Σπούδασε σκηνοθεσία κινηματογράφου. Το πρώτο του διήγημα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις “Κάλβος” το 1971. Από το 1984 μέχρι και σήμερα εργάζεται στο πολιτιστικό ρεπορτάζ της εφημερίδας “Τα Νέα”.
Το 1995 κυκλοφόρησε το πρώτο του μυθιστόρημα, “Και ξαφνικά χιόνισε χρόνια” και το 2000 το δεύτερο, “Σε είδα να ‘σαι αόρατος” (Εκδόσεις Καστανιώτη και τα δύο). Ακολούθησαν τα μυθιστορήματα “Δεν υπάρχει ελευθερία μακριά σου” (2004) και “Και με κλειστά μάτια θα βλέπω” (2009).
Και ξαφνικά χιόνισε χρόνια (1995), Εκδόσεις Καστανιώτη
Σε είδα να ‘σαι αόρατος (2000), Εκδόσεις Καστανιώτη
Δεν υπάρχει ελευθερία μακριά σου (2004), Εκδόσεις Καστανιώτη
Και με κλειστά μάτια θα βλέπω (2009), Εκδόσεις Καστανιώτη
Μη μ’ αφήσεις να χαθώ (2013), Εκδόσεις Καστανιώτη
Ο κλήρος της τρικυμίας (2017), Εκδόσεις Καστανιώτη
Απάλλαξέ με (2023), 24 γράμματα
Απάλλαξέ με – Παύλος Θ. Κάγιος
Διχασμένος έρωτας με διπλό φινάλε ή ένας ήρωας με πολλές ζωές σ’ έναν άγριο κόσμο;
«Κουνημένη φωτογραφία» κι ένα σωρό άλλα παρατσούκλια-κουδούνια, κρεμούν στον μικρό Δημοσθένη που μεγαλώνει στην Ελλάδα της δεκαετίας του ’60. Μαζί του κι ο Μιχάλης, που κουβαλάει τον δικό του σταυρό. Δύο κυνηγημένοι από τους πολλούς, με συνεχή καψόνια-βασανιστήρια, για την ακούρδιστη ζωή τους. Μόνο η Χήρα, η Αλέκα, η μαύρη ρεμπέτισσα, γίνεται έξαλλη με την απονιά, την ψευτιά και τον χλευασμό του κόσμου απέναντί τους.
Και παίρνει τον Δημοσθένη υπό την προστασία της στο «Ραντεβού στη Μεσόγειο». Ένα παλιό διώροφο σπίτι με αυλή στο Μεταξουργείο, που επί 50 χρόνια, τραγουδάει σ’ αυτό τη ζωή, τον έρωτα, τον καημό. Κι η αγάπη με τη φιλία, φωτίζουν τα όνειρα μιας παρέας που κάνει ορμητήριό της αυτό το στέκι, πλάθοντας το δικό της σύμπαν.
Εκεί, εμφανίζεται στη ζωή του Δημοσθένη κι η Ελένη που προσπαθεί να τον σώσει από την ήττα. Και παρόλο που με τον Μιχάλη φλογίζονται από τις ίδιες επιθυμίες, φοβούνται να τις αγγίξουν.
Ώσπου ξαφνικά οι συμπεριφορές των ανθρώπων γίνονται βίαιες ανεξήγητα και ανεξέλεκτα κάνοντας τους ήρωες να φωνάζουν:
Απάλλαξέ με.
Μυθιστόρημα, 24 γράμματα, 2023, 462 σελ.
Ο κλήρος της τρικυμίας – Παύλος Θ. Κάγιος
Ποιος αποφασίζει στη ζωή μας; Εμείς ή όλα είναι γραμμένα στο τυχερό ή άτυχο αστέρι μας; Ο Θόδωρος και η Ιωάννα, δύο τριαντατριάχρονοι, ερωτεύονται με την πρώτη ματιά, αγνοώντας πως “μέσα στης τύχης θα πιαστούν τη μήτρα” κουβαλώντας αμαρτίες γονέων. Η Ιωάννα έρχεται “από τη μεριά της αστραπής”, είναι απαρνημένη από γονείς κι αλλιώτικα “γραμμένη” στο πρόσωπο. Ο Θόδωρος, αν και πλουσιόπαιδο, αισθάνεται να ’χει γεννηθεί λειψός και αποκομμένος. Πνίγεται με τους καβγάδες στην οικογένειά του για μια διαθήκη του προπάππου του -που επί δεκαετίες κρατάει αιχμάλωτους τους κληρονόμους- και φεύγει στο εξωτερικό.
Γνωρίζοντας την Ιωάννα στη Νέα Υόρκη, αισθάνεται να συναντά αυτό που του λείπει από τη ζωή. Και βρίσκει σωτηρία στην πονεμένη αιωνιότητα του χαμόγελού της, στην απεραντοσύνη του υγρού βλέμματός της. Το αμαρτωλό παρελθόν όμως επιστρέφει και εισβάλλει στη ζωή τους, ξεσκεπάζοντας οικογενειακές συνωμοσίες και ψέματα. Αποκαλύπτονται μυστικά που γίνονται δεσμά γι’ αυτούς και τον καρπό του “παράνομου” έρωτά τους. Θα τολμήσουν να πάνε κόντρα στη μοίρα; Ή θα υποταχθούν στην ύβρη που προκάλεσε η πράξη ενός “Οιδίποδα εχθρού”, ενός πατέρα που “βίασε” το πεπρωμένο τους όταν γεννιόντουσαν;
Μυθιστόρημα, Εκδόσεις Καστανιώτη, 2017, 304 σελ.
Μη μ’ αφήσεις να χαθώ – Παύλος Θ. Κάγιος
Με ορμή φύγαμε απ’ τα σπίτια μας στη Μεταπολίτευση, με ορμή ξεχάσαμε να γυρίσουμε πίσω. Με ορμή ψάξαμε τον ασυμβίβαστο έρωτα, με ορμή παραδοθήκαμε στην ευκολία και στη συντήρηση. Με ορμή αναζητήσαμε την επανάσταση και το δίκιο, με ορμή βολευτήκαμε σε πόστα και εξαργυρώσαμε τα όνειρά μας. Με ορμή κολλήσαμε απότομα στον τοίχο, με ορμή πληρώνουμε τα λάθη μας.
Tα μυστικά και τα ψέματα μιας παρέας φίλων –οι έρωτες, οι προσδοκίες, οι συμβιβασμοί τους– από το 1974 μέχρι σήμερα. Τα παιδιά τους. Τα ΜΜΕ. Οι δημοκρατικές δυνάμεις. Οι πολιτικοί. Ένας λαός που μαθαίνει να συναλλάσσεται. Ένα παζλ που έδωσε μορφή και περιεχόμενο στη μεταπολιτευτική Ελλάδα, ώσπου το 2010 ξεκόλλησαν βίαια οι ψηφίδες, όταν οι ξένοι μάς είπαν «Ψηλά τα χέρια!» – κι εμείς τα σηκώσαμε. Από τότε, μέχρι σήμερα, ζούμε πανικόβλητοι, όπως και οι ήρωες αυτού του βιβλίου. Φωνάζουμε «Μη μ’ αφήσεις να χαθώ», μα η Iστορία τρέχει ασυγκράτητη, καθώς αρχίζει το μεγάλο ξεκαθάρισμα.
Μια μυθοπλασία για την ελληνική πραγματικότητα, για τον λησμονημένο εαυτό μας, για την αλήθεια και το ψέμα που είμαστε εμείς.
Μυθιστόρημα, Εκδόσεις Καστανιώτη, 2013, 528 σελ.
Και με κλειστά μάτια θα βλέπω – Παύλος Θ. Κάγιος
Φυλάω τ’ αστέρια να μην τα σβήσουν.
Στα χρόνια του Μεσοπολέμου ο Θόδωρος μεγαλώνει στο χωριό του στη Βόρειο Ήπειρο. Την ίδια περίοδο η μικρή Βάσω περνά άγριες μέρες στο σπίτι της κοντά στην Καλαμάτα. Τα δυο παιδιά ζουν τον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο και περνούν διά πυρός και σιδήρου. Έφηβοι πια στη διάρκεια του εμφύλιου σπαραγμού βρίσκονται σε αντίπαλα στρατόπεδα. Το 1948 συναντιούνται τυχαία στην Αθήνα, όπου ο έρωτας νικά το διχασμό. Με ορμή και πείσμα παλεύουν μαζί και η ζωή χαράζει το κορμί και την ψυχή τους. Η μεγάλη αγάπη αναμετριέται με το κυνηγητό από τους ισχυρούς, με την εφήμερη μικρότητα και τον εγωισμό, με την πείνα και την ανέχεια· όμως σώζεται κάθε φορά από την πίστη που έχει ο ένας στον άλλον και θεριεύει -μέσα από τις στάχτες- με γλέντια, γέλια και τη μεταπολεμική αισιοδοξία για “καλύτερες μέρες”. Ωστόσο η Ιστορία, πάντα σκληρή, θα στήσει τους ήρωες του βιβλίου ξανά στον τοίχο με τη δικτατορία του ’67, ώσπου φτάνουν στη χορτασμένη αδιαφορία τού σήμερα, που τους θέλει στη γωνία.
Μια ελεγεία για τους κυνηγημένους, τους χαμένους, τους αφανείς και ευλογημένους, σε μια Ελλάδα όπου όλα έρχονται και παρέρχονται, αφήνοντας πίσω αναπάντητα ερωτήματα: Αρκεί να λες “Και με κλειστά μάτια θα βλέπω” και να προχωράς; Και πού πηγαίνεις; Ανικανοποίητος -άρα ελεύθερος- ή παντοτινά σκλαβωμένος;
Μυθιστόρημα, Εκδόσεις Καστανιώτη, 2009, 546 σελ.
Δεν υπάρχει ελευθερία μακριά σου – Παύλος Θ. Κάγιος
Όλοι γυρεύουμε τον “άνθρωπό μας”. Όλοι ψάχνουμε το μεγάλο έρωτα. Όλοι νιώθουμε ανικανοποίητοι, γιατί όλο και περισσότεροι νιώθουμε μόνοι. Ο Δημήτρης έχει γυρίσει όλο τον κόσμο, αλλά είναι μόνος και άδειος μέσα του. Αναζητεί το χαμένο όραμά του στην πίστη. Μπαίνει στο Άγιο Όρος να δοκιμαστεί. Η Αντιγόνη έρχεται από το πουθενά, καθώς είναι παιδί αγνώστων γονιών, αλλά ζει στην καθημερινότητα. Μα δεν ησυχάζει με συνηθισμένους έρωτες. Ψάχνει τον άντρα-αέρα που θα φουσκώσει τα πανιά της. Η συνάντησή τους στο σήμερα μοιάζει άκαιρη. Γι’ αυτό και είναι θυελλώδης. Δύο μόνοι μαζί δεν είναι μόνοι. Ταξιδεύει ο ένας στη μοναξιά του άλλου. Ο άντρας είναι ο ουρανός και η γυναίκα η θάλασσα. Είναι καταδικασμένοι, άραγε, να ρίχνουν ο ένας το χρώμα του στον άλλον χωρίς ποτέ να μπορούν να γίνουν ένα; Ο Δημήτρης και η Αντιγόνη κάνουν τη “θύελλα του έρωτα” οδηγό ζωής. Μα οι παραισθήσεις του μυαλού φωνάζουν “τρέξε να ξεφύγουμε” -για να σκλαβωθούμε στην προσωπική μας μοναξιά; Υπάρχει ίσως κρυμμένο, κάπου, αυτό που θα τους κάνει να πουν ο ένας στον άλλον “Δεν υπάρχει ελευθερία μακριά σου;”
Μυθιστόρημα, Εκδόσεις Καστανιώτη, 2004, 280 σελ.
Σε είδα να ‘σαι αόρατος – Παύλος Κάγιος
Πίστη. Αγάπη. Ελπίδα. Έρωτας. Θάνατος. Ζωή. Αυτά μέχρι χθες… Τώρα, στο μηδέν του έρωτα Σε είδα να ‘σαι αόρατος. Ζούμε, άραγε, το τέλος της ανθρώπινης φύσης;
Στη σημερινή Αθήνα μια παρέα νέων ανθρώπων -“O έρωτας, και μόνο αυτός, πηγή της ιστορίας”, όπως έλεγες, Λευτέρη- αποφασίζουν να ζήσουν μαζί. Σε μια πολυκατοικία. Αληθείας και Παραμυθίας γωνία. Στον Κεραμεικό. “Έξω ρίχνει αστραπές” και ο Στέργιος, η Αννα, η Αντιγόνη, ο Φάνης, η Δήμητρα, η Ελένη, ο Πέτρος, ο Παύλος και τ’ άλλα παιδιά ζωντανεύουν το παρατημένο κτήριο του μεσοπολέμου. Ερωτεύονται, ονειρεύονται, παλεύουν, κερδίζουν, χάνουν, ελπίζουν… Δύναμή τους η φιλία, ο έρωτας, τα νιάτα. Εχθρός τους η εξαφάνιση κάθε συναισθήματος από διάνοιες που για τη δόξα, τα βραβεία και τα εκατομμύρια πειραματίζονται πάνω στην “ανθρώπινη συνείδηση” σε εργαστήρια πολυεθνικών. Με στόχο την εφεύρεση νέων γονιδίων. Έτσι που το ανθρώπινο είδος να γίνει άτρωτο και στο πιο σκληρό, εχθρικό περιβάλλον του πλανήτη Γη. Αν όλα μια ιδέα είναι, οι φίλοι της Αληθείας και Παραμυθίας πόσο θα αντέξουν να κοιτάζονται στα μάτια και να έχουν “ο ένας τον άλλον” σ’ έναν κόσμο που η επιστήμη βάζει χέρι στα ένστικτα; Και να σκεφτείς ότι η ζωή κρατάει όσο η πρωινή δροσιά στα φύλλα των δέντρων. Ή, μήπως, άλλαξε κι αυτό;
Μυθιστόρημα, Εκδόσεις Καστανιώτη, 2000, 376 σελ.
Και ξαφνικά χιόνισε χρόνια – Παύλος Κάγιος
Δυο αγόρια κι ένα κορίτσι μεγαλώνουν στην Αθήνα. Από το 1960 έως το τέλος του αιώνα. Το τέταρτο πρόσωπο, ο Χρόνος, μεγαλώνει μαζί τους. Σκιαγραφεί τις επιθυμίες τους. Τρεις ψυχές και μία διάρκεια σε μια χώρα που ωριμάζει, αλλοιώνεται, ξεχνάει. Οι δύο άντρες ανακαλύπτουν την εγγαστριμυθία που έχει λαλιά οράματος. Κηρήθρα του έρωτα. Η κοπέλα γονιμοποιεί. Αναδύεται. Πετάει. Ο Χρόνος προπορεύεται. Συμπάσχει. Κοκαλώνει. Τέσσερις ευχές. Σαράντα χρόνια Ελλάδα. Σαράντα χρόνια ονειροκρίτης. Σαράντα χρόνια «Με το δισάκι μου στον ώμο για το δρόμο». Η ιστορία μιας γενιάς; Το τέλος των «γενεών», των εποχών, της διαδοχής, της λογικής. Επιστημονική φαντασία; Επιστημονική φαντασία της πραγματικότητας του παραλογισμού. Μεταλλαγμένη ονείρωξη. Στο τέλος ενός αιώνα που δε θυμάται τον έρωτα, το δάκρυ, τη συγγνώμη. Η αποκάλυψη δε μεταδίδεται. Συμβαίνει. Κρυφά. Σιωπηλά.
Μυθιστόρημα, Εκδόσεις Καστανιώτη, 1995, 346 σελ.
Πηγές: Biblionet, Εκδόσεις Καστανιώτη, 24 γράμματα