Στίχοι: Βιτσέντζος Κορνάρος
Μουσική: Χριστόδουλος Χάλαρης
Τ’ άκουσες Αρετούσα μου τα θλιβερά μαντάτα
ο κύρης σου μ’ εξόρισε εις τη ξενιτιάς στη στράτα
Τέσσερις μέρες μοναχά μου ‘δωκε ν’ ανιμένω
κ’ ύστερα να ξενιτευτώ, πολύ μακριά να πηαίνω
και πώς να σ’ αποχωριστώ και πώς να σου μακρύνω
και πώς να ζήσω δίχως σου, τον ξορισμόν εκείνο
Κατέχω ‘το κι ο κύρης σου γρήγορα σε παντρεύει
ρηγόπουλο, αφεντόπουλο σαν είσ ‘εσύ γυρεύει
και δεν μπορείς ν’ αντισταθείς σαν θέλουν οι γονείς σου
νικούν τηνε τη γνώμη σου κι αλλάζει κι όρεξη σου
Mιά χάρη, Aφέντρα, σου ζητώ, κ’ εκείνη θέλω μόνο,
και μετά κείνη ολόχαρος τη ζήση μου τελειώνω.
Tην ώρα που αρραβωνιαστείς, να βαριαναστενάξεις,
κι όντε σα νύφη στολιστείς, σαν παντρεμένη αλλάξεις,
ν’ αναδακρυώσεις και να πεις· “Pωτόκριτε καημένε,
τά σου’ταξα λησμόνησα, τα ‘θελες πλιό δεν έναι.