Μεγάλωσε με τις δυσκολίες της εποχής. Εμφύλιος, μετανάστευση, φτώχεια. Το 1969 παντρεύτηκε τον Θύμιο Καρακατσάνη. Το πρώτο βιβλίο της με τίτλο “Φεγγαριαστήκανε στα Ταμπάχανα” κυκλοφόρησε το 1993 απ’ τις εκδόσεις Λιβάνη. Το δεύτερο κυκλοφόρησε το 1996, με τίτλο “Έξω απ’ τη ‘Σόνια’ στις επτά” (αφήγημα), το τρίτο το 1999, με τίτλο “Η Εύελπις του αιώνα” (διηγήματα). Το 2001 ακολούθησε το μυθιστόρημα “Εδώ αρχίζει τ’ όνειρο”.
Φεγγαριαστήκανε στα Ταμπάχανα (1993)
Εδώ αρχίζει τ’ όνειρο (2001), Εκδόσεις Καστανιώτη
Φεγγαριαστήκανε στα Ταμπάχανα (2004), Άγκυρα
Διηγήματα
Η Εύελπις του αιώνα (1999), Εκδόσεις Καστανιώτη
Αφηγήματα
Έξω απ’ τη Σόνια στις επτά (1996), Εκδόσεις Καστανιώτη
Βιογραφικό
Μάθημα σιωπής (2015), Καλέντης
Μάθημα σιωπής – Ρούλα Καρακατσάνη
“Μια βαθιά κατάθεση ψυχής για μια επίπονη πορεία συνύπαρξης που κράτησε τα σαράντα τέσσερα χρόνια που έζησα με έναν από τους πιο σπουδαίους θεατράνθρωπους, τον Θύμιο Καρακατσάνη, και η κάθε της στιγμή ήταν ουσιαστική. Πόσο δύσκολα ήταν τα πρώτα δέκα χρόνια, πόση ταλαιπωρία, άγχος, απογοητεύσεις περάσαμε, ώσπου να καταφέρει να ορθοποδήσει μόνος του σε έναν χώρο που πολλές φορές γίνεται κινούμενη άμμος να σε εξαφανίσει. Ίντριγκες, μαχαιριές πισώπλατες, ψέματα, υποκρισία, λυκοφιλίες, αγκαλιές και ανάμεσά τους η ανασφάλεια να τους εξουσιάζει. Όσα μπόρεσε η μνήμη να κρατήσει: αλήθειες κρυμμένες, σημαντικές γνωριμίες, έρωτας, πάθος, αποτυχίες, επιτυχίες, χαρές, πίκρες και το βασικότερο, ο αγώνας για επιβίωση σε ένα επάγγελμα που δεν σε αφήνει να έχεις σιγουριά και ακροβατείς με την καθημερινότητα”.
Ένα βιβλίο αφιερωμένο στον κορυφαίο αριστοφανικό ηθοποιό και σκηνοθέτη Θύμιο Καρακατσάνη, αληθινό, συγκινητικό και αποκαλυπτικό, όπως ταιριάζει στην προσωπικότητά του, ένα βιβλίο μνήμης, μια πηγαία, από καρδιάς κατάθεση της συνοδοιπόρου του Ρούλας Καρακατσάνη.
Βιογραφικό, Καλέντης, 2015, 512 σελ.
Φεγγαριαστήκανε στα Ταμπάχανα – Ρούλα Καρακατσάνη
Μυθιστορηματική αυτοβιογραφία
Ήταν, βλέπεις, κοριτσάκι. Μόλις είκοσι τριών χρονών. Είναι τόσα πολλά, δεν μπορώ να τα θυμάμαι άλλο. Χρόνια προσπαθούσα να τα καταχωνιάσω μέσα μου. Τι μ’ έπιασε να τα ξεσκαλίσω στα σαράντα τέσσερα χρόνια μου; Φταίει η φωτογραφία πάνω στο τραπεζάκι. Κάθε φορά που τη βλέπω, το μυαλό μου χάνεται… Πάτρα, Ελβετία, Καλλιθέα, Παιανία. Περίμενα πότε θα φύγουν. Έτρεχα στο κάτω δωματιάκι να κρύψω αυτά που με βασάνιζαν, στο μπλε τετράδιο. Όπως στην εφηβεία μου, τρύπωσα στον καμπινέ να καπνίσω.
Παράξενα ξύλινα στρατιωτάκια, κεφάλια από άλογα, μικρά ξόανα με στέμματα, καπέλα, τσεμπέρια, ομπρέλες, πουλιά πάνω απ’ τη θάλασσα. Στιγμιαίο πέταγμα η ζωή τους. Μιζέρια. Το πρόσωπό της μαραζώνει η απόγνωση, για κάτι ασήμαντο, για ένα τίποτα.
Ένα τίποτα δικό σας πια. Στο χέρι σας.
Ρούλα Καρακατσάνη.
Μυθιστόρημα, Άγκυρα, 2004, 144 σελ.
Εδώ αρχίζει τ’ όνειρο – Ρούλα Καρακατσάνη
Η θάλασσα είχε χάσει το χρώμα της όταν μπήκαμε και κλείσαμε την μπαλκονόπορτα, τραβώντας τις κουρτίνες. Άνοιξε το πορτατίφ απ’ τη μεριά της, πέταξε τα παπούτσια από τα πόδια της, σα να ήταν το μοναδικό εμπόδιο, έβαλε την τσάντα στην καρέκλα, από πάνω τη ζακέτα, τη φούστα της, το λευκό πουκάμισο, κι έμεινε με το μαύρο κομπινεζόν να κοιτάζει ψύχραιμη. Εγώ φούντωνα, ξεφούντωνα, η αδρεναλίνη μου ξεχύθηκε. Έσταζε ο ιδρώτας, μούλιασα. – Μισό λεπτό, λέω και μπαίνω στο μπάνιο και ξεπετσιάζομαι, τσουρουφλίζομαι, το δέρμα μου έλιωσε κάτω απ’ το νερό. Χαλάρωσα. Τυλίχτηκα με την πετσέτα, πήγα και χώθηκα δίπλα της. Έβαλε το χέρι της ανάμεσα στα αχνισμένα μπούτια μου. Πάγωσα. Μου κόπηκαν τα πόδια, τα ήπατα, όλα. Προσπαθούσε να με συνεφέρει μ’ ερωτόλογα. Δοκίμασε τα πάντα. Είχε στεγνώσει η γλώσσα της. Το σάλιο της πάγωσε σ’ όλο το κορμί μου. Εγώ τίποτα, καθόμουν αποσβολωμένος, μαραμένος, αποβλακωμένος σα μαλάκας. Τζάμπα πήγε το ξενοδοχείο, με πήρε και φύγαμε άπραγοι. Σ’ όλη τη διαδρομή η ματιά μου δεν τόλμησε ν’ ακουμπήσει πάνω της. Εκείνη μου μιλούσε ασταμάτητα, γελούσε, με χάιδευε αχόρταγα. Σήκωσα το βλέμμα μου όταν τράβηξε το χειρόφρενο. Είχαμε φτάσει στο Πανόραμα, όταν σταμάτησε και με κέρασε ένα μεγάλο τρίγωνο. Με πήραν τα σιρόπια.
Μυθιστόρημα, Εκδόσεις Καστανιώτη, 2001, 178 σελ.
Η Εύελπις του αιώνα – Ρούλα Καρακατσάνη
Tο φανάρι με σταματάει, ο κόσμος μου κορνάρει. O νεαρός δίπλα με ρωτάει: «E, κούκλα, δε μου λες, ο κόσμος που ζεις είναι ωραίος;… Άντε στο διάολο, χαζοβιόλα, προχώρα να φύγουμε».
Περπατούσα στο φαράγγι, πριν μας το κάψουνε, ψάχνοντας σπαράγγια, κόβοντας καυκαλήθρες, φασκόμηλο, θυμάρι, ρίγανη και λαγοκοιμησιά. Mπροστά στο νεροχύτη ξέπλενα τη σκέψη μου, ξαγρυπνούσα ξεχασμένη στ’ απόκρυφα του ασυνείδητου, εκεί που η μνήμη χάνεται στο χτες, εκεί που η σκέψη δε σταματάει, που ο πόνος καταλαγιάζει και η χαρά περνά φευγαλέα. Έψαξα και βρήκα μικρές φράσεις, κλεμμένες στιγμές, που αδίστακτα η φαντασία μου τις μεγάλωσε ή τις μίκρυνε τόσο, ώστε χώρεσαν σ’ αυτό το βιβλίο. Oι ήρωες είμαι εγώ, είσαι εσύ, είναι αυτός που ξέρεις και αυτοί που θα γνωρίσεις.
Διηγήματα, Εκδόσεις Καστανιώτη, 1999, 176 σελ.
Έξω απ’ τη Σόνια στις επτά – Ρούλα Καρακατσάνη
Με συγχωρείτε, έκανα λάθος. Όλα ξεκίνησαν από ένα ψέμα. Αφορμή μία ξεχασμένη επέτειος, που επέμενα να τη γιορτάζω μόνη μου. Πλήρωνα είκοσι πέντε χρόνια το λάθος. Μια Κυριακή ήταν, λίγο πριν ξημερώσει. Πήρα τον καφέ μου και κάθισα αποκαμωμένη στο καναπέ. Ο έρωτας παγιδεύεται, φθείρεται μες στην καθημερινότητα. Προσπαθώ να κρατήσω όσο μπορώ την οικογένειά μου. Ψάχνω να βρω τι φταίει για τη σημερινή παραφροσύνη. Θα τα καταφέρω; Τα αφηνιασμένα άλογα δεν τα σταματάς, ακόμα κι αν δώσεις τη ζωή σου γι’ αυτά.
Αφήγημα, Εκδόσεις Καστανιώτη, 1996, 158 σελ.
Φεγγαριαστήκανε στα Ταμπάχανα – Ρούλα Καρακατσάνη
Ήταν, βλέπεις, κοριτσάκι. Μόλις είκοσι τριών χρονών. Είναι τόσα πολλά, δεν μπορώ να τα θυμάμαι άλλο. Χρόνια προσπαθούσα να τα καταχωνιάσω μέσα μου. Τι μ` έπιασε να τα ξεσκαλίσω στα σαράντα τέσσερα χρόνια μου Φταίει η φωτογραφία πάνω στο τραπεζάκι. Κάθε φορά που τη βλέπω, το μυαλό μου χάνεται. . . Πάτρα, Ελβετία, Καλλιθέα, Παιανία. Περίμενα πότε θα φύγουν. Έτρεχα στο κάτω δωματιάκι να κρύψω αυτά που με βασάνιζαν, στο μπλε τετράδιο. Όπως στην εφηβεία μου, τρύπωσα στον καμπινέ να καπνίσω. Παράξενα ξύλινα στρατιωτάκια, κεφάλια από άλογα, μικρά ξόανα με στρέμματα, καπέλα, τσεμπέρια, ομπρέλες, πουλιά πάνω απ` τη θάλασσα. Στιγμιαίο πέταγμα η ζωή τους. Μιζέρια. Το πρόσωπό της μαραζώνει η απόγνωση, για κάτι ασήμαντο, για ένα τίποτα. Ένα τίποτα δικό σας πια. Στο χέρι σας. Ρούλα Καρακατσάνη.
Μυθιστόρημα, Εκδοτικός Οίκος Α.Α. Λιβάνη, 1993, 144 σελ.
Πηγές: Biblionet, Εκδόσεις Καστανιώτη, Καλέντης, Άγκυρα, Εκδοτικός Οίκος Α.Α. Λιβάνη