Γεώργιος Χορτάτσης – Ερωφίλη

Στ. Λογοτεχνίας

Ερωφίλη
Η σημαντικότερη τραγωδία της κρητικής λογοτεχνίας είναι η Ερωφίλη του Γεωργίου Χορτάτση. Γράφτηκε γύρω στα 1600 και δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1637 στη Βενετία, μετά το θάνατο του ποιητή. Φαίνεται πως παίχτηκε αρκετές φορές στην Κρήτη, στα τελευταία χρόνια της Ενετοκρατίας. Το έργο είναι εμπνευσμένο από ιταλικό πρότυπο, το Orbecche του Gianbattista Giraldi, αλλά ο Έλληνας ποιητής δούλεψε πολύ ελεύθερα, μετρίασε τις αιματηρές σκηνές και έδωσε στους ήρωές του ήθος και περισσότερη ευγένεια. Έφτιαξε ένα έργο ελληνικό στο βαθύτερο χαρακτήρα του.
Τα διαλογικά μέρη της Ερωφίλης είναι γραμμένα σε ζευγαρωτούς δεκαπεντασύλλαβους στίχους, ενώ τα χορικά σε τερτσίνες (ιταλικό στιχουργικό σχήμα). Ανάμεσα στις πράξεις του έργου παρεμβάλλονται σκηνές άσχετες με την υπόθεσή του –Ιντερμέδια– που είναι θεατρικές διασκευές της ερωτικής ιστορίας του Ρινάλδου και της Αρμίντας από το έργο του Τορκουάτο Τάσο Ελευθερωμένη Ιερουσαλήμ.
Υπόθεση της Ερωφίλης: Ο Φιλόγονος, βασιλιάς της αιγυπτιακής Μέμφιδας, ανέβηκε στο θρόνο σκοτώνοντας τον αδελφό του. Στην αυλή του μεγαλώνει ένα ορφανό βασιλόπουλο, ο Πανάρετος, γιος του επίσης σκοτωμένου βασιλιά της Τζέρτζας. Η κόρη του βασιλιά Φιλόγονου Ερωφίλη ερωτεύεται τον Πανάρετο κι οι δυο νέοι παντρεύονται μυστικά. Όταν το μαθαίνει ο Φιλόγονος εξοργίζεται, σκοτώνει τον Πανάρετο και στέλνει την καρδιά του ως δώρο στην Ερωφίλη. Η Ερωφίλη αυτοκτονεί και ο Χορός, που τον αποτελούν κορασίδες υπηρέτριες της Ερωφίλης, εξεγείρεται και σκοτώνει το Φιλόγονο.
Παρουσιάζεται τότε η σκιά (το φάντασμα) του δολοφονημένου αδελφού και εκφράζει ικανοποίηση για την τιμωρία του δολοφόνου βασιλιά.

ΠΡΑΞΗ Γ΄ – ΣΚΗΝΗ Ε΄
ΧΟΡΟΣ
Του πλούτου αχορταγιά, τση δόξας πείνα,
του χρυσαφιού ακριβιά* καταραμένη,
πόσα για σας κορμιά νεκρ’ απομείνα,
πόσοι άδικοι πολέμοι σηκωμένοι,
πόσες συχνές μαλιές* συναφορμά* σας
γρικούνται ολημερνίς στην οικουμένη!
Στον άδην ας βουλήσει* τ’ όνομά σας,
κι όξω στη γη μην έβγει να παιδέψει
νου πλιον ανθρωπινόν η ατυχιά* σας·
γιατί αποκεί, ως θωρώ, σας έχει πέψει*
κανείς στον κόσμον δαίμονας να ’ρθείτε,
τς ανθρώπους μετά σας να φαρμακέψει.
Τη λύπηση μισάτε, και κρατείτε
μακρά τη δικιοσύνη ξορισμένη,
κι ουδέ πρεπό, μηδ’ όμορφο θεωρείτε,
Για σας οι ουρανοί ’ναι σφαλισμένοι,
κι εδώ στον κόσμο κάτω δε μπορούσι
να στέκουν οι άνθρωποι αναπαημένοι·
με τς αδερφούς τ’ αδέρφια πολεμούσι,
κι οι φίλοι τσι φιλιές των απαρνούνται,
και τα παιδιά τον κύρην* τους μισούσι…
——————————————————
μαλιά: μάχη, πόλεμος.
συναφορμά (σας): εξαιτίας (σας).
βουλώ: βουλιάζω, βυθίζομαι.
ατυχία: δυστυχία.
έχει πέψει: έχει στείλει (το ρ. πέμπω).
κύρης: πατέρας.