Ιστορία ενός αιχμαλώτου
Η Ιστορία ενός αιχμαλώτου πρωτοδημοσιεύθηκε το 1929 και είναι μια από τις σημαντικότερες αφηγήσεις της περιπέτειας όσων δεν μπόρεσαν να διαφύγουν έγκαιρα από τη μικρασιατική ακτή το 1922.
Εγραψαν για το βιβλίο:
“Είναι ένα μικρό αριστούργημα. Η απλότητα του όλου κομματιού είναι μοναδική. Τύποι περνούν και χάνονται, αρπαγμένοι με μια μονοκονδυλιά. Στάζει η ζωή, στάζει η αλήθεια -στάλλα, στάλλα- από κάθε περιγραφή. Το έργο τούτο ανεβάζει τον κ. Δούκα στη σειρά των καλλίτερων διηγηματογράφων”. – Φώτος Πολίτης, Ελεύθερον Βήμα, 10 Μαΐου 1929
“Είναι ένα αληθινό διαμάντι· έχει μέρη που θαρρείς πως είναι Αγία Γραφή και Όμηρος· έχει και μια έξοχη αφιέρωση”. – Φώτης Κόντογλου, Ελληνικά Γράμματα, 4 Μαΐου 1929
“Η Ιστορία ενός αιχμαλώτου, το υποδειγματικό για τη λιτότητα του ύφους του πεζογράφημα του Στρατή Δούκα, επανεκδόθηκε εικονογραφημένο […] Πρωτοδημοσιευμένη στα 1929, η συγκλονιστική αυτή μαρτυρία από τη Μικρασία, έμεινε στην αφάνεια σχεδόν επί τρεις δεκαετίες για ν’ αναγνωριστεί τα τελευταία χρόνια ως ένα από τα αριστουργήματα της γενιάς του ’30”. – Αλέξανδρος Κοτζιάς, Η Καθημερινή, 21 Ιουλίου 1977
Ενώτια
ΧΩΡΙΣΜΟΣ
Κλείνομαι μέσα για να φύγω σαν ξένος. 4 Νοεμβρίου, σταματώ και σημειώνω από τα πολλά που με βαραίνουν. Θυμάμαι τον πεθαμένο φίλο. Πήγα στο μνήμα του χρυσάνθεμα. «Να θυμάσαι πάντα το καροτσάκι που θα βγούμε στην έρημο»’ ιστορία παιδιού’ τα μάτια του αμυγδαλωτά, καθαρόασπρα. «Αγαπημένο μου μικρό, φωνάζει κοιτάζοντάς το ο ήλιος, να είσαι ευτυχισμένο». Αφήνω την Κα Καμβή διπλωμένη στην κουνιστή, με την εικόνα του μακαρίτη ανδρός της πάνω στην τουαλέτα της, γεμάτα φωτογραφίες και διάφορα ενθύμια τα συρτάρια. Κατεβαίνω τη μακρά λεωφόρο’ σα να βράδιασε…
Οι δώδεκα μήνες
Το πρωί τράβηξα μόνος μου στο μοναστήρι, που βρίσκονταν πάνω στο βουνό, καμιά μισή ώρα έξω απ’ το χωριό. Ήταν κι αυτό ρειπωμένο. Μονάχα το μπροστινό και λίγο απ’ το πλάγι του στέκονταν ακόμα, έτοιμο κι αυτό να πέσει. Από τη μισογκρεμισμένη πόρτα του μπήκα μέσα. Οι καλόγεροί του σα να κοιμούνταν. Τα κελάρια του γεμάτα, τα μιντέρια του στρωμένα. Απ’ τα μικροπαραθυράκια του έβλεπα πέρα τα μαύρα βουνά, σαν κύματα που με κύκλωναν. Πατήματα δεν ακούονταν στις πλάκες της αυλής που ’ταν σκεπασμένες από αγριόχορτα και φύλλα. Η νύχτα έφτανε βουβή. Μονάχα ο ρύακας μουρμούριζε. Όταν το νυχτοπούλι άρχιζε τα ρυαχτά του, αποτραβιόμουνα στη φωτιά του τζακιού μου, συντροφευμένος από σκιές…
Το μοναστήρι είχε πολλά παλιά πράγματα. Το πιο πολύτιμο ήταν ένα βημόθυρο, από το τέμπλο της εκκλησιάς. Απάνω στα δυο βαριά βουνίσια ξύλα του ήταν ζωγραφισμένος ο «Ευαγγελισμός» και σειρά, από πάνω προς τα κάτω, στη μεριά που θηλύκωναν, οι «δώδεκα μήνες» που παράσταιναν τη ζωή του τόπου, τον καιρό που ζωγραφίστηκαν. Μιλούν για το λαό, όπως ήταν τότε, με τους αρχόντους του, τις δουλειές και τα συνήθεια τους, επάνω κάτω έτσι όπως τα ’νιωθα καθώς τους ξεσήκωνα.
Θερμοκήπιο
Με το “Θερμοκήπιο”, ο Στρατής Δούκας μας δίνει το χρονικό μιας άλλης, εσωτερικής αυτή τη φορά οδοιπορίας. Λιτότητα και αμεσότητα δεν είναι οι μόνες αρετές του λόγου του -γνωστές άλλωστε από την “Ιστορία του αιχμαλώτου”, τον “Οδοιπόρο” και τα “Ενώτια”. Η ημερολογιακή και γι’ αυτό συχνά εξομολογητική γραφή του φτάνει να γίνει μια συγκινητική έκφραση του ήθους μιας γλώσσας, απ’ όπου τα πράγματα, οι άνθρωποι, ο χώρος γενικώτερα, ξεπηδούν ανάγλυφα.
Το “Θερμοκήπιο” δεν είναι ένας τόπος πραγματικός: είναι μια εποχή βιωμένη έντονα από τον συγγραφέα. Η εσωτερική αφήγηση όμως δεν καταργεί τον υπάρχοντα έξω χώρο. Είναι μάλλον μια δυναμική αναμέτρηση που λήγει σε μια αμοιβαία αποδοχή.
Για το πρόσωπο που αφηγείται, το “Θερμοκήπιο” είναι πότε καταφύγιο πότε φυλακή. Οπως κι ο εξωτερικός κόσμος πότε ελευθερία πότε εφιάλτης. Εξω είναι το δυνατό φως του ήλιου (χαροποιό άλλοτε, κι άλλοτε σκληρό) -μέσα είναι το γαλακτένιο φως μιας ησυχίας, που κάποτε είναι θαλπωρή και προστασία και κάποτε ψύχρα και μοναξιά….
Σ’ έναν επαρκή αναγνώστη είναι σίγουρο πως δεν θα ξεφύγει η οξύμωρη δράση του εσωτερικού μονολόγου που μας δίνει ο Στρατής Δούκας στο “Θερμοκήπιο”: γιατί δεν μας στρέφει στο προσωπικό βίωμα του ήρωα -όσο έντονα κι αν περιγράφεται- αλλά εντατικοποιεί τα ερεθίσματα του έξω από το άτομο κόσμου. Στον κλειστό αυτό χώρο φτάνουν μεγεθυμένα τα χρώματα, οι ήχοι, τα αγγίγματα, ο έρωτας μέσα στα πράγματα που κάνει τα φυτά του “Θερμοκηπίου” τόσο ρωμαλέα.
Μαίρη Κάσου
Αθήνα, Σεπτέμβρης 1982
Πεζά
Ιστορία ενός αιχμαλώτου (1929)
Εις εαυτόν (1930)
Γράμματα και συνομιλίες (1966)
Ο βίος ενός αγίου (Γιαννούλης Χαλεπάς) (1967)
Οδοιπόρος (1968)
Δεσμός (1970)
Μαρτυρίες και κρίσεις (1972)
Ο μικρός αδελφός (1972)
Ενώτια (1974)
Ενθυμήματα από δέκα φίλους μου (1976)
Οι δώδεκα μήνες (1982)
Θερμοκήπιο (1982)
Δοκίμια – Μελέτες
Υποθέσεις και λύσεις πάνω σε προβλήματα της ζωής και του έργου του Γιαννούλη Χαλεπά
Το εικονογραφικό έπος της ανατολικής εκκλησίας (1948)
Γιαννούλης Χαλεπάς (1952)
Γιαννούλης Ιωάννου Χαλεπάς (1962)
Ο ζωγράφος Σπύρος Παπαλουκάς (1966)
Λευκώματα
Σχέδια του Στρατή Δούκα (1979)
Συλλογικά έργα
Η περιπλάνηση (1994)
Ανθολογία ελληνικού διηγήματος του 20ού αιώνα (2009)
Χριστούγεννα και χιονιάς (2013)
Πηγές πληροφοριών: Εκδόσεις Κέδρος , EKEBI, BIBLIONET