Γεννήθηκε στην Ιθάκη το 1860, αλλά η οικογένειά του είχε ισπανική καταγωγή. Στην Κέρκυρα μεγάλωσε, μορφώθηκε και σπούδασε μουσική. Το 1879 ταξίδεψε γι’ ανώτερες σπουδές στη Γερμανία. Παρακολούθησε φιλολογία και φιλοσοφία επί 14 χρόνια, αφού έζησε μιά ζωή φοιτητικών αναμνήσεων, με μονομαχίες, επιδρομές, νίκες στο σκάκι κλπ.
Αλλο τόσο όμως έζησε περιόδους απογοητεύσεων και περισυλλογής, ασπαζόμενος διάφορα φιλοσοφικά συστήματα.
Τελικά, διαβάζοντας τον Φίχτε (Fichte), βρήκε οτι η ζωή μας πρέπει να γεμίζει με το καθήκον, κι οτι η ευγενέστερη μορφή καθήκοντος είναι το πατριωτικό χρέος. Ετσι, επιστρέφοντας στην Ελλάδα, έχει ως αποκλειστικό σκοπό να ωφελήσει την πατρίδα του.
Το 1896 γίνεται πρόεδρος του παραρτήματος Κερκύρας της «Εθνικής Εταιρείας». Την ίδια χρονιά πηγαίνει να πολεμήσει ως εθελοντής στην επανάσταση της Κρήτης. Το 1897 καταρτίζει δικό του αντάρτικο σώμα και πηγαίνει να πολεμήσει στην Ηπειρο, όπου καί τραυματίζεται στη μάχη των Πέντε Πηγαδιών.
Το 191Ο, με την επιμοvή καί προτροπή των φίλων του, αναμιγνύεται στην πολιτική καί εκλέγεται βουλευτής Κερκύρας.
Εμεινε μνημειώδης ο λόγος που έβγαλε στη Βουλή, γιά να υποστηρίξει τη δημοτική γλώσσα, όταν γινόταν συζήτηση γιά το γλωσσικό ζήτημα.
Σε κάποιον που κατηγόρησε τη δημοτική ως χυδαία γλώσσα, απάντησε:
«Δεν υπάρχουν χυδαίες γλώσσες. Μόνο χυδαίοι άνθρωποι».
Oταν κηρύχτηκε o Βαλκανικός πόλεμος ήταν 52 ετών. Πήγε να καταταγεί ως απλός εθελοντής, αλλά δεν τον δέχτηκαν γιά το λόγο της ηλικίας του. Τότε πήγε πάλι στα Γαριβαλδινά σώματα του Κόντε Ρώμα. Yπήρξε γενναίος, ιπποτικός καί ριψοκίνδυνος, όχι γιατί η κράση του ήταν πολεμική, αλλά γιά να εντάξει τον εαυτό του στα πλαίσια των αρχών περί καθήκοντος, που πίστευε.
Στις 28 Νοεμβρίου 1912 ένα εχθρικό βόλι τον βρήκε στην πλαγιά του Δρίσκου, πριν προλάβει να ιδεί ελευθερωμένα τα Γιάννενα.
H πατρίδα και το κοινό τον τίμησαν επανειλημμένα με προτομές, φιλολογικά μνημόσυνα καί άλλες τιμητικές εκδηλώσεις. Το 1960 κυκλοφόρησαν τα Απαντά του, με πρόλογο καί σχόλια Μιχ. Περάνθη.
O ίδιος o Μαβίλης, όσο ζούσε, δεν εξέδωσε κανένα βιβλίο. Αλλωστε δεν θεωρούσε τον εαυτό του ποιητή, και μάλιστα θύμωνε, όταν μερικοί φίλοι του δημοσίευαν ποιήματά του σε περιοδικά. Ο ίδιος πολύ λίγα σονέτα έδωσε γιά δημοσίευση, ύστερα από επίμονη επεξεργασία. Το σονέτο υπήρξε η στιχουργική μορφή που περισσότερο καλλιέργησε. Είδος δύσκολο, που ο Μαβίλης το έφτασε σε μιά τεχνική έντέλεια.
Ιδιαίτερα επιμελημένος είναι ο στίχος του καί στα άλλα του ποιήματα, όπου ως έμπνευση κυριαρχεί, γενικά, η αγάπη προς την πατρίδα καί τη φύση, η εξομολόγηση λεπτών καί ευγενών αισθημάτων, η φιλολοφική διάθεση καί συχνά η άκρατη απαισιοδοξία.
Παράλληλα με το ποιητικό του έργο, υπάρχει κι ένας γόνιμος μεταφραστικός μόχθος που απέδωσε μεταφράσεις έργων Γερμανών και Αγγλων ρομαντικών ποιητών (Γκαίτε, Σέλερ, Μπάϊρον, Σέλεϊ), Ιταλών, όπως ο Φόσκολο, ο Λεοπάρντι, ο Αλφιέρι, αλλά και ένός μεγάλου μέρους του ινδικού έπους Μαχατμπχαράτα, απευθείας από το σανσκριτικό πρωτότυπο.
Στὴν Πατρίδα
Πατρίδα, σὰν τὸν ἥλιο σου ἥλιος ἀλλοῦ δὲ λάμπει.
Πῶς εἰς τὸ φῶς του λαχταροῦν ἡ θάλασσα κι οἱ κάμποι,
πῶς λουλουδίζουν τὰ βουνά, τὰ δάσ᾿, οἱ λαγκαδιὲς
στέρνοντάς του θυμίαμα μυριάδες μυρωδιές!
Ἀφρολογοῦν οἱ ρεματιὲς καὶ λαχταρίζ᾿ ἡ λίμνη,
χίλιες πουλιῶν λαλιὲς ἠχοῦν, τῆς ὀμορφιᾶς του ὕμνοι,
σ᾿ ἄπειρ᾿ ἀστράφτουν χρώματα παντοῦ λογῆς λογῆς
τ᾿ ἀγέρα τὰ πετούμενα τὰ σερπετὰ τῆς γῆς.
Κι αὐτὸς σηκώνει τ᾿ ἀλαφρὰ τῆς καταχνιᾶς μαγνάδι,
κι ἡ κάθε στάλ᾿ ἀπὸ δροσιὰ γυαλίζει σὰν πετράδι,
κάθε ἀχτίδα του σκορπᾶ μὲ τὴν ἀναλαμπὴ
χαρά, ζωὴ καὶ δύναμη κι ἐλπίδα ὅπου κι ἂν μπεῖ.
Φαντάζεις σὰν τὸν ἥλιο σου κι ἐσύ, καλὴ πατρίδα,
καὶ μάγια σὰν τά μάγια σου στὸν κόσμο ἀλλοῦ δὲν εἶδα.
Ἡ γῆ σου εἶναι παράδεισος, κι αἰώνια γαλανὸς
γύρω σου καθρεφτίζεται στὸ πέλαγ᾿ ὁ οὐρανός.
Κι οἱ νύχτες σου μὲ τ᾿ ἄστρα τους, μὲ τὴ γαλάζια πάστρα,
μὲ τ᾿ ἀηδονολαλήματα, τρεμάμενα σὰν τ᾿ ἄστρα,
μὲ τὸ φεγγάρι ποὺ περνᾶ, σὰν τ᾿ ὄνειρο εὐτυχίας
στὴ μέση τῆς ἀπέραντης οὐράνιας ἡσυχίας.
Οἱ νύχτες σου δροσοβολοῦν χιλιόπλουμα λουλούδια
καὶ στῶν παιδιῶν σου τὶς καρδιὲς ἀμάραντα τραγούδια,
σταλάζουνε στὰ σπλάγχνα τους θεράπειο λησμονιᾶς,
ἐλευτεριᾶς ἀγάλλιαση καὶ μίσος τυραννιᾶς.
Μάγεμ᾿ ἀσημούφαντο, φῶς μαργαριταρένιο,
λιώνονται σ᾿ ἕνα χάραμα ξανθό, μαλαματένιο.
Γιομάτος μόσχους καὶ δροσιὲς ὁ Ζέφυρος τερπνᾶ
μέσ᾿ ἀπ᾿ ἀγάπης φαντασιὲς τὰ πλάσματα ξυπνᾶ.
Κι ἀνάμεσα στὰ χρώματ᾿ ἀπὸ χίλια οὐράνια τόξα,
προβαίνει πάλ᾿ ὁ ἥλιος εἰς ὅλη του τὴ δόξα.
Καί, σὰν τοῦ μεγαλείου σου σύμβολο φωτεινό,
ἕως τὸ χρυσὸ βασίλεμα λάμπει στὸν οὐρανό.
Ἑλλάς, τὸ μεγαλεῖο σου βασίλεμα δὲν ἔχει,
καὶ δίχως γνέφια τοὺς καιροὺς ἡ δόξα σου διατρέχει.
Ὅσες φορὲς ὁ ἥλιος σου νὰ σὲ φωτίσει ἐρθεῖ,
θὲ νὰ σὲ βρεῖ πεντάμορφη, στεφανωμένη ὀρθή.
Λήθη
Καλότυχοι οἱ νεκροὶ ποὺ λησμονᾶνε
τὴν πίκρια τῆς ζωῆς. Ὅντας βυθίσει
ὁ ἥλιος καὶ τὸ σούρουπο ἀκλουθήσει,
μὴν τοὺς κλαῖς, ὁ καημός σου ὅσος καὶ νἆναι.
Τέτοιαν ὥρα οἱ ψυχὲς διψοῦν καὶ πᾶνε
στῆς λησμονιᾶς τὴν κρουσταλλένια βρύση·
μὰ βοῦρκος τὸ νεράκι θὰ μαυρίσει,
ἂ στάξει γι᾿ αὐτὲς δάκρυ ὅθε ἀγαπᾶνε.
Κι ἂν πιοῦν θολὸ νερὸ ξαναθυμοῦνται.
Διαβαίνοντας λιβάδια ἀπὸ ἀσφοδύλι,
πόνους παλιούς, ποὺ μέσα τους κοιμοῦνται.
Ἂ δὲ μπορεῖς παρὰ νὰ κλαῖς τὸ δείλι,
τοὺς ζωντανοὺς τὰ μάτια σου ἂς θρηνήσουν:
Θέλουν μὰ δὲ βολεῖ νὰ λησμονήσουν.
Σονέτα
Εις την Πατρίδα
Πατρίδα (1878)
Πλήρωμα χρόνου (1897)
Χάρρις (1897)
Excelsior
Λήθη
Ελιά
Νανούρισμα
Ερωτας και θάνατος
Υπεράνθρωπος
Αμίλητα
Αφιέρωση
Στον φίλο Γ.Καλοσγούρα
Ανάξιο Β’
Ψυχοφίλημα
Περί στεφάνου
Μαλλιαρός
Καλλιπάτειρα
Είδωλα
Πεζά
Λόγος διά το γλωσσικόν ζήτημα (1911)
Σύντομοι λόγοι
Κριτικά δοκίμια
Επιστολογραφία
Συλλογές
Τα έργα Λ.Μαβίλη (1915)
Τα σονέττα (1935)
Απαντα, επιμ. Μ.Περάνθη (1960)
Απαντα των Νεοελλήνων κλασσικών, επιμ. Μ.Μαντουβάλου (1969)
Μεταφράσεις
Λεονώρα, του Burger
Το παράπονο της Δήμητρας, του Schiller
Η κατάρα του Τραγουδιστή, του Uhland
Ο τυφλός βασιλιάς, του Uhland
Το Σαββάτο στο χωριό, του Leopardi
Parisina, του Byron
Γουλιέλμος Τέλλος, του Schiller
Προμηθέας λυόμενος, του Shelley
Αινειάδα ,του Βιργίλειου
Σαούλ, του Browning
Τάφοι, του Φόσκολο
Νάλας, από τη Μαχαμπχαράτα
Νταμαγιάνη, από τη Μαχαμπχαράτα
Βιβλιογραφία
Φ.Μπουμπουλίδη, Λ.Μαβίλης, 1954
Νέα Εστία, Αφιέρωμα, 1960
Α.Ανδρεάδη, Ι.Πολυλάς – Λ.Μαβίλης, 1929
Κ.Πασαγιάννη, Μαβίλης, 1927
Π.Ε.Φορμόλης, Ο Λ.Μαβίλης ο Πατριώτης και ποιητής, 1938
Ν.Τωμαδάκη, Τα σονέτα του Μαβίλη, 1935
Α.Καραντώνη, Φυσιογνωμίες, 1977
Πηγές πληροφοριών: ΕΚΕΒΙ, BIBLIONET, Έψιλον, Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη, Ελεύθερη Σκέψις, Πέλλα