Σε ηλικία δώδεκα ετών ταξίδεψε στο όρος Σινά, ήρθε σε επαφή με τους Βεδουίνους της περιοχής και για μια δεκαετία συνδέθηκε στενά μαζί τους. Είναι κατασκευαστής παραδοσιακών μουσικών οργάνων. Από το 2006 ζει στη Μάνη, έχοντας αντικαταστήσει τη μεγάλη του αγάπη, τις καμήλες, με τα άλογα.
Ωραιότητα (2004), Ιωλκός
Κιθαιρώνας (2018), Άγρα
Αφηγήσεις-Πεζογραφία
Γκεμπελία (2016), Άγρα
Το καΐκι (2020), Άγρα
Το καΐκι – Δημήτρης Χιλλ
Το καΐκι μικρό και ευρύχωρο.
Μια αίσθηση πειθαρχημένης ελευθερίας
ξεκινάει από τα πόδια, διαπερνάει όλο το σώμα,
και καταλήγει στα χέρια,
και πιο πέρα η θάλασσα λευκή,
μπλε, μαύρη, γαλάζια.
Καβομαλιάς, Μάιος 2020
Τον αντάμωσα τυχαία ένα απόγευμα. Πάνω από δεκαπέντε μέρες είχαν περάσει από τότε που τον είχα δει τελευταία φορά. Τα ρούχα του ήταν βρόμικα και μύριζαν ψαρίλα.
– Τί έπαθες, πού χάθηκες ;
– Δουλεύω σε καΐκι. Ψάχνω για πλήρωμα. Θες να ’ρθείς;
Έμεινα άφωνος.
– Δε θα κάνεις βαριές δουλειές. Μόνο τιμόνι, βάρδια το βράδυ και κανένα μαγείρεμα. Είσαι;
Φαινόταν αρκετά κουρασμένος και πολύ ενθουσιασμένος. Πρώτη φορά τον έβλεπα τόσο ομιλητικό και τόσο χαρούμενο, λες κι είχε βρει τη λύση για όλα του τα παιχνίδια, λες και οι σταυροί ήταν πια παρελθόν.
– Είμαι, απάντησα χωρίς να είμαι σίγουρος.
Θυμάμαι, το κόκκινο καΐκι μας ήταν το πιο όμορφο απ’ όλα. Όταν ξεκίναγε να βγει απ’ το λιμάνι, βουτούσε βαθιά τη μούρη του στη θάλασσα λες κι ήταν σκυθρωπό, κι όταν επέστρεφε, η πλώρη του στέκονταν όρθια λες κι ήταν περήφανο για την καλή ψαριά.
Η παρούσα έκδοση αποδίδει φόρο τιμής στον προγραμματικά αφανισμένο κόσμο των καϊκιών των ελληνικών θαλασσών.
Πεζογραφία, Άγρα, 2020, 48 σελ.
Κιθαιρώνας – Δημήτρης Χιλλ
Άκουσε και είδε το θάνατο
στη φωνή και στα μάτια
πήρε μια ευχή και την κρέμασε στο λαιμό του
κι έπειτα κι άλλες ευχές
στα χέρια στα πόδια
Τον παρακάλεσε να σταματήσει το χρόνο
να σταματήσει το θάνατο.
Δεν μπόρεσε
Ποίηση, Άγρα, 2018, 80 σελ.
Γκεμπελία – Δημήτρης Χιλλ
Αναμνήσεις από την έρημο του Σινά
Παρόλο που ο Ράτζαπ ήξερε καλά το δρόμο της επιστροφής, είχαμε χαθεί. Κι όμως, ήμαστε χαρούμενοι που συνεχίζαμε να δοκιμάζουμε την αντοχή των ζώων. Άλλωστε τι πιο ωραίο να χάνεσαι μέσα στην έρημο χωρίς φαΐ, χωρίς νερό και το κυριότερο χωρίς κουβέρτες. Αρχίσαμε να σκεφτόμαστε τη νύχτα που θα έπεφτε το κρύο…
Σιωπούσα. Σκεφτόμουν πως ήμουν μόνο δεκαέξι χρονών. Η φλόγα μέσα μου μόλις είχε ανάψει. Άρχισε να σκοτεινιάζει. Συνεχίσαμε να βαδίζουμε αργά, σιωπηλοί, που και που κοιταζόμασταν…
Το σούρουπο στην έρημο κρατάει ώρα πολλή. Έπειτα ένα μαύρο σεντόνι ξεδιπλώνεται μπροστά στα μάτια σου. Μέσα σε μία στιγμή όλα τα αστέρια ανάβουν μαζί. Η ζεστή άμμος αποκοιμιέται στην αγκαλιά της δροσιάς. Οι καμήλες τις νύχτες επιταχύνουν το βήμα τους. Όσο κι αν θες να τις κρατήσεις φοβούμενος το σκοτάδι και τα κακοτράχαλα μονοπάτια, αυτές περπατούν όλο και πιο γρήγορα κοιτώντας νευρικά πότε δεξιά πότε αριστερά, με τα μικρά τους αυτιά τεντωμένα ίσια μπροστά, να προσπαθούν να ακούσουν της ερήμου τους ανύπαρκτους ήχους. Ο μόνος ήχος που ακούγεται είναι αυτός που κάνουν τα πέλματά τους καθώς βυθίζονται μέσα στην άμμο. Ξαφνικά, σταματάνε και αφουγκράζονται. Ύστερα, νευρικές και καχύποπτες, συνεχίζουν πάλι ν’ αφήνουν πίσω τους ίχνη…
Μέσα στην έρημο χωρίς τη βοήθεια του άλλου είσαι χαμένος. Κι όμως, μέσα στην έρημο, ακόμα κι όταν είσαι μόνος, δεν νιώθεις μόνος ποτέ. Κάπου θα βρεθεί μία απρόσμενη πηγή να σε δροσίσει ή μία χουρμαδιά για να ανάψεις το βράδυ φωτιά ή μία μικρή σπηλιά μέσα στο βράχο. Ακόμα και τίποτα από όλα αυτά να μη βρεθεί στο δρόμο σου, πάλι δεν είσαι μόνος…
Αφηγήσεις, Άγρα, 2016, 40 σελ.
Ωραιότητα – Δημήτρης Χιλλ
«Ωραιότητα»
Θα ήθελα να κάνω μέρες να σε δω
κι όταν σ ανταμώσω να χαρώ
και να σε δω χαρούμενη να φεύγεις
να φεύγεις
Να φεύγεις και μόνς να λυπάμαι γιορτινά
αυτό που φεύγει δίχως να φεύγει
αυτό που έρχεται δίχως να έρχεται
και φεύγει
Ποίηση, Ιωλκός, 2004, 94 σελ.
Πηγές: Biblionet, Ιωλκός, Άγρα