Η οικογένειά του είχε εβραϊκές ρίζες και μεγάλωσε με θρησκευτική ανατροφή. Ο πατέρας του, Ισιντόρ Μίλερ, μετανάστης από την Πολωνία, είχε αποκτήσει μεγάλη περιουσία από μια βιοτεχνία και κατάστημα γυναικείων ρούχων, ενώ η μητέρα του, Ογκούστα Μπάρνετ, ήταν Αμερικανίδα που είχε εργαστεί ως δασκάλα στο δημόσιο, ενώ ο πατέρας της είχε ρίζες από την ίδια πόλη της Πολωνίας απ’ όπου κατάγονταν και οι Μίλερ.
Ήταν το δεύτερο από τα τρία παιδιά της οικογένειας, με μεγαλύτερο τον Κέρμιτ και μικρότερη την Τζόαν, η οποία αργότερα ακολούθησε καριέρα στην υποκριτική. Πήγε στο δημόσιο σχολείο του Χάρλεμ και τέλειωσε το γυμνάσιο το 1932, όντας μέτριος μαθητής με καλές επιδόσεις στον αθλητισμό. Εν τω μεταξύ, σε αντίθεση με την προηγουμένως οικονομικά άνετη και σχεδόν πλούσια ζωή τους, είχαν μετακομίσει στο Μπρούκλιν και η οικογένειά του είχε καταστραφεί οικονομικά από το Κραχ του 1929 στις ΗΠΑ, συνεπώς αναγκάστηκε να εργαστεί για να βγάλει χρήματα σε διάφορες δουλειές: τραγουδιστής σε τοπικό ραδιοφωνικό σταθμό, οδηγός φορτηγού, υπάλληλος καταστήματος ανταλλακτικών αυτοκινήτων στη 10ή Λεωφόρο του Μανχάταν κ.ά. Η μόνη επαφή που είχε μέχρι τότε με τη λογοτεχνία ήταν κάποια από τα έργα του Άγγλου συγγραφέα Καρόλου Ντίκενς, ενώ ώθηση για να αρχίσει να γράφει του έδωσαν οι “Αδερφοί Καραμαζώφ” του Φιόντορ Ντοστογιέφσκι.
Το 1935 γράφεται στη Δημοσιογραφική Σχολή του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν, απ’ όπου αποφοίτησε τρία χρόνια αργότερα, έχοντας περάσει από σπουδές αγγλικής φιλολογίας και θεατρικής γραφής, όπου είχε καθηγητή τον Κένεθ Ρόου. Κατά τα φοιτητικά του χρόνια, αρχίζει να ξεχωρίζει σαν συγγραφέας. Εργάζεται ως δημοσιογράφος στη φοιτητική εφημερίδα “Michigan Daily”, ενώ το 1936, κερδίζει το πρώτο βραβείο στο διαγωνισμό Χόπγουντ με το θεατρικό έργο “No villain”, το οποίο το επεξεργάζεται και το παρουσιάζει για δεύτερη φορά το 1937, αυτή τη φορά με τον τίτλο “They too arise”. Την ίδια χρονιά, ξανακερδίζει το βραβείο Χόπγουντ με το έργο “Τιμές την αυγή” (“Honors at dawn”), χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο “Corona”, από τη μάρκα της γραφομηχανής του. Από το 1938 ως το 1943 ακολουθούν άλλα 5 θεατρικά έργα, τα οποία δεν έγιναν ιδιαιτέρως γνωστά ούτε ανεβάστηκαν από κάποιον επαγγελματικό θίασο.
Οι πρώτες διακρίσεις
Κατά την ίδια περίοδο, ο Μίλερ απαλλάχτηκε από τη στρατιωτική του θητεία κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο λόγω ενός τραύματος σε έναν αγώνα ποδοσφαίρου κι έτσι εργάστηκε ως συνεργάτης των ραδιοφωνικών δικτύων CBS και NBC, γράφοντας κείμενα και θεατρικά μονόπρακτα, καθώς και ένα σύντομο χρονικό του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου το 1944. Το 1945, εκδίδεται το πρώτο του μυθιστόρημα με τον τίτλο “Focus”, το οποίο είχε ως αντικείμενο τον αντισημιτισμό. Στις 23 Νοεμβρίου 1944, ανέβηκε για πρώτη φορά θεατρικό έργο του στο Μπρόντγουεϊ, το “Ο άνθρωπος που ήταν πολύ τυχερός” (“The man who had all the luck”). Το έργο γνώρισε μέτρια επιτυχία, αλλά κερδίζει το βραβείο της Εθνικής Θεατρικής Συντεχνίας.
Στις 29 Ιανουαρίου 1947, ανεβαίνει το έργο “Ήταν όλοι τους παιδιά μου” (“All my sons”), ένα έργο που παρουσίαζε τον αντίκτυπο της ανάμειξης των ΗΠΑ στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο σε μια τυπική αμερικανική οικογένεια και επίκεντρό του ήταν οι κοινωνικές ευθύνες ενός βιομηχάνου που είχε κερδοσκοπήσει πουλώντας ελαττωματικά ανταλλακτικά αεροσκαφών στην αμερικανική πολεμική αεροπορία. Με το έργο αυτό έγινε ευρέως δημοφιλής και κέρδισε το Βραβείο Δράματος των Κριτικών της Νέας Υόρκης και το Βραβείο Ντόναλντσον. Το συγκεκριμένο έργο παρουσιάστηκε ξανά και απέκτησε μεγαλύτερη σημασία, όταν προβλήθηκε στην κρατική τηλεόραση το 1987, ένα χρόνο μετά την εκτόξευση και έκρηξη του διαστημικού λεωφορείου Challenger λόγω βλάβης στους αγωγούς στερεών καυσίμων.
Το 1949, είναι ο πρώτος που κερδίζει τρία βραβεία, το Βραβείο Πούλιτζερ, το Βραβείο Τόνι και το βραβείο Κριτικών της Νέας Υόρκης, για το διάσημο “Ο θάνατος του εμποράκου” (“Death of a Salesman”) σε σκηνοθεσία Ελία Καζάν, το οποίο του έφερε παγκόσμια αναγνώριση, ενώ το 1950 παρουσιάζει τη διασκευή του θεατρικού του Ίψεν “Ο εχθρός του λαού” (“An Enemy of the People”), ο ήρωας του οποίου αρνείται να ακολουθήσει το ιδεολογικό κατεστημένο της εποχής του, αποτελώντας, έτσι, σε φιλοσοφικό επίπεδο, το βήμα για το επόμενο έργο του, το “The Crucible”. Από την άλλη, ο “Θάνατος του Εμποράκου” ήταν ο απόηχος της προσωπικής εμπειρίας του Μίλερ από την οικονομική καταστροφή του πατέρα του. Το έργο στηρίζεται στον εμβληματικό χαρακτήρα του Γουίλι Λόμαν, ο οποίος δεν έχει την επιτυχία που περιμένει από αυτόν ο κοινωνικός του περίγυρος, καθώς απολύεται κι αρχίζει να στοιχειώνεται από αναμνήσεις του παρελθόντος. Τελικά, αποφασίζει να αυτοκτονήσει με το αυτοκίνητό του, έτσι ώστε η οικογένειά του να καρπωθεί τα χρήματα της ασφάλειας. Οι κριτικοί διαφωνούσαν αν η πράξη αυτή του κεντρικού ήρωα ήταν μια πράξη δειλίας ή μια αυτοθυσία στο βωμό του Αμερικάνικου Ονείρου, το οποίο αποδεικνύεται ένα ψέμα, διαφωνώντας ουσιαστικά στην πραγματική φύση της τραγωδίας κι αν ο “ανθρωπάκος” Λόμαν θα μπορούσε να συγκριθεί σε τραγικότητα με αρχέτυπα του αρχαίου δράματος. Ο Μίλερ απάντησε στις κριτικές αυτές ότι ήθελε να υπογραμμίσει πως η τραγικότητα ενός ήρωα έγκειται στο κατά πόσο είναι πρόθυμος να θυσιαστεί για να προστατέψει την προσωπική του αξιοπρέπεια, κάτι που έκανε ο Λόμαν.
Μακαρθισμός
Στις ΗΠΑ πλέον βασιλεύει ο μακαρθισμός και η δραστηριότητα της Επιτροπής Αντι-Αμερικανικών Δραστηριοτήτων. Επηρεασμένος από τον αντικομουνισμό και το “κυνήγι μαγισσών” που ακολούθησε εναντίον εκπροσώπων του πνευματικού κόσμου, ο Άρθουρ Μίλερ γράφει και παρουσιάζει το αλληγορικό έργο-κατηγορητήριο “The Crucible” (“Δοκιμασία”), το οποίο, αν και δε γνώρισε μεγάλη εισπρακτική επιτυχία ούτε έγινε δεκτό με εγκωμιαστικές κριτικές[16], του έφερε ένα Βραβείο Τόνι το 1953 κι αργότερα έγινε ένα από τα πιο πολυπαιγμένα έργα του, παρουσιαζόμενο, κατά το συγγραφέα, κάθε φορά που σε κάποια χώρα έμπαιναν σε κίνδυνο οι πολιτικές ελευθερίες ή διαφαινόταν η άνοδος ολοκληρωτικού καθεστώτος. Έτσι, κατάφερε να προσπεράσει την αρχική απροθυμία των θεατρικών παραγόντων της εποχής να ασχοληθούν με ένα τέτοιο έργο. Σύμφωνα με τον ίδιο το Μίλερ: «Εν μέρει ήταν πολιτικό θέμα και πολύς κόσμος το φοβόταν. Επίσης το κόστος του ανεβάσματος ήταν υψηλό γιατί είναι μεγάλη παραγωγή. Υπήρχαν και μερικοί που έλεγαν ότι η γλώσσα του έργου δεν θα γίνονταν κατανοητή από όλους. Δεν υπήρξε όμως τέτοιο πρόβλημα. Όλοι κατάλαβαν τη γλώσσα που χρησιμοποίησα».
Το 1954, του αφαιρείται το διαβατήριο κι έτσι δεν καταφέρνει να παραστεί στην πρεμιέρα της “Δοκιμασίας” στις Βρυξέλλες. Οδηγείται για κατάθεση, κατηγορούμενος ότι είχε διασυνδέσεις με αριστερούς. Αρνείται να καταδώσει ονόματα υπόπτων για κομουνιστική δράση, καταδικάζεται από το Κογκρέσο το 1957, αλλά αθωώνεται από το Ανώτατο Δικαστήριο το 1958. Παράλληλα, έχει χωρίσει με την πρώτη του σύζυγο, Μαίρη Σλάτερι, παλιά του συμφοιτήτρια, καθώς νιώθει ότι δεν ήταν συναισθηματικά κοντά ο ένας στον άλλο: “Είχα πάντα την αίσθηση ότι σύρθηκα σε αυτόν τον γάμο, παρά τον αποφάσισα”, θα παραδεχτεί πολύ αργότερα ο ίδιος. Την είχε παντρευτεί το 1940 και είχε αποκτήσει δυο παιδιά, την Τζέιν και το Ρόμπερτ. Παράλληλα, οι συνθήκες στο Χόλιγουντ εκείνη την εποχή, λόγω της Μαύρης Λίστας και όσων είχαν καταδώσει ονόματα υπόπτων, οδήγησαν στην αποξένωση του Μίλερ από τον Ελία Καζάν, με τον οποίο ήταν συνεργάτες σε πολλά από τα έργα του και τους συνέδεε φιλία, καθώς ο Μίλερ είχε μιλήσει ανοιχτά εναντίον της κίνησης του Καζάν να κατονομάσει κατηγορούμενους συναδέρφους του.
Επιτυχία και κινηματογράφος
Το 1955 ανεβαίνουν τα δυο του μονόπρακτα “Από Δευτέρα σε Δευτέρα” (“A memory of two Mondays”), στο οποίο σκηνικό αποτελεί η αποθήκη στην οποία εργαζόταν τον καιρό της Ύφεσης, και “Ψηλά από τη Γέφυρα” (“A view from the bridge”), το οποίο ασχολείται με τους παράνομους Ιταλούς μετανάστες στη Νέα Υόρκη που στέλνουν χρήματα στην πατρίδα τους, τη Σικελία. Διασκευάζεται σε έργο δυο πράξεων και γνωρίζει μεγάλη επιτυχία σε Λονδίνο και Παρίσι. Γίνεται επίτιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν, του απονέμεται τιμητική διάκριση από το Εβραϊκό Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ και το 1956, ύστερα από τη γνωριμία τους το 1951, παντρεύεται την ηθοποιό Μέριλιν Μονρόε, η οποία μεταστράφηκε στον Ιουδαϊσμό. O συγγραφέας Νόρμαν Μέιλερ περιέγραψε γλαφυρότατα τη σχέση αυτή ως “τη στιγμή που το Μεγάλο Αμερικανικό Μυαλό συνάντησε το Μεγάλο Αμερικανικό Κορμί”. Χωρίζουν το 1961, λόγω ασυμφωνίας χαρακτήρων και τρόπου ζωής. Για τη Μέριλιν έχει δηλώσει ο ίδιος: “Ήταν μια γυναίκα στοιχειωμένη από τα φαντάσματα μιας δυστυχισμένης παιδικής ηλικίας, την οποία δεν κατάφερε να βάλει ποτέ πίσω της και να δει τον κόσμο σαν αναγεννημένη ενήλικη… Ηταν η πιο δυστυχισμένη γυναίκα που γνώρισα ποτέ στη ζωή μου”.
Ο δεύτερος γάμος του Μίλερ ήταν με την Μέριλιν Μονρόε. Χώρισαν το 1961, ένα χρόνο πριν το θάνατό της.
Το 1962, παντρεύεται με την Ίνγκε Μόρατ, φωτογράφο αυστριακής καταγωγής, με την οποία συνεργάστηκε σε ταξιδιωτικά βιβλία για την Κίνα και τη Ρωσία. Μαζί της έκανε μια κόρη, τη Ρεμπέκα, ηθοποιό, σεναριογράφο και σκηνοθέτη, σύζυγο σήμερα του ηθοποιού Ντάνιελ Ντέι Λιούις, ο οποίος τη γνώρισε κατά τα γυρίσματα της μεταφοράς του έργου “The Crucible” στον κινηματογράφο το 1996.
Στα τέλη του ’50, ο Μίλερ σταμάτησε να γράφει για το θέατρο και ασχολήθηκε με τη συγγραφή σεναρίων για τον κινηματογράφο. Το 1960, σε μια από τις τελευταίες προσπάθειές του να κρατήσει κοντά σε αυτόν και στην πραγματικότητα τη Μέριλιν Μονρόε, η οποία είχε αρχίσει να καταφεύγει στα ναρκωτικά, ο Μίλερ έγραψε το πρώτο του κινηματογραφικό σενάριο, των “Αταίριαστων” (“The Misfits”), όπου πρωταγωνιστούσαν η Μονρόε, ο Κλαρκ Γκέιμπλ κι ο Μοντγκόμερι Κλιφτ. Η ταινία αποτέλεσε εμπορική αποτυχία, αλλά κάποιοι κριτικοί πιστεύουν ότι είναι από τις καλύτερες ερμηνείες της Μέριλιν. Η ταινία δεν αποδείχτηκε καθόλου ευοίωνη για τους πρωταγωνιστές της: ο Γκέιμπλ πέθανε δεκαπέντε μέρες μετά το τέλος των γυρισμάτων, ο Κλιφτ είχε αρχίσει ήδη την κατάχρηση χαπιών και αλκοόλ που τον οδήγησαν στο θάνατο έξι χρόνια μετά και η Μέριλιν εμφανιζόταν τελευταία φορά στο κοινό.
Η θεατρική του δραστηριότητα επανήλθε το 1964 με τα έργα “Επεισόδιο στο Βισύ” (“Incident at Vichy”) και “Μετά την πτώση” (“After the fall”), το πιο προσωπικό και ενδοσκοπικό έργο του, στο οποίο διακρίνονται αυτοβιογραφικά στοιχεία από το γάμο του με τη Μονρόε, κάτι για το οποίο επικρίθηκε, αλλά το έργο στάθηκε και η αφορμή να επανενωθεί με τον Ελία Καζάν. Συνεχίστηκε το ανέβασμα θεατρικών έργων κατά τις επόμενες δεκαετίες, τα οποία ωστόσο δεν καταφέρνουν να φτάσουν τις προηγούμενες επιτυχίες του. Το 1965, αποδέχτηκε την προεδρία στον οργανισμό PEN International, την ένωση ποιητών, συγγραφέων, δοκιμιογράφων και άλλων εκπροσώπων της λογοτεχνίας, και έγινε ολοένα και πιο δραστήριος στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων των λογοτεχνών.
Τελευταίες δεκαετίες
Παράλληλα, ο Μίλερ ξεχώρισε και για την αρθρογραφία του σε αμερικανικές εφημερίδες και περιοδικά, όπου εξέφρασε την άποψή του για κρίσιμα πολιτικά, κοινωνικά και καλλιτεχνικά ζητήματα, όπως για τον πόλεμο στο Βιετνάμ και την κρίση μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης, τη λογοκρισία και τη φυλάκιση καλλιτεχνών, ενώ πιο πρόσφατα για τον πόλεμο στο Ιράκ.
Σε ένα από τα ταξίδια του, το 1985, πήγε στην Κωνσταντινούπολη με τον Χάρολντ Πίντερ, υποστηρίζοντας τα δικαιώματα των πολιτικών κρατουμένων που είχαν πληγεί από το δικτατορικό καθεστώς. Ένας από τους ταξιδιωτικούς τους συνοδούς ήταν ο μετέπειτα τιμημένος με Νόμπελ Λογοτεχνίας συγγραφέας Ορχάν Παμούκ.
Το 1984, ο Άρθουρ Μίλερ τιμήθηκε με το Kennedy Center Honors για την ανεκτίμητη προσφορά του στο αμερικανικό και το παγκόσμιο θέατρο. Το 1987, εκδίδει την αυτοβιογραφία του με τίτλο “Στη δίνη του χρόνου” (“Timebends”), ενώ το 2002 λαμβάνει το Βραβείο Πρίγκιπας των Αστουριών και το 2003 το Βραβείο Ιερουσαλήμ για τη συγγραφική του πορεία.
Ο Μίλερ ανακοίνωσε τα Χριστούγεννα του 2004 ότι στο τέλος Φεβρουαρίου του επόμενου χρόνου θα παντρευόταν τη συμβία του, την 34χρονη ζωγράφο Άγκνες Μπάρλεϊ. Δεν πρόλαβε, καθώς πέθανε στις 10 Φεβρουαρίου 2005 από καρδιακή ανεπάρκεια στο σπίτι του στο Ρόξμπερι του Κονέκτικατ, σύμφωνα με τη βοηθό του, τρία χρόνια μετά το θάνατο της προηγούμενης συζύγου του, Ίνγκε. Έπασχε από πνευμονία και καρκίνο.
Δυο χρόνια, μετά το θάνατό του, αποκαλύφθηκε ότι εκτός από τα τρία του παιδιά από την πρώτη και τρίτη του σύζυγο, είχε αποκτήσει κατά τη δεκαετία του ’60 άλλο ένα γιο με την Ίνγκε Μόρατ, τον Ντάνιελ, ο οποίος έπασχε από Σύνδρομο Ντάουν. Ο Ντάνιελ είχε μεγαλώσει σε ιδρύματα και ανάδοχες οικογένειες, καθώς ο Μίλερ αρχικά τον είχε απορρίψει, ωστόσο τον δέχτηκε σταδιακά κατά τη δεκαετία του ’90 και τον συμπεριέλαβε στη διαθήκη που υπέγραψε έξι εβδομάδες πριν πεθάνει.
Έφυγε απο τη ζωή στις 10 Φεβρουαρίου 2005 στο Roxbury από καρδιακή ανεπάρκεια.
Πηγή: el.wikipedia.org
No Villain (1936)
They Too Arise (1937)
Honors at Dawn (1938)
The Grass Still Grows (1938)
The Great Disobedience (1938)
Listen My Children (1939)
The Golden Years (1940)
The Man Who Had All the Luck (1940)
The Half-Bridge (1943)
Ήταν όλοι τους παιδιά μου – All My Sons (1947)
Ο θάνατος του εμποράκου – Death of a Salesman (1949)
An Enemy of the People (1950)
Η δοκιμασία ή Οι μάγισσες του Σάλεμ – The Crucible (1953)
Θέα από την γέφυρα ή Ψηλά απ’ τη γέφυρα – A View from the Bridge (1955)
Ανάμνηση από δύο Δευτέρες ή Από Δευτέρα σε Δευτέρα – A Memory of Two Mondays (1955)
After the Fall (1964)
Επεισόδιο στο Βισύ – Incident at Vichy (, 1964)
Το βραβείο ή Το τίμημα – The Price (1968)
Η δημιουργία του κόσμου και άλλες υποθέσεις – The Creation of the World and Other Business (1972)
The Archbishop’s Ceiling (1977)
Playing for Time (1979)
The American Clock (1980)
Elegy for a Lady (1982)
Some Kind of Love Story (1982)
I Think About You a Great Deal (1986)
I Can’t Remember Anything (1987)
Clara (1987)
Everybody Wins (1990)
The Last Yankee (1991)
The Ride Down Mt. Morgan (1991)
Broken Glass (1994)
Mr. Peter’s Connections (1998)
The Man Who Had All the Luck (1999)
Resurrection Blues (2002)
Finishing the Picture (2004)
Κινηματογραφικά σενάρια
The Hook (1947)
The Misfits (1961)
Everybody Wins (1984)
The Crucible (1995)
Μυθιστορήματα
Focus (1945)
Homely Girl (1992)
The Performance
Συλλογές
The Collected Plays of Arthur Miller (1905)
I Don’t Need You Anymore (1967)
Παρουσία – Presence (2007)
Αφηγήσεις – Δοκίμια – Ταξιδιωτικά
Situation Normal (1944)
In Russia (1969) με την Inge Morath
In the Country (1977) με την Inge Morath
Chinese Encounters (1979)
Echoes Down the Corridor (1980)
Στη δίνη του χρόνου – Timebends (1980)
Salesman In Beijing (1984)
The Theater Essays Of Arthur Miller (1994)
Ήταν όλοι τους παιδιά μου
All My Sons
Ο Τζο Κέλλερ, ένας αυτοδημιούργητος εργοστασιάρχης, στη διάρκεια του 2ου Παγκόσμιου Πολέμου, παράγει εξαρτήματα πολεμικών αεροπλάνων και τα πουλάει στην Αμερικάνικη Αεροπορία. Στον πόλεμο υπηρετούν, κάπου στην Άπω Ανατολή, και τα δυο παιδιά του. Μια παρτίδα από τα εξαρτήματα που παράγει έχουν βγει ελαττωματικά αλλά αυτός, εν γνώσει του, τα παραδίδει στην Αεροπορία. Εξ αιτίας αυτού του γεγονότος κάποια αεροπλάνα πέφτουν και στο τέλος αποκαλύπτεται η αλήθεια. Ο Τζο και ο συνεταίρος του προσάγονται σε δίκη. Με ένα ψέμα, που πλασάρει ο Τζο στο δικαστήριο, ο ίδιος αθωώνεται και καταδικάζεται ο συνέταιρος του. Στο μεταξύ τελειώνει ο πόλεμος. Ο ένας του γιος επιστρέφει σώος και ο άλλος είναι καταγραμμένος στο κατάλογο αγνοουμένων. Από το σημείο αυτό αρχίζει και το δράμα… Με το μόνιμο μοτίβο του Μίλλερ γύρω από το αμερικάνικο όνειρο και τις φοβερές συνέπειες του, να επιστρέφει, και τον ανθρωπάκο που το πίστεψε να συντρίβεται στα γρανάζια του συστήματος.
Ο θάνατος του εμποράκου
Death of a Salesman
Ο θάνατος του εμποράκου θεωρείται το κορυφαίο έργο του συγγραφέα, και χάρισε στον Άρθουρ Μίλλερ το βραβείο Πούλιτζερ. Πραγματεύεται τη ζωή ενός ασήμαντου πλασιέ και την άρνησή του να αντιμετωπίσει την αποτυχία της καριέρας του και της σχέσης με την οικογένειά του.
Έχοντας εργαστεί μια ολόκληρη ζωή με αξιοπρέπεια για να συντηρήσει την οικογένειά του και για να μεταφέρει τις αρχές του στα παιδιά του, ο Ουίλλυ Λόμαν, βρίσκεται αντιμέτωπος με το σοκ της απόλυσης, αφού η αποδοτικότητά του έχει μειωθεί και η προσφορά του στο σύστημα που τον εργοδοτεί δεν κρίνεται συμφέρουσα. Παλεύει, ωστόσο, να πείσει όσους τον αμφισβητούν, και, κυρίως, τον εαυτό του, πως οι ιδέες του δεν ήταν λανθασμένες και ότι, αργά ή γρήγορα, θα δικαιωθεί. Μέχρι τη στιγμή της τελικής και οριστικής διάψευσης.
Έργο-κόλαφος ενάντια στην υλιστική κοινωνία και στη βάναυση, χωρίς ηθικές αναστολές λειτουργία του καπιταλιστικού συστήματος, ο «Θάνατος του Εμποράκου» αποτελεί όχι μόνο ένα κορυφαίο δείγμα του πολιτικού ρεαλισμού του Άρθουρ Μίλλερ αλλά και ένα διαχρονικό σχόλιο για τη διάψευση του αμερικανικού ονείρου και τη συνυπευθυνότητα όσων το συντηρούν χωρίς να αντιλαμβάνονται τις στρεβλώσεις του.
Η δοκιμασία ή Οι μάγισσες του Σάλεμ
The Crucible
Δωμάτιο στο σπίτι του Αιδεσιμώτατου Σαμουήλ Πάρρις στο Σάλεμ της Μασαχουσέτης, την άνοιξη της χρονιάς 1962. Ο Πάρρις είναι γονατισμένος κοντά στο κρεβάτι όπου βρίσκεται ξαπλωμένη ντυμένη και αναίσθητη η κόρη του, Μπέττη, 10 χρονώ. Την κοιτάζει με αγωνία, μουρμουρίζοντας κάποια προσευχή. Η μαύρη σκλάβα Τιτούμπα, 50 χρονώ, μπαίνει φοβισμένη.
ΤΙΤΟΥΜΠΑ: Κυρ Αιδεσιμώτατε, η Μπέττη μας θα γίνει γρήγορα καλά;
ΠΑΡΡΙΣ: Φύγε από δω.
ΤΙΤΟΥΜΠΑ, οπισθοχωρώντας: Η Μπέττη μας δε θα πεθάνει;… Δε θα πεθάνει;…
ΠΑΡΡΙΣ, σηκώνεται έξω φρενών: Φεύγα από μπρος μου – αν δεν θες να φας καμουτσίκι στην πλάτη! (Εκείνη φεύγει. Ο Πάρρις, ακουμπώντας στον τοίχο.) Θεέ μου βοήθησε με! (Κλαίγοντας με λυγμούς παίρνει το χέρι της Μπέττης.) Μπέττη, κορούλα μου, γλυκό μου παιδάκι… Ξύπνα… Άνοιξε τα ματάκια σου… (Γονατίζει. Την ίδια στιγμή μπαίνει η ανίψια του, η Άμπιγκαιηλ. Είναι ένα κορίτσι 17 χρονών, εξαιρετικά όμορφο.)
ΑΜΠΙΓΚΑΙΗΛ: Θείε, η Σουζάνα Ουώλκοτ είναι εδώ. Έρχεται απ’ το γιατρό.
ΠΑΡΡΙΣ: Πες της να ‘ρθει μέσα – γρήγορα!
ΑΜΠΙΓΚΑΙΗΛ, σκύβοντας στ’ άνοιγμα της πόρτας: Έλα μέσα, Σουζάνα! (Μπαίνει η Σουζάνα 16 χρονώ.)
ΠΑΡΡΙΣ: Τι είπε ο γιατρός;
ΣΟΥΖΑΝΑ: Μου είπε, αιδεσιμώτατε, πως τα βιβλία του δε γράφουνε πουθενά για την αρρώστια της Μπέττης. Έψαξε, λέει, έψαξε, μα δε βρίσκει κανένα γιατρικό στα βιβλία.
ΠΑΡΡΙΣ: Πρέπει να ψάξει κι άλλο. Γιατί δεν έρχεται ο ίδιος να δει την άρρωστη;
ΣΟΥΖΑΝΑ: Λέει πως δε θα ωφελήσει σε τίποτα να ‘ρθει να τη δει, γιατί απ’ ό,τι διάβασε στα βιβλία η αιτία της αρρώστιας είναι… υπερφυσική.
ΠΑΡΡΙΣ: Ανοησίες! Δεν υπάρχουν αιτίες υπερφυσικές! Σύρε να του πεις πως έστειλα στο Μπέβερλυ να καλέσω τον Αιδεσιμώτατο Χαίηλ – και όταν έρθει θα επιβεβαιώσει κι αυτός τα λόγια μου. Πες του να βρει κάποιο γιατρικό και να πάψει να μιλάει για υπερφυσικές αιτίες.
ΣΟΥΖΑΝΑ: Μάλιστα, κύριε Πάρρις. Μόνο που ο γιατρός λέει πως πρέπει να ‘σαστε προσεχτικός – πολύ προσεχτικός. (Ο Πάρρις κάνει μια κίνηση αδημονίας. Η Σουζάνα πάει προς την πόρτα.)
ΑΜΠΙΓΚΑΙΗΛ: Το νου σου να μη μιλήσεις σε κανένα στο χωριό – ακούς;
ΠΑΡΡΙΣ: Και προπάντων ούτε λέξη για υπερφυσικές αιτίες…
Θέα από την γέφυρα ή Ψηλά απ’ τη γέφυρα
A View from the Bridge
Κεντρικό θέμα του έργου, το ανομολόγητο ερωτικό πάθος του Εντι Καρμπόνε για την νεαρή ανιψιά της γυναίκας του, πάθος που πυροδοτεί την εσωτερική σύγκρουση που συγκλονίζει τον ήρωα και τελικά τον οδηγεί στην αυτοκαταστροφή του.
Το πάθος σαν υπέρβαση και σαν αδιέξοδο, σαν δημιουργική και καταστροφική δύναμη, σαν προδοσία και σαν θάνατος, ορίζει την ανθρώπινη μοίρα από την αρχαιότητα και τον Αισχύλο, μέχρι σήμερα.
Η δημιουργία του κόσμου και άλλες υποθέσεις
The Creation of the World and Other Business
Ο Άρθουρ Μίλλερ υπήρξε από την αρχή της συγγραφικής του σταδιοδρομίας συγγραφέας με έντονες κοινωνικές και ηθικές ανησυχίες. Ανδρωμένος στα χρόνια της Μεγάλης Ύφεσης, ερμήνευσε αυτό το ορόσημο της αμερικανικής ιστορίας ως τη διάρρηξη του κοινωνικού συμβολαίου στη βάση του οποίου στηρίχθηκαν οι σύγχρονες δυτικές δημοκρατίες. Αυτό είναι το κύριο στοιχείο της δραματουργίας του και της πολιτικής του οπτικής.
Το έργο ξεκινά ανάλαφρα με την ονοματοθεσία της πλάσης από τον Αδάμ και τη δημιουργία της Εύας, και καταλήγει τραγικά με την αδελφοκτονία του Άβελ και την εξορία του. Βασισμένος στο αφηγηματικό αυτό υλικό, ο Μίλλερ συνθέτει ένα τρίπρακτο θεατρικό έργο στο στιλ των οικογενειακών δραμάτων που είχε ήδη παρουσιάσει. Ωστόσο, πρωτοτυπεί επιλέγοντας ήρωες απρόσμενους και ένα ύφος που ξαφνιάζει, γιατί συνδυάζει και εναλλάσσει το κωμικό με το τραγικό, το λυρικό με το επικό, τον ποιητικό με τον πεζό λόγο.
Δραματοποιώντας τον βίο της πρώτης οικογένειας, από την γέννηση έως τον σπαραγμό της, ο Μίλλερ μας προσφέρει την ιδανική μεταφορά για τη βαρύτητα των προσωπικών επιλογών, την αδιόρατη διαπλοκή του ιδιωτικού με το δημόσιο, καθώς και την ατομική ευθύνη που φέρουμε για τις πράξεις μας τόσο σε μικροσκοπικό-οικογενειακό όσο και σε μακροσκοπικό-δημόσιο επίπεδο.
Μια κοινωνικοπολιτική αλληγορία που, προστατευμένη από την επικαιρότητα των άλλων έργων του διάσημου συγγραφέα, μας ανοίγει τον δρόμο για ένα ταξίδι στη μνήμη της πρώτης προδοσίας, θρέφοντας έτσι την απαραίτητη ενδοσκόπηση και γονιμοποιώντας μια χρήσιμη συζήτηση γύρω από τα πάντοτε επίκαιρα θέματα της ευθύνης, της συγχώρεσης και της λήθης.
Παρουσία
Presence
Υπήρξε μια από τις πιο εμβληματικές μορφές του εικοστού αιώνα. Σπουδαίος θεατρικός συγγραφέας, μαχητικός διανοούμενος αλλά και αντισυμβατικός άνθρωπος (ο γάμος του με τη Μέριλιν Μονρόε ακόμα απασχολεί τα μίντια), ο Άρθουρ Μίλερ έγραψε και λίγα αλλά εξαιρετικά διηγήματα. Η συλλογή αυτή, που εκδόθηκε μετά θάνατον, περιλαμβάνει τα έξι τελευταία διηγήματα που ο ίδιος δεν πρόλαβε να εκδώσει και θεωρούνται η αρτιότερη συνεισφορά του στον πεζό λόγο. Από το “Μπουλντόγκ” (που αναφέρεται στα σεξουαλικά σκιρτήματα ενός έφηβου) ως το “Αποστακτήριο Τερεβινθίνης” (στο οποίο αναρωτιέται για την επιρροή της πολιτικής στη ζωή μας) ο Μίλερ στήνει όπως πάντα χαρακτήρες ζωντανούς, με αίμα και σάρκα, αποδεικνύοντας ότι η ικανότητα που επέδειξε στα θεατρικά του αριστουργήματα εύκολα μεταφέρονται από το σανίδι στον περιορισμένο χώρο ενός διηγήματος.
Στη δίνη του χρόνου
Αυτοβιογραφία
Timebends
Ο μεγαλύτερος σύγχρονος θεατρικός συγγραφέας της Αμερικής αυτοβιογραφείται. Και αυτοβιογραφείται με έναν τρόπο μοναδικό, όπως μοναδικά είναι τα έργα που τον έκαναν διάσημο, όπως μοναδική είναι η ζωή που έζησε. Από τις σελίδες της αυτοβιογραφίας του περνάνε ο μακαρθισμός, το αντικομουνιστικό “κυνήγι των μαγισσών”, ο πολυσυζητημένος γάμος του με τη Μέριλιν Μονρόε, οι περιπέτειες για το ανέβασμα έργων που στη συνέχεια έγιναν διάσημα (όπως το “Ο θάνατος του εμποράκου” και το “Μετά την πτώση”), οι συναντήσεις του με προσωπικότητες σαν τον Λουκίνο Βισκόντι ή τον Τζων Χιούστον, οι αγώνες του κατά του πολέμου του Βιετνάμ, η απογοήτευσή του από τον “υπαρκτό” σοσιαλισμό -όλες οι μεγάλες στιγμές που σφράγισαν την καλλιτεχνική και πολιτική ζωή στις ΗΠΑ στο μεγαλύτερο μέρος του 20ου αιώνα. Από τις σημαντικότερες αυτοβιογραφίες που γράφτηκαν τα τελευταία είκοσι χρόνια, το βιβλίο του Μίλερ είναι όμως και κάτι παραπάνω: η ζωντανή μαρτυρία ενός ανθρώπου που συνεχίζει να βλέπει το ρόλο του διανοούμενου ως ένα ρόλο μαχητικό, ικανό “να αρπάξει το λαό από το σβέρκο και να τον ταρακουνήσει”.
Πηγές: Biblionet, Εκδόσεις Καστανιώτη, Δαμιανός, Δωδώνη, Σοκόλη, Πατάκης, Κέδρος