Μελισσάνθη

Ελληνες λογοτέχνες
H Μελισσάνθη (φιλολογικό ψευδώνυμο της Ηβης Κούγια-Σκανδαλάκη) (1910-1990) γεννήθηκε τό 1910 στην Αθήνα και σπούδασε στο Γαλλικό Ινστιτούτο, και γερμανική γλώσσα και φιλολογία στην προπολεμική Γερμανική Σχολή Αθηνών. Ασχολήθηκε επίσης με την αγγλική γλώσσα, τη μουσική, τη ζωγραφική και το χορό. Εργάστηκε ως καθηγήτρια γαλλικών σε ιδιωτικά και δημόσια σχολεία και ως δημοσιογράφος. Το 1932 παντρεύτηκε τον Ιωάννη Ν. Σκανδαλάκη, δικηγόρο, πολιτικό και συγγραφέα φιλοσοφικών πραγματειών. Συνεργάστηκε σε λογοτεχνικές και θεατρικές εκπομπές του Ελληνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας (1945-1955), ήταν μέλος της Γυναικείας Λογοτεχνικής Συντροφιάς (1961-1972), της επιτροπής Κρατικών Βραβείων (1969-1975), του Κύκλου για το Παιδικό Βιβλίο (1969-1971).
Στο χώρο της λογοτεχνίας πρωτοεμφανίστηκε το 1930 με την έκδοση της ποιητικής συλλογής “Φωνές εντόμου” και το 1931 κυκλοφόρησε τη λιθογραφημένη ποιητική συλλογή “Προφητείες”, η οποία αποτέλεσε το λογοτεχνικό γεγονός της χρονιάς. Ξεκίνησε να γράφει ποίηση στα πλαίσια της παραδοσιακής στιχουργικής και οδηγήθηκε σταδιακά προς τον ελεύθερο στίχο (από το 1945), επιλογή που οδήγησε και σε μια ανάλογη ανανέωση των θεματικών και γλωσσικών της επιλογών. Ασχολήθηκε επίσης με το φιλοσοφικό δοκίμιο και τις λογοτεχνικές μεταφράσεις. Τιμήθηκε με τον Έπαινο της Ακαδημίας Αθηνών (1936), την Εύφημο Μνεία Βραβείου Παλαμά, το Β΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1965), το Παράσημο Χρυσούς Σταυρός Τάγματος Εποποιίας, το Α΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1976), το Βραβείο του Ιδρύματος Ουράνη, το Βραβείο Μεταφραστών, το Μετάλλιο Δήμου Πειραιώς και το Αργυρούν Μετάλλιο της Ακαδημίας Αθηνών.

H Μελισσάνθη, που σπούδασε διάφορες μορφές της τέχνης, ζήτησε να εκφραστεί με την πιό λυρική μορφή του λόγου, την ποίηση. Μόνο που και σ’ αυτό το είδος της τέχνης θέλησε να πρωτοτυπήσει. Δεν θέλησε ν’ ακολουθήσει τις άλλες ποιήτριες και να χύσει στους στίχους τον πλούτο της γυναικείας εύαισθησίας και τρυφερότητας. Προτίμησε να δώσει στα ποιήματά της μιά βαθιά και ταραγμένη διανοητικότητα. Είναι μιά πνευματική ποιήτρια, συμβολικής νοοτροπίας, ευαίσθητη και ανήσυχη μπροστά στα φαινόμενα της ζωής, σε τρόπο που, επειδή δέν βρίσκει σαφείς απαντήσεις στις μύχιες σκέψεις της γιά τη ζωή και το θάνατο, ζητά την εξιλέωση και τη σωτηρία, στην ικεσία, στη δέηση – κάποτε και στην προσευχή. Κι όταν νομίζει πως τα οράματά τους δεν της έδωσαν την ψυχική γαλήνη, εγκαταλείπει την εγκαρτέρηση και ο στίχος γίνεται σκληρός, αρνητικός, και σατιρικός.
Η ποίηση της τοποθετείται στο χώρο του υπαρξισμού και της μεταφυσικής αγωνίας. Μερικοί στίχοι της:

Απόψε είπα μ’ είχες πιά κερδίσει,
που ρόδισαν οι πόθοι μου όλοι ανθοί.
Μα πριν ή ο αλέκτωρ τρις φωνήσει
Κύριέ μου, σε είχα αρνηθεί.
– Από τις Προφητείες

H; Σ’αγνώστους ουρανούς οδεύουμε τυφλοί…
Κάθε μας πράξη ανθρώπινη πώς ν’ ακτινοβολεί
στο άπειρο; Τι προέκταση να παίρνει και τι σχήμα
πέφτοντας ο ίσκιος μας, πέρα από το μνήμας;
– Από τη Φλεγόμενη βάτο

Η ιδέα του θανάτου ήταν ο κεντρικός πυρήνας της υποστασιακής και με συμβολικό διάκοσμο ποίησή της, ακόμα και στα τελευταία τραγούδια της: «Τo φράγμα τής σιωπής».

«H θρησκευτική της συνείδηση – γράφει o Μιχ. Περάνθης – διασταυρώνεται και με άλλες καταστάσεις, αγωνιώδεις περισσότερο, αλγεινές συνήθως, που ξεκινούν από τον εαυτό της και που επιτακτικά και απεγνωσμένα, δαρμένες ως είναι από το ηθικό πρόβλημα, ζητούν το Θεό ή επιδιώκουν μιά συμβολική επέκταση προς τη χώρα της φαντασίας».

«Η ποίηση της Μελισσάνθης – έγραψε ο Γ. Σαραντάρης, – γεννιέται από ένα υποστασιακό πόνο, που η ποιήτρια από διάκριση προς τον εαυτό της και προς τους άλλους, σκεπάζει μ’ έναν πέπλο. Ομως δεν αφανίζει, δεν σβήνει τον πόνο της. Μήτε ζητάει παροδικά να ξεγελάσει τον εαυτό της. Αλλά ξεκινώντας από μιά κατάσταση που μοιάζει να είναι μοίρα της, προσπαθεί, και συχνά το πετυχαίνει, να στοχαστεί ποιός είναι ο βίος του ατόμου, αγνάντια σε μιά βέβαιη αιωνιότητα».

H Μελισσάνθη συνεργάστηκε στο λογοτεχνικό πρόγραμμα της Ε.Ρ.T., έγραψε μελετήματα πάνω σε λογοτεχνικά θέματα και διάφορα άρθρα σχετικά με τα προβλήματα της τέχνης. Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί και σε ξένες γλώσσες.

Έφυγε από τη ζωή στις 9 Νοεμβρίου 1990, ταλαιπωρημένη από τον καρκίνο, και ενταφιάστηκε στο Πρώτο Νεκροταφείο Αθηνών.
Ποίηση
Φωνές εντόμου (1930)
Προφητείες (1931)
Η Φλεγόμενη βάτος (1935)
O γυρισμός του Ασώτου (1936)
Ωσαννά και Οραματισμός (1939)
Λυρική Εξομολόγηση (1945)
Η εποχή του ύπνου και της αγρύπνιας (1950)
Ανθρώπινο Σχήμα (1961)
Το φράγμα της Σιωπής (1965)
Εκλογή 1930-1950 (1965)
Μικρή εκλογή 1930-1961 (1970)
Εκλογή 1961-1965 (1970)
Εκλογή 1961-1977 (1979)
Τα Νέα Ποιήματα (1974-1982 (1982)

Πεζογραφία
Νύξεις και εκδοχές – Δοκίμιο (1985)
Ο μικρός αδελφός – Θεατρικό (1960)
Με τους αρχαίους θεούς – Παιδικές ιστορίες (1985)

Μεταφράσεις
Πιέρ Γκαρνιέ, Εκλογή (1965)
Εμιλυ Ντίκινσον, Ποιήματα (1980)
Πωλ Βαλερύ, Χορός και Ψυχή (1988)

Συγκεντρωτικές εκδόσεις
Εκλογή 1930-1950 (1965)
Τα ποιήματα της Μελισσάνθης 1930-1974 (1975)
Οδοιπορικό, ποιήματα 1930-1984 (1986)

Βραβεία
Β Κρατικό βραβείο Ποίησης, 1966
A Βραβείο του Ιδρύματος Ουράνη, 1976
Το Αργυρούν Μετάλλιο της Ακαδημίας Αθηνών, 1989

Βιβλιογραφία
Ν. Σφυρόερα, Μελισσάνθη, 1938
Αθ. Ταρσούλη, Ελληνίδες ποιήτριες, 1951
Μ. Περάνθη, Μεγάλη ποιητική ανθολογία, 1954
Β. Βαρίκα, Συγγραφείς και κείμενα, 1975

Οδοιπορικό – Μελισσάνθη

Ποιήματα 1930-1984


«Στη νύχτα που έρχεται»
Ξεκινάμε ανάλαφροι καθώς η γύρη
που ταξιδεύει στον άνεμο
Γρήγορα πέφτουμε στο χώμα
ρίχνουμε ρίζες, ρίχνουμε κλαδιά
γινόμαστε δέντρα που διψούν ουρανό
κι όλο αρπαζόμαστε με δύναμη απ΄τη γη
Μας βρίσκουν τ’ ατέλειωτα καλοκαίρια
τα μεγάλα κάματα. Οι άνεμοι, τα νερά
παίρνουν τα φύλλα μας. Αργότερα
πλακώνουν οι βαριές συννεφιές
μας τυραννούν οι χειμώνες κι οι καταιγίδες
Μα πάντα αντιστεκόμαστε, ορθωνόμαστε
πάντα ντυνόμαστε με νέο φύλλωμα
Ωσότου, φτάνει ένας άνεμος παράξενος
-κανείς δεν ξέρει πότε κι από πού ξεκινά-
μας ρίχνει κάτω μ’ όλες μας τις ρίζες στον αέρα.
Για λίγο ακόμα μες στη φυλλωσιά μας
κάθεται κρυμμένο -να πει μια τρίλλια του
στη νύχτα που έρχεται- ένα πουλί.

Ποίηση, Εκδόσεις Καστανιώτη, 2000, 363 σελ.

Νύξεις και εκδοχές – Μελισσάνθη




Γιατί, αν ο πλανήτης μας είναι αυτό που ήμαστε εμείς, τότε είναι δυνατό να γίνει κι αυτό που μπορούμε να γίνουμε. Αυτό δηλ. που μπορεί να γίνει ο καθένας μας με αγώνα προσωπικό. Και να, πως η ευθύνη και με ποιο τρόπο, ξαναγυρίζει στο ξεχωριστό άτομο. Εννοούμε το άτομο στην απεριόριστη δυνητικότητά του. Γιατί το άτομο στην στοιχειώδη του κατάσταση, δεν είναι τίποτα περισσότερο απ’ αυτό που λέει η επιστήμη της ψυχολογίας: ένα “ψυχολογικό υβρίδιο”. Και μόνο με τη διάνοιξή του μέσα στον όλον που είναι το όντως ον, το ξεμοναχιασμένο άτομο μπορεί να αποκτήσει αυθεντικότητα και τελικά να υπάρξει. Το άτομο στη δυνητικότητά του δηλ. να γίνει ο συνολικός άνθρωπος και να πραγματώσει την αληθινή ανθρώπινη κοινωνία, που εντός του φέρνει εγγεγραμμένο το πνευματικό της πρότυπο.

Δοκίμιο, Πρόσπερος, 1990, 116 σελ.

Πηγές: ΕΚΕΒΙ, Biblionet, Θ.Ροδάνθης, Πρόσπερος, Εκδόσεις Καστανιώτη