Δεν ακολούθησε ανώτερες σπουδές. Δοκίμασε να σπουδάσει θέατρο και πέρασε εξίσου άδοξα, από την δημοσιογραφία. Εργάστηκε επί σειρά ετών σε γραφεία, δουλειές άσχετες, που του επέτρεψαν να αφοσιωθεί στο γράψιμο. Στην διάρκεια της δικτατορίας δικάστηκε από τη Χούντα για το βιβλίο του “Το Αρμένισμα”· την ίδια περίοδο έγραψε με άλλους 17 συγγραφείς σ’ ένα συλλογικό τόμο με τίτλο “18 κείμενα”. Το πρώτο του βιβλίο “Τα μηχανάκια” κυκλοφόρησε το 1962. Θέμα του οι καταπιεσμένοι έφηβοι της εποχής. καταπιεσμένοι και περιθωριακοί είναι σχεδόν όλοι οι ήρωες των βιβλίων του με μόνιμο σκηνικό την Αθήνα. Το 1972 πήρε την υποτροφία RAAD για την πόλη του Βερολίνου. Τιμήθηκε με το πρώτο-μεταχουντικό – Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος το 1975 για το βιβλίο του “Βιοτεχνία Υαλικών”. Από το 1982 ασχολήθηκε αποκλειστικά με το γράψιμο. Διετέλεσε στη δεκαετία του ’80 μέλος του Δ.Σ. της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Ταινίες για τη τηλεόραση και τον κινηματογράφο έγιναν τα βιβλία του: “Κυρία Κούλα”, “Τα καημένα”, και η “Φανέλα με το 9″. Παράλληλα με τα δικά του βιβλία έχει μεταφράσει στα ελληνικά αρκετά λογοτεχνικά έργα, κυρίως αμερικανικής πεζογραφίας. Έργα του έχουν μεταφραστεί σε πέντε γλώσσες.
O συγγραφέας Μένης Κουμανταρέας
Ο Μένης Κουμανταρέας θεωρείται ο κατ’ εξοχήν ζων εκπρόσωπος του κοινωνικού ρεαλισμού στην ελληνική πεζογραφία, μολονότι υπάρχει επίσης στο έργο του – και μάλιστα δεσπόζει στα όψιμα κείμενά του – μια ποιητικότερη συνιστώσα, μια ελεγειακή διάθεση, που αναφέρεται στη φθορά της νεότητας και του κάλλους. Τα δύο στοιχεία διακρίνονται καθαρά ήδη στο πρώτο βιβλίο του, τη συλλογή διηγημάτων Τα μηχανάκια (1962). Οι ήρωες αυτών των διηγημάτων, με τους οποίους ο συγγραφέας φαίνεται να ταυτίζεται, είναι έφηβοι της δεκαετίας του 1950, που μαραζώνουν μέσα στην ασχήμια και τη βαρβαρότητα της ελληνικής μικροαστικής κοινωνίας. Στο επόμενο βιβλίο του Κουμανταρέα, τη συλλογή διηγημάτων Το αρμένισμα (1967), η κριτική του ελληνικού μικροαστισμού ασκείται μέσω της παρωδίας, ιδιαίτερα στο διήγημα “Οι γάμοι του Σπόρου και της Ποππαίας”, που στον καιρό της δικτατορίας των συνταγματαρχών κατηγορήθηκε ως άσεμνο και ο συγγραφέας του οδηγήθηκε στα δικαστήρια (όπου αθωώθηκε). Στο διήγημα που έδωσε τον τίτλο στο τρίτο βιβλίο του Κουμανταρέα, Τα καημένα (1972), ένας δημοσιογράφος προσπαθεί να εξιχνιάσει τα αίτια και τις συνθήκες του τραγικού θανάτου δύο εφήβων σε μια παράλια κωμόπολη. Η αντίθεση ανάμεσα στη νεανική δίψα για ζωή και στην αποχαύνωση του κοινωνικού περίγυρου αποδίδεται εδώ με μια συρραφή μαρτυριών, που διαδέχονται ασθματικά η μια την άλλη, σαν να θέλει ο αφηγητής να πνίξει τους λυγμούς του για το άδοξο τέλος μιας ομορφιάς που εμποδίστηκε ν’ ανθήσει.
Με το μυθιστόρημα Βιοτεχνία υαλικών (1975), ο Μένης Κουμανταρέας εγκαινιάζει τη δεύτερη φάση του έργου του, η οποία χαρακτηρίζεται από τη στροφή προς έναν πιο αποστασιοποιημένο ρεαλισμό. Θέμα του βιβλίου είναι η επιθανάτια αγωνία μιας ελληνικής μικροεπιχείρησης, που καταρρέει μαζί με τις ψευδαισθήσεις, τις μωροφιλοδοξίες και την ίδια την οικογενειακή ευτυχία των ιδιοκτητών της. Ο συγγραφέας εδώ απομυθοποιεί το όνειρο του Έλληνα μικροαστού, όχι ωστόσο χωρίς συμπάθεια για το ανθρώπινο δράμα των ηρώων του. Για πολλούς, η Βιοτεχνία υαλικών είναι το κορυφαίο έργο του Κουμανταρέα. Ακολούθησαν, στο ίδιο στιλ, η νουβέλα Η κυρία Κούλα (1978), με θέμα τη θνησιγενή απόπειρα μιας μεσόκοπης μικροαστής να ξεφύγει από την αποτελματωμένη ζωής της μέσω του ερωτικού δεσμού μ’ έναν νεαρό. το μυθιστόρημα Το κουρείο (1979), γύρω από τη σχέση ενός μεσήλικου λογιστή με μια μανικιουρίστα. και η συλλογή διηγημάτων Σεραφείμ και Χερουβείμ (1981).
Στην τρίτη φάση της λογοτεχνικής του εξέλιξης, ο Κουμανταρέας επανέρχεται στους ελεγειακούς τόνους του πρώιμου έργου του, κάνοντας κυρίαρχο πια μοτίβο του την εχθρότητα της ζωής απέναντι στην ομορφιά, στην αθωότητα και στην ορμή της νεότητας. Στο μυθιστόρημα Ο ωραίος λοχαγός (1982), ένας νεαρός αξιωματικός γερνάει σιγά σιγά στους διαδρόμους των δημοσίων υπηρεσιών, περιμένοντας μάταια την προαγωγή του. Ο ήρωας της ιστορίας παρουσιάζεται όχι τόσο ως εξατομικευμένη μορφή θύματος της κρατικής γραφειοκρατίας όσο ως γενικό σύμβολο μιας νιότης που φυλλορροεί χωρίς να καρποφορήσει. Στο μυθιστόρημα Η φανέλα με το εννιά (1986), κεντρικό πρόσωπο είναι ένας ταλαντούχος όσο και ατίθασος νεαρός ποδοσφαιριστής, του οποίου η σταδιοδρομία τερματίζεται πρόωρα και άδοξα. Εδώ ο ήρωας φαίνεται να καταστρέφεται περισσότερο εξαιτίας της άναρχης φύσης του παρά από εξωγενείς παράγοντες. Ακολούθησε ο τόμος Πλανόδιος σαλπιγκτής (1989), που περιέχει διάφορα κείμενα του συγγραφέα και το εκτενές διήγημα “Play”. Το τελευταίο ως τώρα- βιβλίο του Κουμανταρέα είναι το μυθιστόρημα Η συμμορία της άρπας (1993), που, παρά τη φαινομενικά ρεαλιστική γραφή του, έχει περισσότερο χαρακτήρα ονειροφαντασίας. Ο αφηγητής παρασύρεται, χάρη στη γνωριμία του μ’ έναν εκκεντρικό γέρο μουσικό και τους εξίσου αλλόκοτους συντρόφους του, σ’ έναν παλαιικό, σχεδόν παραμυθένιο κόσμο, γεμάτο σκοτεινά μυστικά αλλά και γοητεία – έναν κόσμο που αντιπροσωπεύει την περιχαρακωμένη, θνήσκουσα κλασική τέχνη μέσα στην γκρίζα πραγματικότητα του τέλους του αιώνα.
Στα περισσότερα έργα του Κουμανταρέα, ανεξάρτητα από το θέμα τους, υπάρχει μια συχνά συναρπαστική περιπλάνηση στους εξωτερικούς χώρους όπου διαδραματίζεται η ζωή των σύγχρονων αστικών κέντρων στην Ελλάδα, κι εδώ βρίσκεται ίσως όχι μόνο το πιο ενδιαφέρον στοιχείο του ρεαλισμού του, αλλά και η βαθύτερα ποιητική διάσταση της προσωπικότητάς του ως συγγραφέα.
Δημοσθένης Κούρτοβικ
Συγγραφέας, κριτικός λογοτεχνίας
Από το βιβλίο : “Ελληνες Μεταπολεμικοί συγγραφείς” (1995)
Tο πρωί της 5ης Δεκεμβρίου 2014, βρέθηκε νεκρός στο σπίτι του στην Κυψέλη από συγγενικό του πρόσωπο «με εμφανείς μώλωπες στο λαιμό και το πρόσωπο». Η κηδεία του τελέστηκε την Τρίτη 09 Δεκεμβρίου 2014 στο Α΄ Κοιμητήριο Αθηνών, με δαπάνη του Δήμου Αθηναίων «…ως ελάχιστο φόρο τιμής στον σπουδαίο πεζογράφο Μένη Κουμανταρέα, που έζησε, αγάπησε και έγραψε όπως κανένας άλλος, για την πόλη της Αθήνας…».
Στις 7 Ιανουαρίου 2015, ανακοινώθηκε από την Ελληνική Αστυνομία η εξιχνίαση της υπόθεσης δολοφονίας, με τη σύλληψη 26 χρόνου άνδρα και τη δημοσιοποίηση στοιχείων δεύτερου ατόμου, το οποίο θεωρείται συνεργός. Όπως προκύπτει από την ανακοίνωση της Αστυνομίας κίνητρο των δραστών, τους οποίους γνώριζε ο συγγραφέας, ήταν η ληστεία. Μετά τη δημοσιοποίηση των στοιχείων του, ο συνεργός του δράστη παρουσιάστηκε αυτοβούλως στον εισαγγελέα και συνελήφθη.
Βιοτεχνία υαλικών (1975)
Ο ωραίος λοχαγός (1982)
Η φανέλα με το εννιά (1986)
Η συμμορία της άρπας (1993)
Η μυρωδιά τους με κάνει να κλαίω (1996)
Η φανέλα με το εννιά (2000), Κέδρος (E)
Η συμμορία της άρπας (2000), Κέδρος (E)
Η μυρωδιά τους με κάνει να κλαίω (2001), Κέδρος (E)
Δύο φορές Ελληνας (2001), Κέδρος
Νώε (2003), Κέδρος
Ο ωραίος λοχαγός (2004), Κέδρος (E)
Η γυναίκα που πετάει (2006), Κέδρος
Θυμάμαι τη Μαρία (2007)
Βιοτεχνία υαλικών (2010), Κέδρος (E)
Οι αλεπούδες του Γκόσπορτ (2011), Κέδρος
Η συμμορία της άρπας (2011), Ελευθεροτυπία (E)
Η φανέλα με το εννιά (2012), Κέδρος (E)
Βιοτεχνία υαλικών (2012), Alter – Ego ΜΜΕ Α.Ε. (E)
Θάνατος στο Βαλπαραΐζο (2013), Εκδόσεις Πατάκη
Ο θησαυρός του χρόνου (2014), Εκδόσεις Πατάκη
Η σειρήνα της ερήμου (2015), Εκδόσεις Πατάκη
Βιοτεχνία υαλικών (2016), Εκδόσεις Πατάκη (E)
Ο ωραίος λοχαγός (2018), Εκδόσεις Πατάκη (E)
Νουβέλες-Διηγήματα
Τα Μηχανάκια (1962)
Το Αρμένισμα (1966)
Τα Καημένα (1972)
Η κυρία Κούλα (1978)
Το Κουρείο (1979)
Σεραφείμ και Χερουβείμ (1981)
Πλανόδιος σαλπιγκτής (1989), Κέδρος
Σεραφείμ και Χερουβείμ (1990), Κέδρος (E)
Θυμάμαι τη Μαρία (1994)
Τα καημένα (1996), Κέδρος (E)
Το κουρείο (1999), Κέδρος (E)
Η μέρα για τα γραπτά και η νύχτα για το σώμα (1999), Κέδρος
Η κυρία Κούλα (2000), Κέδρος (E)
Τα μηχανάκια (2007), Κέδρος (E)
Θυμάμαι την Μαρία (2007), Εκδόσεις Καστανιώτη (E)
Το show είναι των Ελλήνων (2008), Κέδρος
Σ΄ένα στρατόπεδο άκρη στην ερημιά (2009), Κέδρος
Το κουρείο (2010), Κέδρος (E)
Η κυρία Κούλα (2010), Κέδρος (E)
Ξεχασμένη Φρουρά (2010), Εκδόσεις Καστανιώτη
Σεραφείμ και Χερουβείμ (2014), Κέδρος (E)
Η κυρία Κούλα (2017), Εκδόσεις Πατάκη (E)
Τα μηχανάκια (2019), Εκδόσεις Πατάκη (E)
Σεραφείμ και Χερουβείμ (2022), Εκδόσεις Πατάκη (E)
Συλλογικά έργα
Δεκαοχτώ κείμενα (1994)
Στα γήπεδα η πόλη αναστενάζει (1999)
Βόλος: Μια πόλη στη λογοτεχνία (2001)
Τα παιδικά μου χρόνια (2003)
Το χρονικό του Κέδρου (2004)
Με τον ρυθμό της ψυχής (2006)
Μπλε μελαγχολία. Σας αρέσει ο Μπραμς; (2007)
21η Απριλίου: 1967-2007 40 χρόνια από το πραξικόπημα της Χούντας (2007)
Ενδοσκεληδόν (2008)
Γιώργος Σεφέρης 1900-1971: 45 χρόνια μετά το Νόμπελ (2008)
Μ. Καραγάτσης: Ιδεολογία και ποιητική (2010)
… Των Δακρύων (2019), Οδός Πανός
Μεταφράσεις
Lewis Carroll: Οι περιπέτειες της Αλίκης στη χώρα των θαυμάτων
Herman Hesse: Ντέμιαν (1961)
Carson McCullers: Η μπαλάντα του λυπημένου καφενείου (1969)
William Faulkner: Καθώς ψυχορραγώ (1970)
Luis Carroll: Η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων (1972)
Georg Buchner: Λεντς (1977)
Herman Melville: Μπάρτλεμπυ, ο γραφιάς κι άλλες ιστορίες (1980)
Francis Scott Fitzgerald: Το πλουσιόπαιδο (1980)
Carson McCullers: Η μπαλλάντα του λυπημένου καφενείου (1988)
Ernest Hemingway: Οι φονιάδες (1995)
Edgar Alan Poe: Στη δίνη του Μάελστρομ (1995)
Scott F. Fitzgerald: To πλουσιόπαιδο (1996)
William Faulkner, Καθώς ψυχορραγώ (1999)
Carson MacCullers: Η μπαλάντα του λυπημένου καφενείου (2008)
Herman Melville Τρεις απόκληροι (2010)
William Faulkner: Καθώς ψυχορραγώ (2011)
Βραβεία
Βιοτεχνία υαλικών – Α΄ Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος (1975)
Σεραφείμ και Χερουβείμ – Μένης Κουμανταρέας
«Μέσα από τα εθνεγερτήρια σαλπίσματα της 25ης Μαρτίου που βγάζει από τον λήθαργο τις προτομές των ηρώων στο Πεδίο του Άρεως, του Σταθμού Ενόπλων Δυνάμεων που αφυπνίζει την εθνικοφροσύνη στην ψυχή των νοικοκυραίων, της φωνής της μάνας μου που επιτάσσει “ώρα φαγητού”, “ώρα ύπνου” ή “ώρα να πάρεις τα φάρμακά σου”, μέσα σε τόσα πένθιμα σαλπίσματα, έχω κι εγώ τη δική μου τρουμπέτα με την οποία επικαλούμαι ανάστασιν νεκρών, μικρών τε και μεγάλων, πραγματικών ή φανταστικών, όσων χάθηκαν και δε βρίσκονται μήτε στα όνειρά μου…»
Πρόκειται για δέκα ιστορίες από την εφηβική μου ζωή στο πατρικό μου της οδού Χέυδεν στην πλατεία Βικτωρίας.
Μ.Κ.
Διηγήματα, Εκδόσεις Πατάκη, 2022, 336 σελ.
Τα μηχανάκια – Μένης Κουμανταρέας
Τέσσερις έφηβοι τη δεκαετία του ’50, τέσσερις ιστορίες: Ο Αναστάσης παίζει “μηχανάκια” για να ξεφύγει από τον κλοιό της οικογένειας, της γειτονιάς και της ασυνεννοησίας των φίλων· ο Χαράλαμπος στο “Λουτρό” γίνεται υποχείριο μιας αδηφάγας μητρικής στοργής· ο Κίτσος ανθίζει και μαραίνεται μέσα στο τέλμα της “Επαρχίας Λοκρίδος”· τέλος, ο Δημητρούλης, ασουλούπωτος φαντάρος στη “Δόξα του σκαπανέα”, είναι το αιώνιο θύμα της στρατοκρατίας.
Με τα “Μηχανάκια” ο Μένης Κουμανταρέας έκανε το 1962 την πρώτη του εμφάνιση στην ελληνική πεζογραφία.
Επανέκδοση: “Φέξης”, 1962, “Κέδρος”, 1970·2007 (13η εκδ.)
Διηγήματα, Εκδόσεις Πατάκη, 2019, 297 σελ.
Ο ωραίος λοχαγός – Μένης Κουμανταρέας
Η πορεία ενός νεαρού αξιωματικού από τους σκοτεινούς διαδρόμους του στρατιωτικού παρακράτους στους φωτεινούς διαδρόμους του Συμβουλίου Επικρατείας για να βρει τη δικαίωσή του. Μια περίεργη σχέση φιλίας ενώνει τον νεαρό λοχαγό με τον ηλικιωμένο δικαστή του. Μια περιπέτεια στηριγμένη σε πραγματικά περιστατικά, που από προσωπική περίπτωση καταλήγει συλλογική τραυματίζοντας τα δημοκρατικά ιδεώδη της χώρας αλλά και την ίδια την έννοια της ομορφιάς.
Ενα μυθιστόρημα για τη φθαρτότητα και τη διαφθορά, που σήμερα συγκαταλέγεται στα κλασικά της νεότερης λογοτεχνίας μας.
Η συμμορία της άρπας – Μένης Κουμανταρέας
Ενας γεροπαράξενος καθηγητής που εμφανίζεται φορώντας πάντα γάντια. Ενα μικρομέγαλο κορίτσι με σιδεράκια στα δόντια που ονειρεύεται ξύπνιο. Κι ένας ερμαφρόδιτος ξένος υπηρέτης. Τι μπορεί να συνδέει αυτά τα πρόσωπα που η δράση τα παρακολουθεί ανάμεσα σε ένα ύποπτο φαστφουντάδικο κι ένα ξεπεσμένο αστικό σπίτι; Μαθαίνουμε για τη ζωή του γέρου και το παρελθόν του και παρακολουθούμε τις σχέσεις των πρωταγωνιστών που ξετυλίγονται με κέντρο την άρπα. Κάθε νέο περιστατικό ανατρέπει το προηγούμενο, και αντιλαμβανόμαστε ότι -τουλάχιστον στο τέλος αυτού του αιώνα- η αλήθεια δεν είναι ποτέ μία και ότι συχνά μεταμφιέζεται προς χάριν μιας άλλης, βαθύτερης αλήθειας. Ο θάνατος του καθηγητή και το ωρίμασμα της μκρής οδηγούν προς την έξοδο την ιστορία, που ο καθένας μπορεί να την ερμηνεύσει όπως τη φαντάζεται.
Η μυρωδιά τους με κάνει να κλαίω – Μένης Κουμανταρέας
Τί κοινό υπάρχει ανάμεσα σ’ έναν χλομό νεαρό και σε μια μηχανή που κυκλοφορεί με τον αναβάτη της ακέφαλο; Πώς γίνεται να υποψιάζεται κανείς τον Άι-Βασίλη για τρομοκράτη; Και πώς ένας Ρουμάνος μετανάστης γίνεται μοντέλο σε ζωγράφο; Αλήθεια, τι κάνει έναν φτωχό ταβλαδόρο παγκόσμιο παίχτη στην Αμερική, και πώς ένας περίπατος με τη Μαυρούλα καταλήγει σε μια βόλτα στον άλλο κόσμο; Τί συνδέει έναν γάτο στην αγκαλιά ενός ναύτη μ’ έναν αφρικάνο μάγο στην Αθήνα του ’70; Και τέλος, τί είδους γιατρός είναι αυτός που ακούει στ’ όνομα Χάρος;
Για όλα, όσα καθημερινά, μα και παράξενα, οι άνθρωποι διηγούνται μέσα στα κουρεία, θα μας μιλήσει και θα μας ξεναγήσει ο κουρέας, ο Ευριπίδης.
Η γυναίκα που πετάει – Μένης Κουμανταρέας
Γυναίκα που πετάει είναι η γιαγιά Αγγελική, που από το στόμα του εγγονού της μαθαίνουμε την ιστορία του άτυχου γάμου της με τον Συνταγματάρχη Αριστείδη.
Με τη φωνή της πετάει και η Μαρία Κάλλας στη σύντομη επίσκεψή της στην Αθήνα το καλοκαίρι του ’57.
Γυναίκες που πετάνε στον ύπνο τους η Μπρόνια, η Ροβένα, η Μάγια και η Ναταλία, οι τέσσερις μετανάστριες που ονειρεύονται τις πατρίδες τους.
Η κυρία Βικτωρία πετάει κι αυτή μαζί με τους μετεωρίτες μιας καλοκαιρινής νύχτας.
Γυναίκα που πέταξε πια, η μάνα του Άρη στο ομότιτλο διήγημα.
Υπάρχουν και άντρες σ’ αυτές τις έντεκα ιστορίες: από τον μυστηριώδη Δανό βιολιστή και τα δίδυμα ανάπηρα αγόρια ως τον ταξιτζή με το χαμένο κινητό. Αυτοί όμως δυσκολεύονται να πετάξουν.
Η φανέλα με το εννιά – Μένης Κουμανταρέας
Ο Βασίλης Σερέτης – αυτός που αργότερα ονόμασαν Μπιλ – φεύγει μια ζωή κυνηγημένος από τη μια πόλη στην άλλη, αφήνοντας πίσω του ομάδες και προπονητές. Ατίθασος, άπιστος, εγωιστής. Τις μέρες αλωνίζει τα γήπεδα και τα βράδια, όταν δεν κουρνιάζει στα μπαρ, στρώνει πασιέντσες. Ενας άνθρωπος μέσα στο πλήθος και γι’ αυτό μοναχικός. Γήπεδα, ξενοδοχεία, δρόμοι ξετυλίγονται με φόντο τη Θεσσαλονίκη, το Βόλο και την Αθήνα. Σε καθεμιά από αυτές και μια γυναίκα. Ποδοσφαιριστές, φυσικοθεραπευτές, παράγοντες, βετεράνοι εναλλάσσονται με μπαρόβιους, ιπποδρομιάκηδες και αθλητικούς ρεπόρτερ. Πού ανήκει ο Μπιλ; Τι κρύβεται κάτω από τη φανέλα του; Προς τα πού χάνεται παρέα με την ξεφτισμένη βαλίτσα του και μια τράπουλα με γυμνές; Γιατί φεύγει πάντα με τρένα και κατοικεί σε δωμάτια που βλέπουν σε σταθμούς;
Η “Φανέλα με το εννιά” ανήκει στα εμβληματικά έργα της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Εκδόθηκε για πρώτη φορά από τον Κέδρο το 1986 και το 1988 μεταφέρθηκε με μεγάλη επιτυχία στον κινηματογράφο από τον Παντελή Βούλγαρη. Μέχρι σήμερα έχει σημειώσει 16 εκδόσεις. Κυκλοφορεί με νέο εξώφυλλο σε σχέδιο του ζωγράφου Δημήτρη Μυταρά.
Οι αλεπούδες του Γκόσπορτ – Μένης Κουμανταρέας
Μια παρέα εφήβων από διάφορα μέρη της Ευρώπης βιώνει μέσα από τα μάτια ενός Έλληνα την ερωτική αφύπνιση σε μια επαρχιακή πόλη της Αγγλίας, τα πρώτα χρόνια αμέσως μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο.
Το τέλος μιας αθωότητας σ’ έναν κόσμο που ποτέ δεν θα υπάρξει ο ίδιος.
Ο Μένης Κουμανταρέας γεννήθηκε στην Αθήνα. Δεκαεπτά χρονών βρέθηκε για ένα διάστημα στην Αγγλία, όπου εμπνέεται τις “Αλεπούδες του Γκόσπορτ”, το πρώτο του μυθιστόρημα, που έμενε μέχρι σήμερα ανέκδοτο.
Θάνατος στο Βαλπαραΐζο – Μένης Κουμανταρέας
Πώς ένας εξόριστος ετοιμοθάνατος κομμουνιστής ηγέτης περνά τις τελευταίες ημέρες του στη μακρινή Χιλή ανάμεσα σε μια εταίρα που τον σαγηνεύει, σ’ έναν ψευτοδόκτορα που τον υπονομεύει και έναν Έλληνα γιατρό που επιστρατεύεται για την περίσταση. Eνα υπαρξιακό δράμα που εξελίσσεται σε πολιτικό θρίλερ μέσα σ’ ένα σκηνικό τρόμου και γοητείας στο Βαλπαραΐζο.
Ο θησαυρός του χρόνου – Μένης Κουμανταρέας
… Τον περισσότερο καιρό πίνοντας και κουτσοπίνοντας άκουγα με δέκα αυτιά αυτές τις ιστορίες
που, είτε γνήσιες είτε πλαστές, είχαν ένα ενδιαφέρον για μένα, που ζητούσα να ξεφύγω από τη
δική μου ιστορία. Μία μόνο προϋπόθεση έθετα: αυτός που τις έλεγε να ξέρει να τις αφηγείται,
να σε μεταφέρει αλλού και να σου εξάπτει τη φαντασία. Τότε με έκαναν να θέλω να πω κι εγώ
μια ιστορία. Μα εγώ, βλέπεις, προτιμώ να τις γράφω…
Ενα μυθιστόρημα για την απώλεια.
Την απώλεια όχι μόνο ενός ανθρώπου, αλλά και την απουσία που αυτή συνεπάγεται.
Μια αφήγηση ανάμεσα στην παραίσθηση και στην άγρια πραγματικότητα.
Μια περιπέτεια που οδηγεί στην αναζήτηση και απόκτηση ενός θησαυρού.
Να είναι τάχα αυτός ο θησαυρός του χρόνου;
Η σειρήνα της ερήμου – Μένης Κουμανταρέας
“Νεότερος είχα προγραμματίσει ένα ταξίδι στη Βόρεια Αφρική με συναδέλφους και φίλους. Επρόκειτο ν’ αρχίσουμε από το Μαρόκο πηγαίνοντας προς ανατολάς, Αλγερία, Τυνησία, Λιβύη, καταλήγοντας στην Αίγυπτο. Κάθε χώρα είχε τη μυθολογία της, από τον Πολ Μπόουλς, τον Αλμπέρ Καμύ ως τους Καβάφη, Ντάρρελ και Τσίρκα… Ένας μηνίσκος στο αριστερό μου γόνατο έγινε η αιτία να ακυρώσω το ταξίδι. Κυκλοφορούσα με μπαστούνι, την ίδια στιγμή που οι άλλοι ταξίδευαν. Περίμενα με ανυπομονησία τους παρ’ ολίγο συνταξιδιώτες μου για ν’ ακούσω από το στόμα τους τα όσα είχα χάσει ο ίδιος. Οποία απογοήτευση! Πόσο χλωμές και ανούσιες οι περιγραφές τους, τυπικές και συμβατικές. Μου φαίνονταν έτσι εμένα που είχα στερηθεί την εμπειρία ή ήταν στ’ αλήθεια τουριστικές; Ό,τι και να συνέβαινε, τότε κατάλαβα πόσο ανίκανοι είναι πολλοί άνθρωποι να αφηγηθούν. Και πολύ φοβάμαι, δεν ξέρω αν συμφωνείτε και εσείς, ότι αυτό οφείλεται στο ότι είναι ανίκανοι και να αισθανθούν”.
Μια ιστορία μέσα σε μια άλλη ιστορία κι ένα βιβλίο μέσα σε ένα άλλο βιβλίο. Το κύκνειο άσμα του Μένη Κουμανταρέα -που βρέθηκε στο αρχείο του έτοιμο προς έκδοση- είναι ένα σύντομο μυθιστόρημα, που με άξονα τη γραφή και τη συγγραφική ιδιότητα αναπτύσσει μια ευρηματική αφήγηση γεμάτη απρόοπτα και εκπλήξεις, με έντονο το εξωτικό στοιχείο της Ανατολής, τη λεπτή ειρωνεία και το εκλεπτυσμένο χιούμορ.
Πηγές: ΕΚΕΒΙ, Biblionet, Wikipedia, Εκδόσεις Πατάκη, Κέδρος, Εκδόσεις Καστανιώτη, Alter – Ego ΜΜΕ Α.Ε.