Τα παιδιά του φεγγαριού (2021), Συμπαντικές Διαδρομές
Νουβέλες
Η μάχη για τον Όλυμπο (2018), Συμπαντικές Διαδρομές
Διηγήματα
Το κάστρο στη νύχτα (2019), Συμπαντικές Διαδρομές
Συλλογικά έργα
Θρύλοι του σύμπαντος VII (2018), Συμπαντικές Διαδρομές
Μυθικά πλάσματα (2019), Συμπαντικές Διαδρομές
Τα παιδιά του φεγγαριού – Κωνσταντίνος Πατηνιώτης
Μονοπάτια που συγκλίνουν, μοίρες που συγκρούονται, καθώς θεοί και δαίμονες μάχονται για τη μοίρα του κόσμου. Εκεί που η νύχτα συναντά τις ορδές των καταραμένων, και πλάσματα που έχασαν το δικαίωμα να περπατούν στο φως συγκρούονται με το πεπρωμένο τους, το αίμα θα κυλήσει σαν πορφυρό μεταξένιο χαλί… Ένας άρχοντας-μάγος του σκοτεινού κόσμου Λόρνορ, χάνει τα πάντα, τη νύχτα του υπέρτατου θριάμβου του. Πάνω σε έναν χορό, μπαίνουν σε κίνηση τα γεγονότα που θα τον οδηγήσουν πέρα από τον κόσμο του, πέρα από ότι ήξερε και ότι φοβόταν, πέρα από τη ζωή. Ένας νεαρός τυχοδιώκτης βρίσκει το δρόμο του ξεφεύγοντας από το σκοτάδι που τον κυνηγούσε όλη του τη ζωή. Μία δαιμόνισσα θα πολεμήσει για τον εαυτό της… και ίσως όχι μόνο. Μία Πριγκίπισσα θα δραπετεύσει από τα μεταξένια δεσμά της. Ένας ιππότης θα φτάσει ως τις άκρες του κόσμου, και παραπέρα… αλλά θα παραμείνει πιστός στους όρκους του; Ένας δρυΐδης μπορεί να κρατάει το κλειδί που θα τους φέρει όλους μαζί, και θα αντιμετωπίσει μία εισβολή από το ίδιο το στόμα της αβύσσου. Οι σκληροί θεοί, και ο βασιλιάς θάνατος, παρακολουθούν καθώς οι μοίρες των χαρακτήρων χορεύουν έναν ασταμάτητο χορό, όχι διαφορετικό από αυτόν που τα ξεκίνησε όλα, τόσο καιρό πριν. Κάτω από το παγερό βλέμμα της σελήνης, το κάστρο της νεραϊδοβασίλισσας υψώνεται γεφυρώνοντας κόσμους και πεπρωμένα. Οι νύχτες ξεκινούν…
Μυθιστόρημα, Συμπαντικές Διαδρομές, 2021, 472 σελ.
Το κάστρο στη νύχτα – Κωνσταντίνος Πατηνιώτης
Όταν τελικά το φεγγάρι βγήκε, ήταν μια θολή, κρύα σελήνη, κρυμμένη μέσα στις νεφέλες της. Μαζί της ήρθε και το κτήνος, να του τσακίσει τα κόκκαλα και να τα κάνει δικά του, να φάει τη σάρκα του για να την κάνει δική του, και να λιώσει την ψυχή του μέσα σε ένα σκοτεινό πηγάδι μίσους και ζωώδους οργής. Ο λυκάνθρωπος ήρθε και ένοιωθε πιο δυνατός από τις περασμένες νύχτες, πιο άγριος και θανάσιμος. Το ουρλιαχτό του χαιρετήθηκε με ζητωκραυγές από τους υπερασπιστές των τειχών που ήδη είχαν αρχίσει να απωθούν την επίθεση. Ταυτόχρονα, τα δέντρα του δάσους υποχώρησαν, σαν για να ξεράσουν μέσα από το σκοτάδι τον τρόμο. Το πλάσμα δεν έμοιαζε με τα άλλα. Ήταν τεράστιο, μια γιγαντιαία απρόσωπη μορφή που προχωρούσε μαζί με την ορδή. Το περίγραμμά του φαινόταν στο φως των κεραυνών, ένα πλάσμα σαν μια αποτυχημένη μίμηση της ανθρώπινης φιγούρας, χωρίς κεφάλι, μόνο με χέρια και πόδια παχιά σαν κορμούς δέντρων. Στο κέντρο του κορμού του σώματός του είχε μια σχισμή ψηλή, σαν άνθρωπος. Ξερνούσε σκιές από ‘κει και εκείνες έτρεχαν μαζί με την αγέλη του σκότους. Δεν έκανε ήχους. Κανέναν ήχο.
Διηγήματα, Συμπαντικές Διαδρομές, 2019, 72 σελ.
Η μάχη για τον Όλυμπο – Κωνσταντίνος Πατηνιώτης
Η μελωδία της άρπας του Απόλλωνα που άλλαζε, έβγαλε τον Δρύοπα από τις σκέψεις του. Πιο ψηλά σε έναν πυργίσκο την είδε. Έμοιαζε σαν να ήταν η ίδια η θεά του φεγγαριού, με το μεγάλο της τόξο και το κοντό της χιτώνα. Ήταν μόνο μια ματιά που τόλμησε να της ρίξει, αλλά ήταν αρκετή. Η θεά είχε το ίδιο παγερό βλέμμα με τον αδερφό της. Η άρπα σταμάτησε απότομα και οι δύο θεοί, χωρίς να ανταλλάξουν ούτε βλέμμα, πήδησαν από τις πολεμίστρες, περίπου χίλια πεντακόσια μέτρα στο κενό, στη μάχη που μαινόταν κάτω. Ο Δρύοπας και η Αριστονίκη έμειναν να κοιτούν. Το θέαμα άξιζε την αναμονή. Ήταν σαν δύο αστέρια να έπεφταν στη γη. Τα δύο αδέρφια χάραζαν ασημένια μονοπάτια καθώς πετούσαν. Δεν τελείωσε εκεί. Περισσότερα φωτεινά μονοπάτια άρχισαν να φαίνονται στην καταχνιά, καθώς ο θεός του φωτός και η θεά του κυνηγιού εξαπέλυαν θανατερά βέλη από τα τόξα τους. Ο Δρύοπας και η Αριστονίκη δεν μπορούσαν να το δουν σε τέτοια απόσταση, αλλά κάθε ένα έβρισκε μια σκοτεινή καρδιά, κάθε ένα έριχνε στην αδηφάγα γη και ένα δαίμονα. Ήταν σαν τα δύο αδέρφια να είχαν σχηματίσει κύκλους από φως γύρω τους, κύκλους από θάνατο και αυτά να στέκονταν στο κέντρο του καθενός. Ο Δρύοπας μπορούσε να φανταστεί τους δύο ολύμπιους, να χαμογελούν καθώς σκότωναν τους άπειρους εχθρούς, ή ίσως μόνο ο Φοίβος Απόλλωνας να χαμογελούσε. Δεν ήξερε αν η Άρτεμις χαμογελούσε ποτέ. Ούτε ήξερε ποιος από τους δύο τον ανησυχούσε περισσότερο -το υπεροπτικό, παγερό χαμόγελο του Απόλλωνα, ή η ψυχρή, δολοφονική σκληρότητα της Αρτέμιδος;
Νουβέλα, Συμπαντικές Διαδρομές, 2018, 52 σελ.
Πηγές: Biblionet, Συμπαντικές Διαδρομές