Περισσότερα αποτελέσματα...

Generic selectors
Exact matches only
Search in title
Search in content
Post Type Selectors
post

Deyteros.com

Ένα ταξίδι στ’ αστέρια της λογοτεχνίας!

Λεωνίδας Κεφαλάς

Ο Λεωνίδας Κεφαλάς είναι ποιητής και συγγραφέας. Φιλόσοφοι που τον επηρέασαν βαθιά είναι ο George Berkeley και ο υποκειμενικός ιδεαλισμός του καθώς και ο Wittgenstein. Έχει εκδώσει μέχρι τώρα τρεις ποιητικές συλλογές την “Πλατεία Ευκαλύπτων” (2001), την “Πολυκατοικία της Νόρας” (2002) και την τρίτη και ωριμότερη ποιητική του συλλογή “Claudius Britannicus” (2003). “Το ημερολόγιο του Βασίλη” που κυκλοφόρησε το 2018 είναι ένα έργο σύνθετο, μεστό, πολύπτυχο, και υποβλητικό. Όπως λέει «Έδωσα αυτό τον τίτλο στο βιβλίο για να γιορτάσω τη ζωή του πρώτου μου εκδότη Βασίλη Διοσκουρίδη – όταν άρχισα να το γράφω, το 2004, ζούσε ο Βασίλης. Γράφω όμως πολύ αργά. Έτσι τώρα, το 2018, βρίσκομαι μόνος να τιμώ τη μνήμη του, δίχως να ‘χω δίπλα μου τον πνευματικό συνοδοιπόρο μου.»
Ποίηση
Πλατεία ευκαλύπτων (2001), Το Ροδακιό
Η πολυκατοικία της Νόρας (2002), Το Ροδακιό
Claudius Britannicus (2003), Νεφέλη

Πεζογραφία
Το ημερολόγιο του Βασίλη (2018), Εκάτη

Το ημερολόγιο του Βασίλη – Λεωνίδας Κεφαλάς




Κάποια χειμωνιάτικη μέρα (ο χειμώνας είναι η εποχή της άνεσης) ο Βασίλης έδωσε τέλος στη ζωή του, μέσα στο σπίτι όπου εμμονικά έζησε τα τελευταία χρόνια.
Τον βρήκαμε ξαπλωμένο στο κρεβάτι του σε μια στάση γαλήνια, σαν να ‘χε μόλις ξαπλώσει για να ξεκουραστεί. Η μεγάλη γενειάδα κάλυπτε την αρχή του αδύνατου στέρνου του και τράβηξε την προσοχή μου από το υπόλοιπο λιγνό σώμα. Τα κιτρινισμένα από τον καπνό δάχτυλα είχαν αφήσει να γλιστρήσει στο ξύλινο πάτωμα ένα κομμάτι χαρτί που έγραφε:
“Αυτό που είχα, πάλεψα, πάλεψα, πάλεψα να το κρατήσω – και τώρα άλλο δεν μπορώ”.
(Σημειώσεις του γείτονα και παιδικού φίλου του Βασίλη στο Βογατσικό – “διασώστη” του Ημερολογίου.)

Πεζό, Εκάτη, 2018, 64 σελ.

Claudius Britannicus – Λεωνίδας Κεφαλάς




Περίεργος ο τρόπος που μέσα μου
Πράγματα ασήμαντα, από το παρελθόν
Κάποιες τυχαίες λέξεις ίσως
Αντιστέκονται και ζουν.

Ο Λεωνίδας Κεφαλάς μετά την Πλατεία Ευκαλύπτων (2001) και την Πολυκατοικία της Νόρας (2002) καταθέτει την τρίτη και ωριμότερη ποιητική του συλλογή. Η ποιητική σύνθεση Claudius Britannicus συγκροτεί μία σύνθετη και πολύπτυχη συνεισφορά. Από θεματικής πλευράς, ψηλαφούνται τα βασικά υπαρξιακά ερωτήματα και μεταδίδονται μέσα από τη δυναμική των στίχων το βίωμα της φθοράς του χρόνου, ο έρωτας ως αίσθηση αλλά και ματαίωση, ο θάνατος ως αναπότρεπτη προοπτική, ο οποίος εκλαμβάνεται απλώς ως αλλαγή μορφής της ύπαρξης, μιας και ο σκοτεινός πυρήνας της ύπαρξης μένει αλώβητος -κατά τον ποιητή- και στέλνει αενάως νέες υπαρξιακές μορφές στον κόσμο των φαινομένων :

Ποια είσαι; Εχει η ψυχή σου απάνω της Μια μπλε μουντζούρα Δυο μάτια σφαλιχτά Λίγο κραγιόν Και ταξιδεύει

(Θα ρθω ξανά εκεί Οπου τελειώνει η θάλασσα Κι αρχίζει πικροδάφνη Θα ρθω ξανά εκεί Για να σ αγγίξω μόνον) (σελ. 37).

Τα ποιήματα του Λεωνίδα Κεφαλά πηγάζουν από το βίωμα, αλλά εγκιβωτίζουν και έντονες φιλοσοφικές δονήσεις, χωρίς, ωστόσο, να είναι εγκεφαλικά και συγκινησιακώς απογυμνωμένα. Απομακρυσμένα από τη χαμηλόφωνη εξομολόγηση αλλά και από τη λεκτικά αδυνατισμένη γλώσσα, μοιάζουν να αξιοποιούν μια νεωτερικότητα εύχυμη, έναν μοντερνισμό που φαίνεται ότι συνδυάζει μεταξύ άλλων και επιρροές από ποικίλες πηγές, όπως -για παράδειγμα- από το λεκτικό του Καβάφη («απολαύσεις … γυρνάμενες», βλ. το ποίημα «Επήγα»), από την εικονοποιία του Σολωμού και από την εκφραστική τόλμη του Βιγιόν:

Ποια είσαι; Εικόνα γυρνάμενη διπλή Σ άσπρο βιβλίο και κρυφό Σε μέγα σκότος κι έρμο (σελ. 14).

… Βγάνει σπαθιά ο αγέρας Και μες στο μαύρο μωσαϊκό Φιλιά μου που διπλώσατε Είμαι ο τρελός που θράφηκε μ ανθόγαλο… (σελ. 18).

Στοιχεία που ρεαλιστικά δεν επιβεβαιώνονται και κλυδωνίζουν την καθεστηκυία λογική ( Κορμοστασιά φτιαγμένη / Από ψιθυρισμούς κυμάτων -σελ. 24, Στο στόμα σου / Πηχτός χυλός σκοτάδι -σελ. 32, κ.ά.), συνδυασμένα με μια υψηλόβαθμη δραματικότητα, δηλαδή με πυκνή διαδοχή σκέψεων και εικόνων, φορτίζουν τους στίχους με νεωτερική δυναμική. Η ποιητική σύνθεση «πατά» μέσα στο χρόνο αλλά και έξω από αυτόν: όταν οι χρόνοι ενώνονται, οι φωνές ενώνονται, τα πρόσωπα του ποιητή και της γυναίκας συγχωνεύονται σε Ενα Πρόσωπο:

Οι Στιγμές σου γίνονται αιώνες Το ιδιωτικό γίνεται κοινό Η διάσταση των θνητών Μείγνυται με το Πέραν, μείγνυται με μυριάδες Αλλους νόες

Που είναι πολλοί σε χρόνους πολλούς και είναι Ενας σε χρόνο κανένα : Ετσι η Ιστορία καίγεται. (Το ρόδι άθραυστο Μακριά Πόσο μπορεί να πάει; Ζαχαρί απόγεμα Ζαχαρί σάβανο- Λάμψεις απογέματος-) (σελ. 30).

Το υψηλό με το χαμηλότονο, η κυριολεξία με την ειρωνεία, το σοβαροφανές με το παιγνιώδες συνυπάρχουν και εναλλάσσονται στα όρια μιας αρμονικά εκφρασμένης και προσεκτικά υπολογισμένης ποιητικής αντίστιξης. Μιας αντίστιξης υπαρξιακά θεμελιωμένης, φιλοσοφικά εκκινούσας και τεχνοτροπικά νεωτερίζουσας, από την οποία αναδύονται αξιοσημείωτος εσωτερικός ρυθμός και λαγαρή ποιητική ανάσα:

Ποτάμι όρθιο λαξευτό στου βράχου τη γυαλάδα Κι ένα λιοντάρι τ αχαμνό στου δρόμου μου την άκρη

(Με των νυχιών της το ρίγος Πάνω στο δέρμα Πάλι η φωνή σου Με κοιτάζει) (σελ. 47).
Δημήτρης Κοκορης, Βιβλιοθήκη – 27/08/2004

Ποίηση, Νεφέλη, 2003, 49 σελ.

Η πολυκατοικία της Νόρας – Λεωνίδας Κεφαλάς




Έχεις στα μάτια δυο σπουργίτια
έχεις στα χείλια δυο φέτες πορτοκάλι
ενώ από μέσα σου περνούν
χίλιες θαλάσσιες αύρες.
Όταν στην αγκαλιά μου σε κρατώ
κυματιστή μου φεύγεις
όμως στην άκρη από τα χείλη σου
ανοίγουνε δυο κύκλοι
και τους κρατώ
με το ‘να χέρι.

Ποίηση, Το Ροδακιό, 2002, 67 σελ.

Πλατεία ευκαλύπτων – Λεωνίδας Κεφαλάς




Λυρισμός προερχόμενος κατευθείαν από τις στοές του ορυχείου της καρδιάς και όπως η καρδιά κουρδίζεται και αποκουρδίζεται, με τον ίδιο τρόπο και τα ποιήματα. Η βάσανος του έρωτος, προθάλαμος, προτού η γνωριμία η αβέβαιη γίνει βασανιστήριο, εμμονή του ανεκπλήρωτου, θυσίας απόπειρα και θυσιαστηρίου έδρα. Καθώς θροΐζουν του ευκαλύπτου τα φύλλα, ξερά και χλωρά αναμίξ, έτσι θροΐζουν και τα συναισθήματα της χαράς και της λύπης ομού κι εκεί ανάμεσα, σε μία γραμμή επέρχεται η ποίηση ως λαχτάρα να διασωθεί αυτό που εν τέλει δεν διασώζεται από την τύρβη της καθημερινότητας.
Επιστροφή στην πλατεία Ευκαλύπτων, επιστροφή εις το χρόνο τον παρελθόντα, που φωταυγεί το παρόν, όταν δεν δύνασαι να το βαστάξεις, γιατί είναι βαρύ και εσύ με το βάρος βαραίνεις περισσότερο. Πόσο μάλλον όταν η απουσία του άλλου φυτεύει στο μέρος της καρδιάς μια λεπτή του πόνου βελόνα, που όλο την αφαιρείς κι αυτή εκεί επιμένει, πυρωμένη, στα σιγοκαίοντα κούτσουρα της μοναξιάς αναβοσβήνει.
Βασίλης Κ. Καλαμάρας, Βιβλιοθήκη – 14/12/2001

Ποίηση, Το Ροδακιό, 2001, 75 σελ.

Πηγές: Biblionet, Νεφέλη, Εκάτη, Το Ροδακιό