Σπούδασε Οικονομικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο του Πειραιά. Συνέχισε με μεταπτυχιακές σπουδές στη Σκοτία και στην Ελλάδα. Το 2017 κυκλοφόρησε, από τις εκδόσεις Ιωλκός, η πρώτη της ποιητική συλλογή “Μάταιος Αύγουστος” κι ακολούθησαν οι “Ώρες το 2019”, οι οποίες μεταφράστηκαν στα γαλλικά. Φωτογραφίες και κείμενά της έχουν δημοσιευθεί σ’ εφημερίδες και ηλεκτρονικά περιοδικά.
Μάταιος Αύγουστος (2017), Ιωλκός
Ώρες (2019), Ιωλκός
Επτά και μισή λύπη (2022), Ιωλκός
Επτά και μισή λύπη – Ελένη Παπανδρέου
Επτά και μισή λύπη έδειξε ο δείκτης.
Στη μέση της πλατείας ένα χελιδόνι ξυπνά. Στα φτερά του κάκτοι στρογγυλοί σαν βράχοι και ποτάμια της Σαχάρας. Θα μπορούσε να είναι καλοκαίρι. Κλείνει τα μάτια. Ακόμα έχει καιρό να γίνει σύννεφο.
Στις τέσσερις φύσαγε βοριάς, στις πέντε, το παιδί έφερε ένα χαρτόνι σύννεφα. Μισά τα έκρυψε στις τσέπες του, μισά τα χάρισε στον ορίζοντα.
Πόρνη και πατρίδα η πόλη αυτή δίνεται σε όλους και σε κανέναν. Τι κι αν καθαρίζεις όλες τις κρύπτες της ψυχής; Πάντα μια γωνία, πάντα μια λέξη χωρίς ήλιο στέκει στη μέση μιας άγνωστης μέρας.
Ποίηση, Ιωλκός, 2022, 72 σελ.
Ώρες – Ελένη Παπανδρέου
“Πράγμα δικό σου πιότερο από τη μοίρα δεν υπάρχει. Στερεωμένη καλά στις πόρτες που θα διαβείς, στις ώρες που θα μετρήσεις σε παρακολουθεί σαν θεατής που έκλεψε τη συνέχεια απ’ τα χείλη του σκηνοθέτη. Υπομονετική, γυμνή, ανάλαφρη και πάλι βαριά σε κοιτάζει απ’ τη μισάνοιχτη πόρτα. Θα μπεις ή θα βγεις; Ποιος ξέρει; Ποιος νοιάζεται; Ποιος, άλλος από σένα, φωνάζει μέσ’ από την πόρτα καθώς διαλέγεις κάθε μέρα, κάθε ώρα -σαν να είσαι εσύ ένας μικρός Θεός- το σάβανο της ζωής σου. Μικρή ζωή, μικρός θάνατος. Μεγάλες μόνο οι ώρες που παραμονεύουν στο προσκέφαλό μας. Το ξέρω πως ξεχνάς. Μα κάθε πρωί να θυμάσαι πως είμαστε φτιαγμένοι από τη σκόνη των άστρων και λάμπουμε μες στο σκοτάδι της λήθης ζητώντας να επιστρέψουμε στην ευτυχία που μας γέννησε. Το ξέρω, είναι δύσκολο”.
Ποίηση, Ιωλκός, 2019, 77 σελ.
Μάταιος Αύγουστος – Ελένη Παπανδρέου
Ο έρωτας δανείζεται τα χρώματα των τεσσάρων εποχών για να ονειρευτεί μια σκοτεινή υπαρξιακή ιστορία. Ο Αύγουστος έρχεται λευκός με μια χούφτα άμμο στα χέρια, ξαπλώνει σ’ ένα δωμάτιο γυμνό και γίνεται μια ψαλμωδία των αισθήσεων.
Όμως, το φθινόπωρο περιμένει στην επόμενη στροφή. Στην αρχή είναι η βουή των φύλλων. Μετά ο αγέρας. Στο τέλος, ο απόηχος ψιθύρων νερού στην ψυχή. Ο Σεπτέμβρης στέκεται πίσω από τη μισάνοιχτη πόρτα και ψιθυρίζει: “Μάταιος. Μάταιος Αύγουστος”.
Οι προσμονές της ψυχής μένουν ανοιχτές κι ας ξέρουν μέσα τους το πουθενά. Απομένει ο ορισμός του έρωτα. Αναπάντεχα μισός. Αναπάντεχα μόνος. Αναπάντεχα ξένος.
Τι μένει να γιορτάσει η άνοιξη; Τη γνώση πως τίποτα δε χωρίζει. Δε σταματάει τίποτα. Μόνο ξαπλώνει επάνω μας αθέατο και μας θυμίζει ν’ απλώσουμε τα χέρια στο Ένα που γεννιέται μέσα μας και πάλι.
Ποίηση, Ιωλκός, 2017, 91 σελ.
Πηγές: Πηγές: Biblionet, Ιωλκός