγονός που αύριο θα ξεχαστεί. Αλλά την ποίηση που με αληθινή ποιητική διάθεση καυτηριάζει γενικότερες καί διαρκείς καταστάσεις (Λασκαράτος). Σατιρικά ποιήματα έχουν γράψει καί πολλοί καθαρά λυρικοί ποιητές, όπως ο Σολωμός, ο Παλαμάς, ο Βάρναλης κ.ά.

Ενα τελευταίο είδος που ανήκει στη λυρική ποίηση είναι ο διθύραμβος. Το είδος αυτό δεν υπάρχει σήμερα (ένα-δυό ποιήματα του Σικελιανού θα μπορούσαν μόνο να xαρκτηριστoύν έτσι). Είναι αρχαίο είδος, καί μάλιστα αρχαιότατο. Αποτελούσε ύμνο στον Διόνυσο καί τον Βάκχο. Είχε γοργό ρυθμό καί τον ενέπνεε ένα ζεστό κύμα ενθουσιασμού. Γι’ αυτό, με τον καιρό, κατάληξε να χρησιμοποιείται ως τραγούδι του χορού, του «κύκλιου χορού» των αρχαίων. Αντί γιά τον Διόνυσο, άρχισε να υμνεί τον Απόλλωνα. Υστερα άρχισε να αναφέρεται στους άλλους θεούς του Ολύμπου καί στο τέλος έπαιρνε τα θέματά του από μυθικά γεγονότα. Δηλαδή, λίγο­ λίγο ξέφευγε από τον αρχικό θρησκευτικό χαρακτήρα του καί γινόταν χορευτικό τραγούδι, με τη συνοδεία αυλού καί κιθάρας. Η μορφή αυτή του διθύραμβου, στην Αττική, στάθηκε ο πυρήνας, από τον οποίο, σιγά-σιγά δημιουργήθηκε, με τη συνεχή εξέλιξη, το αρχαίο δράμα, η δραματική ποίηση, όπως λέμε.

Πηγές: Θ.Ροδάνθης, Σχολικά εγχειρίδια