Ζωή Γκαϊδατζή

Ελληνες λογοτέχνες
Η Ζωή Γκαϊδατζή έχει εργαστεί ως Κοινωνική Λειτουργός με παιδιά, ηλικιωμένους και άτομα με ειδικές ανάγκες.
Είναι λάτρις της μουσικής και του θεάτρου και έχει εργαστεί στο σχεδιασμό και στην κατασκευή θεατρικών κουστουμιών. Επίσης έχουν ανέβει έργα της με ερασιτεχνικούς θιάσους. Έχει ασχοληθεί με διάφορα είδη του γραπτού λόγου, κείμενά της έχουν δημοσιευτεί σε λογοτεχνικά έντυπα και έχει λάβει μέρος σε διαγωνισμούς. Το 1997 τιμήθηκε με το Β΄ Βραβείο Δοκιμίου σε πανελλήνιο λογοτεχνικό διαγωνισμό που προκήρυξε ο σύλλογος “Το καφενείο των ιδεών”. Ασχολείται με τον πολιτισμό γενικά και έχει λάβει μέρος σε ομάδες με πολιτιστική ψυχοκοινωνική δράση ως μέλος ή ως συντονίστρια. Τραγούδια της έχουν διδαχτεί σε παιδιά ολοήμερων σχολείων.
Ποίηση
Λοβοτομές τελευταίας τεχνολογίας (2018), Κύμα

Δοκίμια-Μελέτες-Ιστορία-Βιογραφίες
Βαγγέλης Σούκας, όλα για τ’ όνομα (2005), Κέδρος

Λοβοτομές τελευταίας τεχνολογίας – Ζωή Γκαϊδατζή




Αυτή είναι η πρώτη ποιητική συλλογή της συγγραφέως που εκδίδεται και περιλαμβάνει σαράντα ποιήματα. Πρόκειται για ποίηση ωμή και καταγγελτική γιά όσα ζούμε αλλά προ πάντων για όσα έρχονται καταπάνω μας σαν από ταινία επιστημονικής φαντασίας. Ο θάνατος, ο έρωτας, τα όνειρα, η χειραγώγηση, οι παλιές αξίες που εξαφανίζονται, οι εξαρτήσεις, οι λέξεις, η παραγωγή, οι παντοδύναμες εταιρείες, οι ανθρώπινες αδυναμίες και οι τρόποι διαφυγής είναι κάποια από τα θέματα των πολύ δυνατά δοσμένων και συνήθως ολίγων γραμμών ποιημάτων για ένα δύσκολο μέλλον που ήδη ζούμε.

ΜΕΤΑΞΩΤΕΣ ΠΟΛΕΙΣ
Στις Μεταξωτές Πόλεις
ο αέρας κάθεται κάτω
και η γη πετάει ψηλά.
Η κηδεία είναι γιορτή
και ο έρωτας θάνατος.
Τα παιδιά κατέχουν όλα τα αξιώματα
και οι ενήλικες δουλεύουν
στα εργοστάσια παραμυθιών και παιχνιδιών.
Στις μεταξωτές πόλεις
οι άνθρωποι δεν τρώνε,
σκέφτονται ότι τρώνε.
Δεν κοιμούνται, σκέφτονται ότι κοιμούνται.
Στις Μεταξωτές Πόλεις
η αυτοκτονία με μεταξωτή κορδέλα
είναι η Υπέρτατη Ευτυχία.

Ποίηση, Κύμα, 2018, 50 σελ.

Βαγγέλης Σούκας, όλα για τ’ όνομα – Ζωή Γκαϊδατζή




Η ζωή και το έργο του σπουδαιότερου εν ζωή Έλληνα παραδοσιακού κλαρινίστα
Στην αυτοβιογραφία του Βαγγέλη Σούκα, του παιδιού από το Κομπότι της Άρτας που αναγκάστηκε να γίνει προστάτης οικογένειας από τα δεκατέσσερα χρόνια του, θα βρείτε έναν αγωνιστή της ζωής που ανέβασε την τέχνη του κλαρίνου σε απρόσμενα ύψη. Ονειρευόταν να έρθει στην Αθήνα για “να κάνει πλάκες”, να φτιάξει όνομα, να μην ξαναδοκιμάσει την πείνα της Κατοχής και την καταφρόνια που αντιμετώπιζαν οι μουσικοί.
Τόλμησε να κλέψει την καλύτερη του χωριού και έφτιαξε την οικογένειά του ανάμεσα σε πολλές δυσκολίες. Αγωνίστηκε για να χαρούν τα παιδιά του όσα αυτός δε χάρηκε. Διδάχτηκε και δίδαξε, αδίκησε και τον αδίκησαν, τον λάτρεψαν και τον φθόνησαν, όμως πάντα του ήταν αυτό που έδειχνε: ένας ασυμβίβαστος και ακούραστος εργάτης, πότε γεμάτος πίστη στο Θεό αλλά και κάποτε -σε στιγμές αβάσταχτης δυστυχίας- γεμάτος αγανάκτηση. Είτε είστε μουσικός είτε όχι, θα βρείτε σε αυτή την αληθινή ιστορία ό,τι έχει αγγίξει ή πρόκειται να αγγίξει τις πιο ευαίσθητες χορδές της καρδιάς και του μυαλού σας. Θα γίνεται καλύτεροι άνθρωποι. Και όπως συμβουλεύει κάπου και ο ίδιος ο βιογραφούμενος:
“Μην παρατήσετε το όργανο γιατί θα σας παρατήσει πρώτο αυτό!”

Βιογραφία, Κέδρος, 2005, 244 σελ.

Πηγές: Biblionet, Κέδρος, Κύμα