Στίχοι: Βιτσέντζος Κορνάρος
Μουσική: Παραδοσιακό
1η εκτέλεση: Νίκος Ξυλούρης
Τ’ άκουσες Αρετούσα μου τα θλιβερά μαντάτα
ο κύρης σου μ’ εξόρισε στης ξενιτιάς στη στράτα
Τέσσερις μέρες μοναχά μου ‘δωκε ν’ ανιμένω
κ’ ύστερα να ξενιτευτώ, πολύ μακριά να πηαίνω
Kαι πώς να σ’ αποχωριστώ και πώς θα σου μακρύνω
Kαι πώς θα ζήσω δίχως σου, το χωρισμόν εκείνο
Tα λόγια σου, Pωτόκριτε, φαρμάκιν εβαστούσαν,
κι ουδ’ όλπιζα, ουδ’ ανίμενα τ’ αφτιά μου σ’ό,τι ακούσαν.
Και πώς μπορώ να σ’ αρνηθώ; Kι α’ θέλω, δε μ’ αφήνει
τούτ’ η καρδιά που εσύ’βαλες σ’ τσ’ αγάπης το καμίνι.
Kαι πώς μπορεί άλλο δεντρόν, άλλοι βλαστοί κι άλλ’ άνθη,
μέσα τση πλιό να ριζωθούν, που το κλειδίν εχάθη;
Εσίμωσε το τέλος μου, μάθεις το θες, Κερά μου,
στα ξένα πως μ’ εθάψασι, κι εκεί ‘ν’ τα κόκκαλά μου.
Κατέχω το κι ο κύρης σου γρήγορα σε παντρεύγει
ρηγόπουλο, αφεντόπουλο σαν είσ εσύ γυρεύγει
Kαι δεν μπορείς ν αντισταθείς σαν θέλουν οι γονείς σου
Nικούν τηνε τη γνώμη σου κι αλλάζει η γιόρεξη σου
Μια χάρη, αφέντρα, σου ζητώ κι εκείνη θέλω μόνο
Και μετά κείνη ολόχαρος τη ζήση μου τελειώνω:
Την ωρα που αρραβωνιαστείς να βαριαναστενάξεις
Kι όντε σαν νύφη στολιστείς σαν παντρεμένη αλλάξεις
N’ αναδακρυώσεις και να πεις, «Ρωτόκριτε καημένε
τα σου ‘ταζα ελησμόνησα, τα ‘θελες μπλιο δεν έναι
Και κάθε μήνα μια φορά φορά μέσα στην κάμαρά σου
λόγιαζε ηντά παθα για σε να με πονεί η καρδιά σου
Και πιάσε και τη ζωγραφιά που “ναι στ” αρμάρι μέσα
και τα τραγούδια που “λεγα οπού πολύ σ” αρέσα.
Και διάβαζέ τα, θώρειε τα κι αναθυμού κι εμένα,
πως μ εξορίσανε για σε πολλά μακριά στα ξένα.
Κι όντε σου πουν κι απόθανα, λυπήσου με και κλάψε
και τα τραγούδια που ‘βγαλα, μες στη φωτιάν τα κάψε.
Mα όπου κι αν πάγω, όπου βρεθώ, κι ότι καιρόν που ζήσω,
τάσσω σου άλλη να µη δω, µουδέ ν’ αναντρανίσω.
Ζωγραφιστή σ’ όλον το νουν έχω τη στόρησή σου,
και δεν μπορώ άλλη να δω παρά την εδική σου.
Eγώ, δεν σ’ εζωγράφισα, ήβγαλα απ’ την καρδιά μου
αίμα, και με το αίμα μου εγίνη η ζωγραφιά μου.
Κι’ας τάξω πως επιάστηκα ‘πο μιάς γυναίκας τρίχα
κι ήσπασε η τρίχα κι ήχασα στον κόσμο ό,τι κι αν είχα
Kι ας τάξω ο κακορίζικος, πως δε σ’ είδα ποτέ μου,
κι ένα κεράκι αφτούμενον εκράτουν, κι έσβησέ μου.
Kάλλιά’χω εσέ με θάνατον, παρ’ άλλη με ζωή μου,
για σένα εγεννήθηκε στον κόσμον το κορμί μου
Ερωτόκριτος και Αρετούσα
Η ιστορία τους
Ο Ερωτόκριτος είναι ένα έργο που τοποθετείται στην Αθήνα, ωστόσο ο κόσμος που περιγράφεται δεν αφορά κάποια συγκεκριμένη ιστορική κατάσταση και πόλη, αντίθετα υπάρχουν πολλοί αναχρονισμοί, ενώ μπλέκονται στοιχεία ανατολής και δύσης.
Η Αρετούσα είναι κόρη του βασιλιά της Αθήνας, Ηρακλή. Ο Ερωτόκριτος, γιος του Πεζόβουλου (σύμβουλος του βασιλιά), ερωτεύεται την Αρετούσα, αλλά δεν μπορεί να φανερώσει τον έρωτα του λόγω της θέσης του κι έτσι αρκείται να τραγουδά κάτω από το παράθυρο της.
Η Αρετούσα γοητεύεται από τον τραγουδιστή χωρίς να ξέρει ποιός είναι, αλλά ο Βασιλιάς Ηρακλής μαθαίνει τι συμβαίνει και στήνει ενέδρα στον Ερωτόκριτο για να τον πιάσει. Εκείνος σκοτώνει τους φύλακες του βασιλιά και φεύγει στη Χαλκίδα για να μην συλληφθεί.
Η Αρετούσα στο μεταξύ βρίσκει τυχαία το δωμάτιο του Ερωτόκριτου και εκεί ανακαλύπτει μια ζωγραφιά της και τους στίχους που τραγουδούσε ο Ερωτόκριτος στο παράθυρο της. Κάποια στιγμή που επιστρέφει ο Ερωτόκριτος στο παλάτι, αντιλαμβάνεται ότι η ταυτότητα του έχει πια αποκαλυφθεί και μένει στο σπίτι σαν να πάσχει από κάποια ασθένεια.
Στο μεταξύ ο Ηρακλής οργανώνει μια κονταρομαχία, και ο Ερωτόκριτος που συμμετέχει κερδίζει τον αγώνα, και το παράνομο ζευγάρι πια αρχίζει να συναντιέται κρυφά.
Ο Ερωτόκριτος ζητά το χέρι της Αρετούσας και ο Ηρακλής τον εξορίζει λόγω του θράσους του, και αρραβωνιάζει την κόρη του με κάποιον που της προξενεύει. Η Αρετούσα αρνείται το προξενιό και ο Ηρακλής τη φυλακίζει.
Τρία χρόνια αργότερα, οι Βλάχοι έρχονται να καταλάβουν την Αθήνα και ο Ερωτόκριτος με το μαγικό φίλτρο μιας μάγισσας αλλάζει εμφάνιση και μεταμορφωμένος σώζει τη ζωή του βασιλιά. Ο Ηρακλής χωρίς να ξέρει ποιος είναι, του προσφέρει το χέρι της Αρετούσας από ευγνωμοσύνη, αλλά ο Ερωτόκριτος ζητά το χέρι της κόρης του βασιλιά.
Η Αρετούσα που δεν αναγνωρίζει τον μεταμορφωμένο Ερωτόκριτο, δεν δέχεται την πρόταση του, παραμένοντας πιστή στην χαμένη αγάπη της. Ο Ερωτόκριτος χαρούμενος με την πιστή αγάπη της Αρετούσας, παίρνει το αντίδοτο και η μεταμόρφωση του χάνεται.
Στο τέλος, ο Ερωτόκριτος παντρεύεται την Αρετούσα, γίνεται βασιλιάς της Αθήνας και ο Βιτσέντζος Κορνάρος δίνει αίσιο τέλος σ΄αυτή την ιστορία αγάπης.
Ο Ερωτόκριτος είναι ένα από τα πιο κλασικά και πιο δημοφιλή έργα γιατί πραγματεύεται την αγάπη και τον έρωτα, καθώς επίσης και τη φιλία και τις οικογενειακές σχέσεις με έναν εκπληκτικά διαχρονικό τρόπο. Εξάλλου δεν είναι τυχαίο ότι ο Βιτσέντζος Κορνάρος από τη Σητεία, θεωρείται ο Σαίξπηρ της Κρήτης!